Ο Πραγματογνώμονας και ο ρόλος του στη διαχείριση ζημιών

Παναγιώτης Στρατής: H αποτελεσματική διαχείριση ζημιών και η καλή εικόνα των εταιρειών εξαρτώνται και από τον πραγματογνώμονα

Η εξαγγελία του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κ. Τρύφωνα Αλεξιάδη, για τη δημιουργία σώματος ανεξάρτητων εξειδικευμένων πραγματογνωμόνων, στάθηκε η αφορμή να απευθυνθούμε στον έγκριτο πραγματογνώμονα κ. Παναγιώτη Στρατή, ζητώντας του να σχολιάσει την εν λόγω πρόθεση του κ. Υπουργού.

Η αφορμή αυτή, βέβαια, ήταν μια καλή ευκαιρία να του θέσουμε πολλά ερωτήματα γενικά περί των πραγματογνωμόνων της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς –και τελικά εκεί επικεντρώθηκε η συζήτησή μας: στον ρόλο τους, το νομοθετικό πλαίσιο, το επαγγελματικό περιβάλλον, τα προσόντα, τους κανόνες σύνταξης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, κ.λπ.

Για μας ήταν και ευτυχής συγκυρία, γιατί μας δόθηκε η ευκαιρία να συνομιλήσουμε με έναν εξαιρετικά έμπειρο πραγματογνώμονα της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς –συμπλήρωσε ήδη 40 χρόνια δραστηριοποίησης–, που χαίρει ευρύτατης εκτίμησης και αναγνώρισης, τόσο ο ίδιος προσωπικά όσο και το Γραφείο «Πασκάλ & Στρατής ΑΕ», του οποίου είναι μέτοχος.

Ήταν, επίσης, ευτυχής συγκυρία, γιατί αξιοποιώντας τις γνώσεις και την εμπειρία του κ. Στρατή, μπορούμε να αναδείξουμε τον ρόλο του πραγματογνώμονα και τη συμβολή του στη διαδικασία της ασφαλιστικής αποζημίωσης και στην έξωθεν καλή μαρτυρία του κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης.

Συνέντευξη στην Αμαλία Ρουχωτά

Κύριε Στρατή, πότε εμφανίστηκαν, ιστορικά, οι πρώτοι πραγματογνώμονες και πώς μετεξελίχθησαν παράλληλα με την ανάπτυξη των ασφαλιστικών εργασιών;
Π.Στρ.: Οι πραγματογνώμονες ή εμπειρογνώμονες ιστορικά εμφανίζονται πριν από 350 περίπου χρόνια, ταυτόχρονα σχεδόν με την πραγματοποίηση των πρώτων ασφαλιστικών εργασιών, ως αποτέλεσμα και των πρώτων ζημιών που σημειώθηκαν. Οι πρώτοι πραγματογνώμονες είναι οι ασχολούμενοι με τις ζημιές θαλασσίων ασφαλίσεων.

Μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του Λονδίνου το 1666, η οποία, όπως κάθε μαζική καταστροφή, λειτούργησε ως προτρεπτικός παράγων για την ασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων, την ανάπτυξη των ασφαλίσεων κατά κινδύνων πυρός και την επακόλουθη εμφάνιση ζημιών από πυρκαγιά, παρουσιάζονται και οι πρώτοι πραγματογνώμονες που ασχολούνται με την εκτίμηση των ζημιών του είδους αυτού.

Από διάφορες, όμως, αναφερόμενες περιπτώσεις, φαίνεται ότι οι πρώτοι πραγματογνώμονες ήταν απόλυτα εξαρτημένοι από τις Ασφαλιστικές Εταιρείες ή τα υπάρχοντα Ασφαλιστικά Γραφεία.

Η συνεχής ανάπτυξη των ασφαλιστικών εργασιών και η τεράστια επέκτασή τους στην ασφάλιση όλου του φάσματος των παραγωγικών και οικονομικών εκδηλώσεων, αλλά και η προσφορά νέων προγραμμάτων ή η κάλυψη σχεδόν κάθε είδους πιθανού κινδύνου, είχε ως αποτέλεσμα έναν συνεχώς αυξανόμενο αριθμό υποθέσεων, το εύρος και η πολυπλοκότητα των οποίων δεν μπορούσε πλέον να αντιμετωπισθεί από κάποιον μεμονωμένο υπάλληλο – εκτιμητή.

Η ανάγκη δημιουργίας κλίματος αντικειμενικότητας μεταξύ των παθόντων ασφαλισμένων και των Ασφαλιστικών Εταιρειών, αλλά και ο όγκος των υποθέσεων κατέστησε εκ των πραγμάτων αναγκαία την ύπαρξη εξειδικευμένων – ανεξάρτητων ατόμων ή ομάδος ατόμων, που θα επιλαμβάνονταν της διερεύνησης και της εκτίμησης των υποθέσεων αυτών.

Και το κενό, όπως ήταν φυσικό, καλύφθηκε με την εμφάνιση των ανεξάρτητων γραφείων πραγματογνωμόνων, που έφθασαν να έχουν τη μορφή που όλοι μας πλέον γνωρίζουμε.

Ο πραγματογνώμων ως εκτιμητής ζημιών και επιθεωρητής κινδύνων, σύμφωνα με την υπάρχουσα εμπειρία και πρακτική, είναι ο επαγγελματίας που, είτε μεμονωμένα, είτε ως συνεργαζόμενος ή μέλος κάποιας επιχείρησης, λειτουργεί μετά από ανάθεση συγκεκριμένης εντολής, από μία ή περισσότερες Ασφαλιστικές Εταιρείες, για να εκτιμήσει συγκεκριμένη ζημιά ή να επιθεωρήσει και προεκτιμήσει κάποιον ήδη ασφαλισμένο ή προς ασφάλιση κίνδυνο.

Ποιο είναι το νομοθετικό πλαίσιο ορισμού και λειτουργίας των πραγματογνωμόνων; O νέος νόμος 4364/2016 τι καινούργιο φέρνει ως προς τις υποχρεώσεις και τον ρόλο τους;
Π.Στρ.: Στον τομέα της ιδιωτικής ασφάλισης, οι πραγματογνώμονες, κατόπιν εντολής των ασφαλιστικών/αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, αναλαμβάνουν το ουσιαστικό εγχείρημα της αναζήτησης των αιτιών μίας ζημίας και της αποτίμησης αυτής.

Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο που να διέπει τη λειτουργία των πραγματογνωμόνων και τη μορφοποίηση των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης που συντάσσουν.

Την απουσία συγκεκριμένου νομικού πλαισίου επιχειρούσε να καλύψει το μέχρι πρότινος ισχύον νομικό πλαίσιο του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ Α 10), όπου γινόταν μία περιορισμένη αναφορά στις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα πραγματογνωμόνων που διορίζονταν από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις για την εκτίμηση πραγματοποιηθείσας ζημίας και τον καθορισμό της οφειλόμενης αποζημίωσης. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 29 παρ. 1 του ως άνω νομοθετικού διατάγματος,  προβλεπόταν η υποχρέωση των διοριζόμενων από την ασφαλιστική επιχείρηση πραγματογνωμόνων να κοινοποιούν στον ζημιωθέντα ασφαλισμένο αντίγραφο της συνταχθείσας έκθεσης, σχετικά με την εκτίμηση της ζημίας και τον καθορισμό της οφειλόμενης αποζημίωσης.

Η ίδια ακριβώς υποχρέωση εμπεριέχεται και στον νέο νόμο 4364/2016 (ΦΕΚ Α 13 5.2.2016) για την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ (γνωστή ως Φερεγγυότητα ΙΙ), με τον οποίο από την 1η Ιανουαρίου 2016 καταργήθηκε το ν.δ. 400/1970. Ειδικότερα, στο άρθρο 259 του νέου νόμου επαναλαμβάνονται σχεδόν πανομοιότυπες οι διατάξεις των δύο πρώτων παραγράφων του άρθρου 29 ν.δ. 400/1970, συμπεριλαμβανομένης συνεπώς και της υποχρέωσης των πραγματογνωμόνων για κοινοποίηση της έκθεσής τους στον ζημιωθέντα ασφαλισμένο.

Σημαντική τροποποίηση, ωστόσο, σημειώνεται με την παράγραφο 3 του άρθρου 259, όπου πέραν της ως άνω υποχρέωσης κοινοποίησης, ο νέος νόμος προβλέπει και την υποχρέωση των πραγματογνωμόνων, είτε φυσικών είτε νομικών προσώπων, να ενεργούν αμερόληπτα, ανεξάρτητα και χωρίς προκατάληψη, με σκοπό την εξέταση και εκτίμηση της δηλωθείσας ζημίας ή/και απώλειας, σύμφωνα με τους γενικούς και ειδικούς όρους του εκάστοτε ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Με την προσθήκη αυτή φαίνεται να αναβαθμίζεται ουσιωδώς ο ρόλος του πραγματογνώμονα στη διαδικασία της ασφαλιστικής αποζημίωσης, καλούμενος εφεξής να ασκεί τα καθήκοντά του σε πλήρη ανεξαρτησία από την εντολέα του ασφαλιστική επιχείρηση. Παρά το γεγονός, συνεπώς, ότι οι πραγματογνώμονες ενεργούν κατόπιν εντολής και για λογαριασμό μίας συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης, υφίσταται πλέον ρητή νομοθετική διάταξη που τους υποχρεώνει να ασκούν τα καθήκοντά τους σε πλήρη ανεξαρτησία από την εντολέα τους και κατ’ αμερόληπτη κρίση, βασιζόμενοι στα πραγματικά δεδομένα της έρευνάς τους, χωρίς να στρέφουν το αποτέλεσμα υπέρ της εντολέως τους ή του ασφαλισμένου, με την υποτίμηση ή υπερτίμηση της ζημίας, αντίστοιχα.

Περαιτέρω, η αναβάθμιση του ρόλου των πραγματογνωμόνων σημειώνεται και από το αυστηρότερο πλαίσιο κυρώσεων που εισάγεται με τον νέο νόμο 4364/2016. Σύμφωνα με το πλαίσιο του προϊσχύοντος ν.δ., για τους πραγματογνώμονες προβλεπόταν η επιβολή μόνο ποινικών κυρώσεων (φυλάκισης τουλάχιστον ενός μηνός και χρηματική ποινή), εάν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους προέβαιναν εν γνώσει τους σε ψευδείς εκτιμήσεις ή δηλώσεις προς όφελος του ασφαλιστή ή του ζημιωθέντος ασφαλισμένου (άρθρο 46). Στην ως άνω ποινική κύρωση, η οποία επαναλαμβάνεται πανομοιότυπη στον νέο νόμο (άρθρο 258 παρ. 4), προστίθενται πλέον οι προβλεπόμενες στο άρθρο 256 διοικητικές κυρώσεις που δύναται να επιβάλει η Εποπτική Αρχή και στους πραγματογνώμονες, για παραβάσεις της ασφαλιστικής νομοθεσίας γενικώς και του συγκεκριμένου νόμου ειδικότερα. Οι διοικητικές μάλιστα κυρώσεις επιβάλλονται ανεξαρτήτως της εφαρμογής των οικείων ποινικών διατάξεων του νόμου και αντίστροφα.

Ποια είναι τα απαραίτητα προσόντα για έναν πραγματογνώμονα – εκτιμητή ζημιών;
Π.Στρ.: Ο πραγματογνώμων, για την ορθή ενάσκηση των καθηκόντων του, έχει ή οφείλει να έχει τα εξής απαραίτητα προσόντα:

  • Κοινή λογική.
  • Καλή γνώση των ασφαλιστικών θεμάτων.
  • Ευρείες και επαρκείς γνώσεις.
  • Δυνατότητα να καλύπτει με συνεργάτες ή ειδικούς συμβούλους τις ειδικότερες γνώσεις που δεν κατέχει ο ίδιος.
  • Υψηλό βαθμό επαγγελματικής ευσυνειδησίας.
  • Να είναι ακέραιος.
  • Να έχει καλή συμπεριφορά.
  • Να είναι αντικειμενικός
    και πλήθος άλλων ιδιοτήτων, που είναι απαραίτητες για τη διεκπεραίωση των υποθέσεων που αναλαμβάνει.

Οπωσδήποτε, όμως, το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στην εμπειρία, η οποία, όπως με όλους τους επαγγελματίες, αποκτάται συν τω χρόνω. Στους πραγματογνώμονες, όμως, ειδικά η απόκτηση εμπειριών καθίσταται πιο εύκολη, δεδομένου ότι ο γρήγορος ρυθμός της δουλειάς, η καθημερινή πληροφόρηση, η ενασχόλησή τους με πολλές και διαφορετικού είδους ζημιές και η καθημερινή έρευνα της αγοράς, τους βομβαρδίζουν με συνεχείς γνώσεις και εμπλουτίζουν τις εμπειρίες τους.

Ποια είναι η συνήθης συγκρότηση των γραφείων πραγματογνωμόνων;
Π.Στρ.: Στη χώρα μας τα γραφεία των πραγματογνωμόνων, εκτός ολίγων εξαιρέσεων, δεν λειτουργούν κατά τον ίδιο τρόπο που λειτουργούν στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες.

Η συνήθης συγκρότηση των γραφείων πραγματογνωμόνων στις αναπτυγμένες χώρες αποτελείται από μόνιμα απασχολούμενους εκτιμητές – πραγματογνώμονες διαφόρων ειδικοτήτων, κυρίως μηχανικούς (μηχανολόγους – πολιτικούς μηχανικούς) ή αποφοίτους οικονομικών σχολών, ενώ για τις εξειδικευμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούν κατά περίπτωση διάφορους ειδικούς:

  • Εξειδικευμένους ερευνητές για τις αιτίες επέλευσης των συμβάντων.
  • Ηλεκτρονικούς για την εξέταση ζημιών ηλεκτρονικών μηχανών και συσκευών, κλάδος που έχει σημαντικές δυσκολίες στην εκτίμηση.
  • Χημικούς μηχανικούς.
  • Ναυπηγούς.
  • Ειδικούς επί των τροφίμων.
  • Λογιστές – κοστολόγους με εξειδίκευση στα ασφαλιστικά θέματα, αλλά και πολλούς άλλους επιστήμονες ή εμπειρικούς ειδικούς, για ειδικές περιπτώσεις.

Πραγματογνώμονες μίας ειδικότητας, χωρίς ανεξάρτητη επαγγελματική στέγη, που ασκούν το επάγγελμα παράλληλα με άλλη απασχόληση, δεν μπορούν να ανταποκριθούν στον κομβικό ρόλο συμμετοχής των στην ομαλή διεκπεραίωση των υποθέσεων που θα τους ανατεθούν ούτε μπορούν να εξυπηρετήσουν τις Ασφαλιστικές Εταιρείες άμεσα και αποτελεσματικά σε περιοχές εκτός της έδρας των.

Πώς θα περιγράφατε τα «πρέπει» και «δεν πρέπει» μιας εμπεριστατωμένης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, ποια είναι τα βήματα που ακολουθεί ο πραγματογνώμων-εκτιμητής ζημιών μέχρι τη σύνταξή της και πότε μια υπόθεση μπορεί να μην εξελιχθεί ομαλά;
Π.Στρ.: Ο πραγματογνώμονας θα πρέπει να επιστρατεύσει εκείνες τις ιδιότητες, οι οποίες θα δημιουργήσουν ένα καλό κλίμα επαφής και συνεννόησης με τον παθόντα, όχι μόνο διότι είναι ανθρώπινο χρέος του να συμπεριφέρεται σωστά στον ζημιωθέντα ούτε διότι εκπροσωπεί στη συγκεκριμένη περίπτωση τις Ασφαλιστικές Εταιρείες, οι οποίες κατά κανένα τρόπο δεν θέλουν την άσχημη μεταχείριση των πελατών τους. Η καλή επαφή μεταξύ παθόντα και πραγματογνώμονα δίνει στον τελευταίο τη δυνατότητα να λάβει στοιχεία και πληροφορίες, που υπό διαφορετικές συνθήκες δεν θα του παρέχονταν.

Και εν τέλει θα πρέπει σε όλους να γίνει κατανοητό ότι η ύπαρξη αντίθετων απόψεων και ερμηνειών ή ακόμη και η οριστική διάσταση απόψεων, που οδηγεί σε διαφωνία, δεν πρέπει να αποτελεί αιτία διαπληκτισμών.

Όμως, όσο καλό κλίμα κι αν επικρατήσει στις σχέσεις πραγματογνώμονα – παθόντος και όσο καλή ενδεχομένως διάθεση κι αν υπάρχει και από τις δύο πλευρές, υφίσταται πληθώρα υποθέσεων που δεν εξελίσσονται ομαλά, ανεξαρτήτως της καλής βουλήσεως όλων.

Η δυσμενής εξέλιξη των υποθέσεων έχει κυρίως να κάνει με τους παρακάτω λόγους:

  • Την ανεπάρκεια των ασφαλισμένων κεφαλαίων.
  • Την άγνοια των ασφαλισμένων για τα ασφαλιστικά θέματα.
  • Την έλλειψη επαρκών στοιχείων, που θα επιβεβαιώσουν τις υποβαλλόμενες απαιτήσεις.
  • Την άγνοια σε πολλές περιπτώσεις των παθόντων για συγκεκριμένα θέματα, η οποία τους καθιστά ενίοτε θύματα επιτήδειων συμβούλων.
  • Την ανακολουθία των υπαρχόντων στοιχείων με την πραγματικότητα.
  • Τη σκόπιμη διόγκωση των απαιτήσεων.

Αν μάλιστα σε περιπτώσεις ως τις προαναφερόμενες, δεν υπάρχει αμοιβαία κατανόηση, αλλά επικρατεί καχυποψία, γεγονός που πάρα πολλές φορές συμβαίνει, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο δυσκολεύει το έργο του πραγματογνώμονα.

Στις προαναφερόμενες δυσκολίες των υποθέσεων δεν συμπεριλήφθηκαν οι περιπτώσεις των σκοπούμενων ζημιών, των ασφαλιστικών δηλαδή απατών, οι οποίες έχουν καταγραφεί από πάρα πολύ παλιά, αλλά τα τελευταία χρόνια έχουν σημαντικά αυξηθεί και εμφανίζονται υπό μορφή πυρκαγιών ή κλοπών και σκοπό κυρίως έχουν:
Πρώτον, τον προσπορισμό ανόμου κέρδους.
Δεύτερον, την τακτοποίηση ή την προσπάθεια δημιουργίας άλλοθι ή επιχειρημάτων, για την αντιμετώπιση φορολογικών παραβάσεων ή εκκρεμοτήτων ή και τακτοποίηση ανοικτών λογαριασμών μεταξύ συνεταίρων.

Ως εκ τούτου ο πραγματογνώμων πρέπει τουλάχιστον να φροντίσει για τη σύνταξη μιας σωστής και εμπεριστατωμένης έκθεσης, ακολουθώντας τους εξής κανόνες:

 

ΠΡΕΠΕΙ

ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ

1

Να είναι αντικειμενικός και αμερόληπτος

Να παρακάμπτει το αντικείμενο ή την απόδειξη ή το συμπέρασμα

2

Να μην παραλείπει να περιγράφει, να αποδεικνύει, να συμπεραίνει

Να είναι αόριστος

3

Να είναι συγκεκριμένος, σύντομος, ακριβής, λιτός και περιεκτικός

Να χάνεται σε επουσιώδεις λεπτομέρειες, να τραβά σε μάκρος, να επαναλαμβάνεται χωρίς να πραγματεύεται το θέμα

4

Να είναι απλός

Να  μην είναι κατανοητός ή να εμφανίζει σύγχυση

5

Να είναι διαυγής

Να έχει προκατάληψη ή να του λείπει η ευθύτητα

6

Να επιζητά μια πρακτική κατάληξη

Να λησμονεί τη χρησιμότητα της έκθεσης

7

Να αποδεικνύει με αυστηρό συλλογισμό και με σταθερά επιχειρήματα καλά δομημένα

Να αρκείται σε βεβαιώσεις ή εντυπώσεις ή σε κρίσεις που δεν στηρίζονται

8

Να έχει σχέδιο, να ταξινομεί τις ιδέες σε μια λογική σειρά

Να συντάσσει χωρίς μέθοδο, να παραθέτει μία σειρά σημειώσεις

9

Να ξαναδιαβάζει για να διορθώνει λάθη, αοριστίες ή επαναλήψεις

Να παραμελεί τη μορφή ή να έχει ένα πολύ οικείο στυλ ή όχι ορθό

10

Να αιτιολογεί το συμπέρασμα

Να δίνει ανεπαρκείς εξηγήσεις

Επισημαίνεται ότι ο πραγματογνώμων θα πρέπει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια κατανόησης της υπόθεσης, να εξετάζει με λεπτομέρεια κάθε προσκομιζόμενο στοιχείο, να αξιολογεί κάθε εξήγηση που του δίνεται, να προσπαθεί με υπομονή να αμβλύνει τις παρουσιαζόμενες διαφωνίες, επεξηγώντας και αιτιολογώντας με σαφήνεια τις θέσεις του και γενικά να μην είναι η αιτία άσκοπων διαφωνιών, αλλά το πρόσωπο εκείνο που ουσιαστικά παρεμβαίνει για την ορθή εκτίμηση της ζημιάς, γεγονός που άλλωστε αποτελεί υποχρέωση και σκοπό της φιλοσοφίας του θεσμού των ασφαλειών.

Μετά την ισχύ του ν. 4335/2015, η Έκθεση Πραγματογνωμοσύνης στις περιπτώσεις εκδίκασης υποθέσεων ασφαλιστικού περιεχομένου ποιο ρόλο επιτελεί;
Π.Στρ.: Με τον Ν. 4335/2015 επήλθαν ουσιαστικές τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που αφορούν στον τρόπο διεξαγωγής της Πολιτικής Δίκης και τη Διαδικασία Εκτέλεσης. Οι τροποποιήσεις που επήλθαν, με πρόθεση την ταχύτερη διαδικασία των υποθέσεων, επιφέρουν μεγάλες αλλαγές στον τρόπο διεξαγωγής της δίκης (εκδίκαση αγωγής – κατάθεση μαρτύρων, κ.λπ.), ιδίως στα Πρωτοβάθμια Δικαστήρια.

Ειδικότερα, αναφορικά με τις αγωγές που θα κατατεθούν μετά την 1η Ιανουαρίου 2016 στα Πολιτικά Δικαστήρια κατά την τακτική διαδικασία (π.χ. αγωγές που αφορούν αξιώσεις από σύμβαση ασφάλισης), ο Δικαστής παραλαμβάνει πλήρεις φακέλους από τους διαδίκους μέσα σε τέσσερις μήνες από την κατάθεση της αγωγής και θα πρέπει να εκδώσει απόφαση μέσα σε διάστημα οκτώ περίπου μηνών, με βάση το κατατεθειμένο αποδεικτικό υλικό (έγγραφα, ένορκες βεβαιώσεις, κ.λπ.), χωρίς να προβλέπεται αναγκαίως η εξέταση μαρτύρων, εκτός ειδικών περιπτώσεων, όπου ο Δικαστής θα το αποφασίσει και θα εκδώσει πράξη εξέτασης μαρτύρων για συγκεκριμένα θέματα απόδειξης.

Ευκόλως γίνεται αντιληπτό ότι, στις περιπτώσεις εκδίκασης υποθέσεων ασφαλιστικού περιεχομένου που θα εκδικάζονται με την παραπάνω διαδικασία, βασικό στοιχείο για τη διαμόρφωση κρίσης από τον Δικαστή, είναι η Έκθεση Πραγματογνωμοσύνης, που θα έχει εξετάσει κάθε προσκομισθέν στοιχείο ή στοιχείο που συγκεντρώθηκε κατά τις αυτοψίες και που θα αποδεικνύει με αυστηρούς συλλογισμούς και με σταθερά επιχειρήματα το αντικειμενικό και αμερόληπτο συμπέρασμά της. δηλαδή, μία έκθεση ολοκληρωμένη, για την ανάγνωση της οποίας δεν θα χρειάζονται εξειδικευμένες γνώσεις κατανόησής της.

Βεβαίως και στις εκδικάσεις αγωγών με το παλαιό σύστημα, βασικό στοιχείο αποτελούσε και η έκθεση πραγματογνωμοσύνης, πλην όμως οι ασάφειες, οι ελλείψεις στοιχείων και γενικά η μη πληρότητα και κατανόηση επιχειρημάτων της, συμπληρώνονταν, κατά το μέτρο του δυνατού, με τη μαρτυρική εξέταση του πραγματογνώμονα από τον Δικαστή και τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων.

Πώς θα περιγράφατε τη συνήθη διαδικασία επιλογής πραγματογνώμονα για ανάθεση εκτίμησης – επιθεώρησης ζημίας από τις ασφαλιστικές εταιρείες;
Π.Στρ.: Οι πραγματογνώμονες των κλάδων περιουσίας και ευθύνης αποτελούν τους άμεσους συνεργάτες των Ασφαλιστικών Εταιρειών και αναγκαίους αρωγούς στην αποτελεσματική διεκπεραίωση φακέλων ζημιών, σε συνδυασμό με τη διατήρηση υψηλού επιπέδου παρεχομένων υπηρεσιών από μέρους της Ασφαλιστικής Εταιρείας. Η κατάλληλη επιλογή πραγματογνώμονα για την εκάστοτε υπόθεση αποτελεί παράγοντα άρρηκτα συνδεδεμένο με την αποτελεσματική διαχείριση ζημιών, αλλά και την εικόνα της Ασφαλιστικής Εταιρείας, καθότι πρόκειται για τον συνεργάτη που έρχεται σε άμεση επαφή με τους ασφαλισμένους/ πελάτες κατά την κρίσιμη, μεταξύ εταιρείας και πελάτη, ώρα της ζημιάς.

Πέραν της αδιαπραγμάτευτης παραμέτρου που αποτελεί το ηθικό σκέλος του συνεργάτη, η επιλογή του πραγματογνώμονα/γραφείου πραγματογνωμόνων, στο οποίο ανατίθεται έκαστη ζημία, βασίζεται ή θα πρέπει να βασίζεται σε συνδυασμένη αξιολόγηση ποσοτικών και ποιοτικών παραμέτρων, τόσο της ίδιας της ζημιάς, όσο και των πραγματογνωμόνων/ γραφείων πραγματογνωμόνων, λαμβάνοντας υπ’ όψιν σε κάθε περίπτωση ορισμένες βασικές θέσεις, που ορίζονται από συμβατικές υποχρεώσεις ή διαδικασίες.

Οι ποσοτικές και ποιοτικές παράμετροι ζημιάς και συνεργατών που αξιολογούνται  ή θα πρέπει να αξιολογούνται ανά περίπτωση προ της ανάθεσης αναλύονται ως ακολούθως:

(α) Είδος ζημιάς
Εξετάζεται το είδος της ζημιάς (πυρκαγιά, κλοπή, διακοπή εργασιών, κ.λπ.) σε συνάρτηση με τις διαθέσιμες ειδικότητες των συνεργατών, καθώς και τους τομείς ειδίκευσης. Κρίσιμη παράμετρο αποτελεί το ιστορικό και η αποτελεσματικότητα του εκάστοτε πραγματογνώμονα/γραφείου πραγματογνωμόνων σε παλαιότερες υποθέσεις του είδους ζημιάς.

(β) Φύση και ύψος ζημιάς
Αξιολογείται η πολυπλοκότητα και το μέγεθος της ζημιάς (αρχική πληροφόρηση), προκειμένου να προσδιορισθούν οι απαιτούμενες ειδικότητες, εμπειρία και γνώσεις του πραγματογνώμονα/γραφείου πραγματογνωμόνων. Ζημιές με αυξημένη πολυπλοκότητα (π.χ. ζημιές σε πάγια στοιχεία και αποθέματα, συνδυαζόμενες με ενεργοποίηση συμβολαίου διακοπής εργασιών, ζημιές με προβληματικές συνθήκες και θέματα κάλυψης) απαιτούν τη συνεργασία ποικίλων ειδικοτήτων και σημαντικό βαθμό εμπειρίας, που συνήθως απαντώνται σε μεγάλα και οργανωμένα γραφεία. Εκ νέου κρίσιμη παράμετρο αποτελεί το ιστορικό και η αποτελεσματικότητα του εκάστοτε πραγματογνώμονα/γραφείου πραγματογνωμόνων σε παλαιότερες υποθέσεις.

(γ) Γεωγραφική περιοχή
Σε περιπτώσεις μικρών ζημιών (σε ύψος και πολυπλοκότητα) προτιμάται η ανάθεση με βαρύνον κριτήριο την εντοπιότητα του πραγματογνώμονα, προκειμένου να προκύπτει σχετική οικονομία. Αντιθέτως, σε μεγαλύτερες σε ύψος και πολυπλοκότητα υποθέσεις, προκρίνεται η ανάθεση σε μεγαλύτερα γραφεία ανεξαρτήτως γεωγραφικού περιορισμού, προκειμένου να ικανοποιούνται αρτιότερα τα ποιοτικά κριτήρια χειρισμού της ζημιάς και να αποφεύγονται τυχόν δυσμενείς περιπλοκές λόγω εντοπιότητας σε περιπτώσεις ζημιών επαρχίας.

(δ) Ποιοτικά  –  ποσοτικά στοιχεία πραγματογνώμονα/γραφείου πραγματογνωμόνων
Βασικά στοιχεία των εκάστοτε συνεργατών, τα οποία εξετάζονται και επικαιροποιούνται ανά τακτά διαστήματα, είναι τα ακόλουθα:

  • Γενική ποιότητα παρεχομένων υπηρεσιών (ταχύτητα, συμπεριφορά). Τα εν λόγω στοιχεία προκύπτουν από την επικοινωνία των διακανονιστών με τους ασφαλισμένους και τους παραγωγούς, καθώς και την υποβολή παραπόνων.
  • Αριθμός απασχολουμένων – εύρος ειδικοτήτων. Τα εν λόγω ποσοτικά στοιχεία εξασφαλίζουν την ικανότητα παροχής των απαιτούμενων υπηρεσιών σε σχέση με το μέγεθος και την πολυπλοκότητα της ζημιάς. Εν γένει, επαρκώς στελεχωμένα γραφεία με πλήρη κατά το δυνατόν κάλυψη ειδικοτήτων, μπορούν να παράσχουν το απαιτούμενο επίπεδο υπηρεσιών σε περισσότερες κατηγορίες ζημιών.
  • Ιστορικό – αποτελεσματικότητα. Πρόκειται για ποσοτικό και ποιοτικό κριτήριο, το οποίο ελέγχεται καθημερινά με τον έλεγχο των υποθέσεων, το επίπεδο παρεχόμενης ενημέρωσης, την ανταπόκριση του συνεργάτη στο εκάστοτε επίπεδο απαιτουμένων υπηρεσιών και τις ειδικές συνθήκες των υποθέσεων και, τέλος, με το επίπεδο και την αρτιότητα των εκθέσεων. Σε ποσοτικό επίπεδο, η αποτελεσματικότητα ελέγχεται βάσει του ποσοστού ολοκλήρωσης των φακέλων, την ακρίβεια των προβλέψεων, τα προβλήματα (ή την έλλειψη αυτών κατά τον διακανονισμό) και τις αποφάσεις των δικαστικών υποθέσεων.
  • Αναγνώριση. Ιδιαίτερης σημασίας παράμετρο αποτελεί η σχέση του εκάστοτε πραγματογνώμονα/γραφείου πραγματογνωμόνων με την ασφαλιστική αγορά (λοιπές συνασφαλιστικές εταιρείες, αντασφαλιστές, κ.λπ.), η οποία μπορεί, ιδίως σε σημαντικές υποθέσεις, να διευκολύνει την ομαλή εξέλιξη των υποθέσεων και την αναγκαία επικοινωνία, προωθώντας παράλληλα την ταχύτερη και κοινά αποδεκτή ολοκλήρωση φακέλου.
  • Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελούν πραγματογνώμονες/γραφεία πραγματογνωμόνων, που παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες πέραν των ασφαλιστικών εταιρειών και σε ιδιώτες εναντίον Ασφαλιστικών Εταιρειών, καθότι δημιουργείται έτσι θέμα ηθικής τάξης και σύγκρουσης συμφερόντων.

Ολοκληρώνοντας τη συζήτησή μας, θα θέλαμε, κύριε Στρατή, να μας πείτε ποια στοιχεία χαρακτηρίζουν και διαφοροποιούν το Γραφείο «ΠΑΣΚΑΛ & ΣΤΡΑΤΗΣ ΑΕ», σε σχέση με τα άλλα Γραφεία της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς;
Π.Στρ.: Απαντώντας στην ερώτησή σας, θα ήθελα να αναφέρω ορισμένα στοιχεία που αφορούν στο γραφείο στο οποίο είμαι μέτοχος, χωρίς παράλληλα να αναφερθώ στα στοιχεία που το διαφοροποιούν, αναγκαζόμενος έτσι να κρίνω τα λοιπά γραφεία της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς.

Οι κρίσεις και συγκρίσεις αυτές μπορούν να γίνουν και γίνονται καθημερινά από τις Ασφαλιστικές Εταιρείες και αυτό αποτελεί ή θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για τη βελτίωση λειτουργίας των.

Στο γραφείο μας απασχολούνται 21 συνεργάτες πραγματογνώμονες, με επόπτες τους τρεις μετόχους του γραφείου, Παναγιώτη Στρατή, Νικόλαο Κατίκο, Γιάννη Γαλάνη, και υποστηρικτική γραμματεία 10 υπαλλήλων, ως επί το πλείστον ανωτάτης εκπαίδευσης.

Η στελέχωση του γραφείου μας με τους 21 συνεργάτες πραγματογνώμονες με επαγγελματικές ειδικότητες που καλύπτουν απόλυτα όλες τις περιπτώσεις ασφαλιστικών κινδύνων έγινε συνειδητά από μας, ώστε:

  • Ως επαγγελματικές ειδικότητες να καλύπτουν επιστημονικά όλες τις ανάγκες που προκύπτουν και αφορούν στη διερεύνηση αιτιών και εκτίμηση των ζημιών πάσης φύσεως  ασφαλιστικών καλύψεων (εκτός αυτοκινήτων).
  • Ως αριθμός ατόμων να καλύπτουν τις ανάγκες των ασφαλιστικών εταιρειών σε όλες τις περιοχές της Ελλάδος, χωρίς καμία άρνηση, ακόμη και για μεταβάσεις σε δυσπρόσιτες περιοχές που η αμοιβή δεν καλύπτει ούτε κατ’ ελάχιστο το κόστος του γραφείου μας.
  • Επίσης ως αριθμός ατόμων να καλύπτουν τις ανάγκες των ασφαλιστικών εταιρειών σε περιπτώσεις (εάν και όταν προκύψουν) επέλευσης καταστροφικών κινδύνων.

Από 1ης Οκτωβρίου 2010, το γραφείο μας αποτελεί τον αποκλειστικό συνεργάτη του ισχυρότατου και εγκυρότατου Διεθνούς Ομίλου Πραγματογνωμόνων CUNNINGHAM LINDSEY INTERNATIONAL (CLI) για την Ελλάδα, Αλβανία, FYROM και Μαυροβούνιο.

Η CLI μας παρέχει ένα πολύ μεγάλο εύρος δυνατοτήτων λήψεως υπηρεσιών στον τομέα έρευνας, εκτίμησης, διαχείρισης και διακανονισμού ζημιών, αλλά και στον τομέα διαχείρισης κινδύνων. Το γραφείο μας επεδίωξε και σύναψε τη συμφωνία αυτή, διότι θέλαμε μέσω συσσωρευμένης τεχνογνωσίας και του δικτύου παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών της CLI να ενισχύσουμε τις προσπάθειές μας για την παροχή ποιοτικότερων υπηρεσιών.

Ήδη, τα τελευταία πέντε χρόνια, πραγματογνώμονες του γραφείου μας συμμετείχαν σε αρκετά σεμινάρια της CLI που οργανώθηκαν στο εξωτερικό και εντάσσονται σε SPG (Specialist Practice Groups) του Ομίλου, ώστε να ενημερώνονται διαρκώς για όλες τις νέες εξελίξεις του επαγγέλματός μας.

Πρόσθετα, σημειώνω ότι το γραφείο μας διαθέτει πλήρη αλλά και εξειδικευμένη μηχανογραφική οργάνωση, η οποία υποστηρίζει εσωτερικά τη λειτουργία του γραφείου αλλά και την ηλεκτρονική επικοινωνία με τις συνεργαζόμενες Ασφαλιστικές Εταιρείες, με πρωτοποριακές εφαρμογές, οι οποίες περιορίζουν τον όγκο των εγγράφων, μειώνουν την πρόσθετη απασχόληση του προσωπικού των Ασφαλιστικών Εταιρειών και διευκολύνουν με πληρότητα και ταχύτητα τα αντίστοιχα τμήματα ζημιών τους.      


 

Δημιουργία σώματος ανεξάρτητων εξειδικευμένων πραγματογνωμόνων

Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Τρύφων Αλεξιάδης, εξήγγειλε τη δημιουργία σώματος ανεξάρτητων εξειδικευμένων πραγματογνωμόνων. Ποια είναι η δική σας γνώμη για την πρόθεση αυτή του κ. Υπουργού;
Π.Στρ.: Από ό,τι γνωρίζω η εξαγγελία αυτή έγινε από τον κ. Υπουργό με ομιλία του στην Ετήσια Γενική Συνέλευση της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας και εντάσσεται, όπως ανέφερε, «στην πολιτική της κυβέρνησης για τον εκσυγχρονισμό της ιδιωτικής ασφάλισης».

Η αναφορά του κ. Υπουργού αφορά στη «δημιουργία σώματος ανεξάρτητων εξειδικευμένων πραγματογνωμόνων, προκειμένου να στηρίζουν με το έργο τους τόσο τους επαγγελματίες πραγματογνώμονες (που είναι συνεργάτες των εταιρειών), όσο και την ορθή επίλυση των προβλημάτων αποζημίωσης». Κατά την άποψή μου οποιαδήποτε εξαγγελία θεσμικού παράγοντα που έχει ως βασική πρόθεση την ορθή επίλυση των προβλημάτων ασφαλιστικής αποζημίωσης, δεν μπορεί παρά να είναι κατ’ αρχάς καλοδεχούμενη.

Όμως, η εξαγγελία αυτή είναι επιγραμματική και πέραν των προθέσεων που εξυπηρετεί κατά τον κ. Υπουργό η δημιουργία του σώματος ανεξαρτήτων εξειδικευμένων πραγματογνωμόνων, που είναι η ταχεία και δίκαιη αντιμετώπιση των διαφορών ασφαλισμένων με τις ασφαλιστικές εταιρείες και η ορθή επίλυση των προβλημάτων αποζημίωσης, δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες και προκύπτει πλήθος ερωτημάτων που θα πρέπει να απαντηθούν.

Σε κάθε περίπτωση, πρέπει το όλο σχέδιο δημιουργίας του νέου σώματος να τεθεί για διαβούλευση, κατά την οποία όλοι οι εμπλεκόμενοι (άμεσα ή έμμεσα) φορείς είναι αναγκαίο να εκφέρουν τις απόψεις τους (Ασφαλιστικές Εταιρείες, Μεσίτες Ασφαλειών, Επιμελητήρια, Δικηγορικός Σύλλογος, Πραγματογνώμονες, κ.λπ.).

Απλά αναφέρω ότι δεν θα είναι θετικό για την ασφαλιστική αγορά το νέο σώμα ανεξάρτητων εξειδικευμένων πραγματογνωμόνων, χωρίς αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας, που να διασφαλίζει την όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη αντιμετώπιση των ζημιών, χωρίς παράλληλα να επιτρέπει και να υποστηρίζει την εκ μέρους των ασφαλισμένων υποβολή εξωπραγματικών απαιτήσεων.