Του Πάνου Κακούρη
Από τις αρχές του 2010, η ελληνική οικονομία θα μπει σε βαθύτερη επιτήρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία και θα ελέγχει ανά τρίμηνο την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών αλλά και την πορεία μείωσης
του ελλείμματος.
Στο 12,5% το έλλειμμα
Οι κοινοτικοί έχουν χάσει πλέον κάθε ίχνος εμπιστοσύνης απέναντι στην Ελλάδα, καθώς διαπιστώνουν ότι τους κοροϊδέψαμε τουλάχιστον δύο φορές, το 2004 και τώρα, το 2009.
Με έκπληξη πληροφορήθηκαν από τη νέα ελληνική κυβέρνηση ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού του 2009 δεν θα είναι 6% του
ΑΕΠ, όπως ενημέρωσε η προηγούμενη Κυβέρνηση την κοινοτική στατιστική υπηρεσία Eurostat, αλλά 12,5% του ΑΕΠ, δηλαδή υπερδιπλάσιο.
Παράλληλα, αναθεωρήθηκε προς το δυσμενέστερο και το έλλειμμα του προϋπολογισμού 2008, μετά την προσθήκη στις δαπάνες και των χρεών των νοσοκομείων, τη συρρίκνωση της “άσπρης τρύπας” και την αναθεώρηση του κονδυλίου των “εθνικολογιστικών προσαρμογών”.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών κ. Γιώργο Παπακωνσταντίνου, το έλλειμμα του προϋπολογισμού του 2008 διαμορφώθηκε τελικά στο 7,7% του ΑΕΠ, από 5,7%, που είχε εκτιμήσει η Κυβέρνηση της Ν.Δ. Η ίδια ιστορία είχε γίνει το 2004, από την τότε νέα κυβέρνηση της Ν.Δ., και επαναλαμβάνεται και τώρα.
Όπως και τότε έτσι και τώρα, το υψηλό έλλειμμα μεταφράζεται σε μέτρα για τη μείωσή του, που θα είναι επώδυνα τόσο στο σκέλος των εσόδων όσο και των δαπανών.
Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης αναμένεται να προσδιοριστεί με τον προϋπολογισμό που θα κατατεθεί στη Βουλή περί τις 20 Νοεμβρίου, ενώ η φορολογική πολιτική θα αποκωδικοποιηθεί με το φορολογικό νομοσχέδιο, που θα κατατεθεί στη βουλή στο πρώτο τρίμηνο του 2010. Θα προβλέπει επιβαρύνσεις στα εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ, μείωση των φοροαπαλλαγών και κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης των εισοδημάτων.
Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις θα αποδώσουν το 2010, ενώ μέχρι τότε, στο τελευταίο δίμηνο του 2009, η Κυβέρνηση εφαρμόζει τους νόμους και τα μέτρα που έχει λάβει η προηγούμενη Κυβέρνηση, «αναγκαστικά λόγω των υψηλών ελλειμμάτων» εξηγεί ο κ. Παπακωνσταντίνου. Όπως αναφέρει, τα δημόσια έσοδα φέτος θα είναι λιγότερα κατά 10 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με τους στόχους, ενώ κατά 5 δισ. ευρώ, πάνω από τους στόχους, είναι αυξημένες οι δαπάνες. Συνολικά, δηλαδή, το έλλειμμα είναι αυξημένο εκ του λόγου αυτού κατά 6 μονάδες του ΑΕΠ και διαμορφώνεται στο 12,5% για φέτος.
Πώς θα πάμε στο 3% του ΑΕΠ
Μπορεί το έλλειμμα του 12,5% του ΑΕΠ να είναι έργο ή να χρεώνεται στην Κυβέρνηση της Ν.Δ., εντούτοις το έργο της μείωσής του σε εύλογο χρονικό διάστημα κάτω από το 3% του ΑΕΠ το αναλαμβάνει η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Θα ζητήσει, για το λόγο αυτό, παράταση τριών ή τεσσάρων ετών και λόγω των συνθηκών (υψηλό έλλειμμα, αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης) θα τη λάβει.
Η απόφαση θα ληφθεί στις αρχές του 2010 και αφού το υπουργείο Οικονομικών υποβάλει το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, στο οποίο θα περιγράφονται τα βήματα και οι πολιτικές για τη μείωση του ελλείμματος.
Με βάση τα ποσοστά του ελλείμματος, το 12,5% του ΑΕΠ αντιστοιχεί σε 31 δισ. ευρώ. Η μείωσή του στο 3% του ΑΕΠ αντιστοιχεί σε 7,5 δισ. ευρώ και αυτό σημαίνει ότι σε μια τριετία το έλλειμμα θα πρέπει να μειωθεί κατά 23,5 δισ. ευρώ, ποσό εφιαλτικό.
Η γιγαντιαία αυτή προσαρμογή θα επιχειρηθεί με μείωση των δαπανών και αύξηση των εσόδων. Η Κυβέρνηση κρατάει ακόμα κλειστά τα χαρτιά της για τις λεπτομέρειες των μέτρων, αλλά λύσεις και ιδέες δίνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιώργος Προβόπουλος.
Με την ενδιάμεση έκθεση για τη νομισματική πολιτική ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιώργος Προβόπουλος, αφού καταγράφει τον εκτροχιασμό των δημοσιονομικών μεγεθών του ελλείμματος και του δημοσίου χρέους, συστήνει τη λήψη άμεσων μέτρων, τα οποία θα πείσουν και τις αγορές για την αποφασιστικότητα της χώρας, να τα αντιμετωπίσει. Πρωταρχικής σημασίας για τη διόρθωση των δημοσιονομικών μεγεθών θεωρεί την πάταξη της φοροδιαφυγής και την περιστολή των δαπανών με συγκεκριμένο σχέδιο. Η αποτελεσματική πάταξη της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα και η μείωση της σπατάλης θα σήμαινε ετήσιο όφελος για τον Κρατικό Προϋπολογισμό ύψους 3 έως 5 δισ. ευρώ ή 1,2% έως 2,2% του ΑΕΠ ετησίως, αναφέρεται στην έκθεση.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στις κρατικές δαπάνες, προτείνει την πλήρη αναδιάρθρωση των δημόσιων δαπανών, με στόχο να παταχθεί η σπατάλη. Με βάση παλαιότερη μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για την Ελλάδα, η ίδια ποσότητα και ποιότητα δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών η οποία παρέχεται σήμερα θα μπορούσε να εξασφαλιστεί με κρατικές δαπάνες μικρότερες σχεδόν κατά 30%. Με βάση την παραδοχή ότι το ποσοστό αυτό εξακολουθεί να ισχύει, η εν λόγω εξοικονόμηση θα αντιστοιχούσε σήμερα σε ποσό ύψους 18 δισ. ευρώ.
Παρατηρεί επίσης ότι η “ποιότητα” των δημόσιων οικονομικών στην Ελλάδα είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς κατατάσσεται στην τελευταία θέση (27η) όσον αφορά την εν γένει σύνθεση των δαπανών της, στην 24η θέση όσον αφορά τις δαπάνες για έρευνα και τεχνολογία (R & D) και στην 21η θέση όσον αφορά τις δαπάνες για εκπαίδευση.
Για την εξοικονόμηση δαπανών σε μόνιμη βάση, ο κ. Προβόπουλος προτείνει μεταξύ των άλλων μέτρα, όπως είναι:
– Η κατάρτιση πολυετών προϋπολογισμών.
– Η καθιέρωση συστήματος αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των δαπανών κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού (π.χ. προϋπολογισμός μηδενικής βάσης).
– Η έγκαιρη κατάρτιση και κατάθεση στη Βουλή του προϋπολογισμού, συνοδευόμενου από λεπτομερείς κατά “κωδικό” πληροφορίες, η δόμηση του προϋπολογισμού κατά έργο και η κατάρτιση και τομεακών προϋπολογισμών, ώστε να καλύπτονται όλα τα επιμέρους υποσύνολα της γενικής κυβέρνησης (ασφαλιστικοί οργανισμοί, ΟΤΑ, δημόσια νοσοκομεία, πανεπιστήμια, κ.λπ.).
– Η κατάρτιση ενός «εσωτερικού συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης» μεταξύ κεντρικής κυβέρνησης και τοπικής αυτοδιοίκησης και παράλληλα να δημιουργηθούν αποτελεσματικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί, προκειμένου να ελεγχθούν οι δαπάνες των ΟΤΑ.
Ανθεί η φοροδιαφυγή
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο κ. Προβόπουλος στη φοροδιαφυγή και στην τεράστια έκταση που έχει προσλάβει, τονίζοντας ότι «στην Ελλάδα υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για την ύπαρξη εκτεταμένης φοροδιαφυγής».
Προσθέτει, δε, ότι πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας του φορολογικού συστήματος και αύξησης των φορολογικών εσόδων μέσω βελτίωσης του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, ώστε να περιοριστεί η φοροδιαφυγή, και κατάργησης αδικαιολόγητων φοροαπαλλαγών και άλλων ειδικών ρυθμίσεων προκειμένου να διευρυνθεί η φορολογική βάση.
Αναφέρει παράλληλα ότι «η φοροδιαφυγή σημείωσε μεγάλη έξαρση τους τελευταίους δέκα περίπου μήνες, παρά τα μέτρα που είχαν θεσπιστεί για τον περιορισμό της τον Αύγουστο του 2007 και στις αρχές του 2008. Η εξέλιξη αυτή μόνο εν μέρει οφείλεται στη δυσμενή οικονομική συγκυρία».
Οι συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα τα τελευταία 60 περίπου χρόνια είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές για την ανάπτυξη της φοροδιαφυγής και εξηγεί ότι η πιθανότητα σύλληψης της φοροδιαφυγής είναι εξαιρετικά μικρή και τα τελευταία 30 χρόνια βαίνει μειούμενη. Η συνεχής προσφυγή σε μέτρα όπως “η περαίωση των φορολογικών υποθέσεων με ευνοϊκούς όρους για τους φορολογούμενους” ή “η είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο με ευνοϊκούς όρους για τους φορολογούμενους” μειώνει δραματικά ή μηδενίζει τις νομοθετημένες χρηματικές ποινές, δημιουργεί προσδοκίες στους φορολογικά μη ενήμερους πολίτες για ακόμη ευνοϊκότερες ρυθμίσεις στο μέλλον και δίνει την εντύπωση στις φορολογικές αρχές ότι ματαίως αναζητούν τους φοροφυγάδες.
Ακόμα, οι αδικίες του φορολογικού συστήματος μεγεθύνονται όταν επιβάλλονται έκτακτες φορολογικές επιβαρύνσεις (π.χ. έκτακτη εισφορά) με βάση το δηλούμενο εισόδημα ή όταν ανακοινώνονται αμνηστίες.
Ο περιορισμός της φοροδιαφυγής μπορεί να γίνει με την απαραίτητη αναδιοργάνωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, τη μηχανοργάνωση, την απλοποίηση των φορολογικών διατάξεων και την ουσιαστική βελτίωση των τεκμηρίων, σε συνδυασμό με ακόμη αυστηρότερες ποινές για τη φοροδιαφυγή, καθώς και από την αποτελεσματική αντιμετώπιση της διαφθοράς.
Ασφαλιστικό
Σε ό,τι αφορά στο ασφαλιστικό, ο κ. Προβόπουλος εισηγείται τολμηρά βήματα για την επίλυση του ασφαλιστικού προβλήματος της Ελλάδας, τονίζοντας ότι οι μελλοντικές υποχρεώσεις της Ελλάδος από τη γήρανση του πληθυσμού θα αυξηθούν κατά 15,9 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ από το 2007 έως το 2060, όταν για τις 25 χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συμμετείχαν στη σχετική μελέτη η μέση επιπλέον επιβάρυνση είναι 4,7 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.
Σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ελλάδα έχει μάλλον καθυστερήσει μια ολοκληρωμένη και μακρόπνοη ασφαλιστική μεταρρύθμιση, ενώ ο τελευταίος ασφαλιστικός νόμος (Ν.3655/2008) αφορούσε κυρίως την αντιμετώπιση του προβλήματος του κατακερματισμού του συστήματος συντάξεων, μέσω της ενοποίησης μεγάλου αριθμού ασφαλιστικών ταμείων, και αποτέλεσε ένα θετικό βήμα στην κατεύθυνση της αναμόρφωσης του συστήματος, αν και παραμένουν πολλά προβλήματα προς επίλυση, ακόμη και στον οργανωτικό τομέα.
Εκκρεμεί, όμως, το θέμα του επανακαθορισμού των ομάδων εργαζομένων που θα εμπίπτουν στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, καθώς και του καθορισμού των ορίων ηλικίας γι’ αυτές τις ομάδες. Η πρόωρη συνταξιοδότηση μείωνε σε κάποιο βαθμό την ήδη χαμηλή ανταποδοτικότητα του συστήματος και στερούσε εισφορές από τα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ παράλληλα τα επιβάρυνε με την καταβολή των συντάξεων στους πρόωρα συνταξιοδοτούμενους.
Σημειώνει ότι ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα έχει το ότι η ενίσχυση της ανταποδοτικότητας αποθαρρύνει και περιορίζει την εισφοροδιαφυγή, η οποία φαίνεται ότι έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις (όπως και η φοροδιαφυγή). Σε ένα ανταποδοτικό σύστημα οι ασφαλισμένοι έχουν ισχυρά κίνητρα να φροντίζουν για την καταβολή των εισφορών, τόσο του εργαζομένου όσο και του εργοδότη. Ακόμα προτείνει, για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών επιπτώσεων από τη γήρανση του πληθυσμού, τη δημιουργία αποθεματικού από τώρα έως το 2030 περίπου, το οποίο θα καλύπτει ένα τμήμα των μελλοντικών υποχρεώσεων του ασφαλιστικού συστήματος.



