Ομαδικά Ασφαλιστήρια Συμβόλαια

Τι γνωμοδότησε το Νομικό Συμβούλιο του κράτους σχετικά με τη φορολόγησή τους

Γνωμοδότηση 25/2011 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Ερώτημα: Υπ’ αριθμ. 1019967/10291/Β0012/27-2-2006/Δνση 
Φορολογίας Εισοδήματος Υπουργείου Οικονομικών.

Περίληψη ερωτήματος: 
Ερωτάται αν η εφάπαξ παροχή, που εισέπραξαν υπάλληλοι της «Ο.Ε.Ο.Α. Αθήνα 2004», βάσει ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου της εργοδότριας εταιρείας 
με συγκεκριμένη ασφαλιστική εταιρεία υπόκειται σε φόρο και, 
σε καταφατική περίπτωση, δυνάμει ποίων διατάξεων πρέπει να επιβληθεί αυτός.

Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Το υποβληθέν ερώτημα διαλαμβάνει, κατά το ουσιώδες μέρος του, τα ακόλουθα: «Μεταξύ της Οργανωτικής Επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004 και συγκεκριμένης ασφαλιστικής εταιρείας έχει συναφθεί το από 26.9.2002 ομαδικό ασφαλιστήριο συνταξιοδοτικής παροχής ασφάλειας ζωής για το προσωπικό της εταιρείας, ως κίνητρο παραμονής του. Δικαιούχοι της παροχής ήταν υπάλληλοι της εταιρείας απασχολούμενοι με σύμβαση εργασίας, οι οποίοι είχαν προσληφθεί έως την 30.9.2003, υπό τον όρο της παραμονής τους στην εταιρεία μέχρι την ολοκλήρωση της τέλεσης των Αγώνων της Αθήνας, έως την 30.9.2004 και υπό τον πρόσθετο όρο της επιτυχούς διοργάνωσης των Αγώνων. Η παροχή για τον κάθε υπάλληλο καταβλήθηκε εφάπαξ και υπολογίστηκε ως ποσοστό επί του συνόλου της μισθοδοσίας του από 01.01.2001 μέχρι την ημερομηνία λήξης της σύμβασης εκάστου, το οποίο ποσοστό εξαρτήθηκε από την ιεραρχική θέση του κάθε υπαλλήλου στην εταιρεία, ανερχόμενο κατά μέσο όρο σε 14,5%. Η ασφαλιστική εταιρεία δεν προέβη σε καμία παρακράτηση για τα ποσά που κατέβαλε στους δικαιούχους.
… Εν όψει των ανωτέρω, δημιουργήθηκε το θέμα, εάν η εφάπαξ συνταξιοδοτική παροχή που χορηγείται σε υπαλλήλους της Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004 βάσει του ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου της εταιρείας με την ως άνω ασφαλιστική εταιρεία, απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος ή, ελλείψει ρητής απαλλακτικής διάταξης, υπόκειται σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. Επίσης, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτ. στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 24 και της παραγρ. 2 του άρθρου 54 του ν. 2238/1994». 
Σημειώνεται ότι, παρά την έλλειψη σχετικής μνείας στο υποβληθέν ερώτημα, εντούτοις από τα στοιχεία που το συνοδεύουν και ειδικότερα από αντίγραφα συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, που είχαν υπογραφεί μεταξύ των εργαζομένων και της πιο πάνω εργοδότριας εταιρείας, προκύπτει ότι στις συμβάσεις αυτές είχε τεθεί όρος, σύμφωνα με τον οποίο η εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να προβεί στην προαναφερόμενη ομαδική ασφάλιση των εργαζομένων, καταβάλλοντας τα σχετικά ασφάλιστρα (επίσης βλ. το από 25/4/2007 έγγραφο της Ο.Ε.Ο.Α. προς το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών). 
Επί του τεθέντος ερωτήματος η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γνωμοδότησε ομοφώνως και ακολούθως:

ΙΙ. ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
1.Με τις διατάξεις των άρθρων 24§1, 26§7 και 54§2 του κ.ν. 2238/94 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος) ορίζονται τα εξής:

«ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΑΠΟ ΚΙΝΗΤΕΣ ΑΞΙΕΣ

Άρθρο 24. Εισόδημα και απόκτησή του 
1. Εισόδημα από κινητές αξίες είναι αυτό που αποκτάται κάθε οικονομικό έτος από κάθε δικαιούχο κινητών αξιών, το οποίο προκύπτει: α… β…. γ… στ. από την υπεραπόδοση επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται με τις διατάξεις του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 22Α) για ασφαλίσεις ζωής.

Άρθρο 26. Χρόνος απόκτησης του εισοδήματος 
Χρόνος απόκτησης του εισοδήματος από κινητές αξίες θεωρείται: (….) 7. Για τα εισοδήματα που αναφέρονται στην περίπτωση στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 24, στην παρ. 5 του άρθρ. 25, καθώς και για τις αμοιβές μελών διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας, που δεν προέρχονται από τη διάθεση των καθαρών κερδών της, ο χρόνος της καταβολής ή πίστωσης αυτών στο όνομα των δικαιούχων.

Άρθρο 54. Παρακράτηση φόρου στο εισόδημα από κινητές αξίες
1… 2. Στα εισοδήματα της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 24 ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), εξαντλουμένης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου για τα εισοδήματα αυτά (ως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 11 του ν. 2579/98, ΦΕΚ 31). 
2. Εξάλλου, με τις διατάξεις των άρθρων 45§1 και 46§1 του ίδιου ως άνω Κώδικα προβλέπονται τα εξής:

«ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΑΠΟ ΜΙΣΘΩΤΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ.

Άρθρο 45. Εισόδημα και απόκτησή του 
1. Εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες είναι το εισόδημα που προκύπτει κάθε ένα οικονομικό έτος από μισθούς, ημερομίσθια, επιχορηγήσεις, επιδόματα, συντάξεις και γενικά από κάθε παροχή που χορηγείται περιοδικά με οποιαδήποτε μορφή είτε σε χρήμα είτε σε είδος ή άλλες αξίες για παρούσα ή προηγούμενη υπηρεσία ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία, το οποίο αποκτάται από μισθωτούς γενικά και συνταξιούχους (…).

Άρθρο 46. Χρόνος απόκτησης του εισοδήματος
1. Χρόνος απόκτησης του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες θεωρείται ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε δικαίωμα είσπραξής του (…)».

3. Τέλος, από τα άρθρα 7, 8, 12 και 13 του ν.δ. 400/1970, ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: 
Άρθρο 7, παρ. 1 (ως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της από τη διάταξη του άρθρου 53 παρ. 1 Ν.3746/2009): 
«Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα την Ελλάδα υποχρεούνται να σχηματίζουν επαρκή τεχνικά αποθέματα για το σύνολο των ασφαλίσεων που συνάπτουν τόσο στην Ελλάδα όσο και στα άλλα κράτη μέλη μέσω υποκαταστημάτων ή με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Για τις ασφαλίσεις που συνάπτουν σε τρίτες χώρες οι ανωτέρω ασφαλιστικές επιχειρήσεις σχηματίζουν τεχνικά αποθέματα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, εφόσον δεν υπόκεινται σε αντίστοιχη υποχρέωση σχηματισμού στην τρίτη χώρα. 
2. Τα τεχνικά αποθέματα είναι τα εξής: 
Α. Τεχνικά αποθέματα ασφαλίσεων κατά ζημιών: α) … β)… γ)… κ.λπ. 
Β. Τεχνικά αποθέματα ασφαλίσεων ζωής: 
α) Απόθεμα μη δεδουλευμένων ασφαλίστρων: (…) β) Απόθεμα κινδύνων σε ισχύ: (…) γ) Απόθεμα εκκρεμών ζημιών: (…) δ) i) Μαθηματικό απόθεμα: Η διαφορά μεταξύ της εκτιμούμενης αναλογιστικώς παρούσας αξίας των μελλοντικών υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης και της εκτιμούμενης αναλογιστικώς παρούσας αξίας των μελλοντικών οφειλομένων ασφαλίστρων κινδύνων. Απαιτείται για τις ασφαλίσεις κλάδων Ι, ΙΙ, IV, VI και ΙΧ της παραγράφου 2 «ασφαλίσεις ζωής» του άρθρου 13 του παρόντος ii) Μαθηματικό απόθεμα για τις ασφαλίσεις κλάδων VII2 και VIII της παραγράφου 2 «ασφαλίσεις ζωής» του άρθρου 13 του παρόντος: Περιλαμβάνει το πιστωτικό υπόλοιπο του λογαριασμού διαχειρίσεως των ομαδικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων και των ομαδικών προγραμμάτων πρόνοιας». 
Σημειώνεται ότι στην περίπτωση VII2 του ως άνω άρθρου 13 περιλαμβάνονται: α) η περίπτωση VII 1 όταν η ασφαλιστική επιχείρηση έχει συμβληθεί με άλλη επιχείρηση ή νομικό πρόσωπο για τη διαχείριση των ομαδικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων του προσωπικού της και β) η περίπτωση VII 2α όταν η ασφαλιστική επιχείρηση εγγυάται επιτόκιο και άλλες παροχές (Ασφαλισμέ-να ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα).

Άρθρο 8 
1. Ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα την Ελλάδα υποχρεούνται σε ασφαλιστική τοποθέτηση που συνίσταται στη διάθεση στην Ελλάδα ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. και του Ε.Ο.Χ. περιουσιακών στοιχείων με σκοπό τη διασφάλιση των συμφερόντων των δικαιούχων οποιασδήποτε παροχής από ασφαλιστική σύμβαση. Τα περιουσιακά στοιχεία που διατίθενται σε ασφαλιστική τοποθέτηση πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το είδος των εργασιών που ασκεί η ασφαλιστική επιχείρηση, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια, η απόδοση και η ρευστότητα των επενδύσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης, η οποία μεριμνά για τη διαφοροποίηση και την επαρκή διασπορά αυτών των επενδύσεων (…). 
2.Η ασφαλιστική τοποθέτηση διακρίνεται σε: α) ασφαλιστική τοποθέτηση ασφαλίσεων αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα, β) ασφαλιστική τοποθέτηση λοιπών ασφαλίσεων κατά ζημιών, γ) ασφαλιστική τοποθέτηση ασφαλίσεων ζωής, δ) ασφαλιστική τοποθέτηση ασφαλίσεων ζωής που συνδέονται με επενδύσεις (κλάδοι ΙΙΙ και V) και ε) ασφαλιστική τοποθέτηση διαχειρίσεως συνταξιοδοτικών κεφαλαίων και προνοίας (κλάδοι VII2 και VIII)». 
Άρθρο 12
2.Οι επιχειρήσεις που ασκούν ασφαλίσεις ζωής μπορούν να συνάπτουν ασφαλιστήρια ζωής, τα οποία προβλέπουν την ανεξάρτητα από την πραγματοποίηση ετησίων κερδών, υποχρεωτική επιστροφή στους δικαιούχους, ανάλογα με το μαθηματικό απόθεμα κάθε ασφαλιστηρίου, ποσοστού από την προς διάθεση απόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, η οποία (απόδοση) πραγματοποιείται πέραν από το εγγυημένο τεχνικό επιτόκιο (…)».

ΙΙΙ. ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
Το ασφάλισμα που καταβάλλεται δυνάμει συμβολαίου ομαδικής ασφάλισης συνιστά έσοδο των δικαιούχων προσώπων, που απαρτίζεται από επί μέρους χρηματικά ποσά, τα οποία, ανάλογα με τη φύση τους, δύνανται να ενταχθούν σε κάποιες από τις κατηγορίες Α΄ έως Ζ΄ του εισοδήματος, που ορίζονται στο άρθρο 4 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.). Συγκεκριμένα, τα εν λόγω επί μέρους ποσά αποτελούνται αφενός μεν από τα καταβληθέντα ασφάλιστρα και αφετέρου από τις αποδόσεις των επενδύσεων, που πραγματοποιεί η ασφαλιστική εταιρεία, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο υπό στοιχ. Β΄. Κατά συνέπεια, η φορολογική μεταχείριση εκάστου κονδυλίου, που απαρτίζει το καταβαλλόμενο ασφάλισμα πρέπει να εξετασθεί χωριστά, ανάλογα με τη φύση του, ως ακολούθως: 

Α. Από τη νομολογία γίνεται παγίως δεκτό ότι, από τις διατάξεις των άρθρων 648, 649 και 653 Α.Κ. και 1 της Διεθνούς Συμβάσεως 95 «περί προστασίας του ημερομισθίου», που κυρώθηκε με το νόμο 3248/1955, συνάγεται ότι ως μισθός στη σύμβαση εργασίας θεωρείται κάθε παροχή, την οποία, σύμφωνα με το νόμο ή τη σύμβαση, καταβάλλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο ως αντάλλαγμα της εργασίας, δηλαδή όχι μόνον η κύρια παροχή (βασικός μισθός) αλλά και κάθε άλλη πρόσθετη παροχή που καταβάλλεται ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας. Έτσι, στην περίπτωση ομαδικής ασφάλισης του προσωπικού μιας επιχείρησης από τον εργοδότη, ο οποίος, συνάπτοντας γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου, αναλαμβάνει να καλύπτει αυτός, ολικά ή μερικά το ασφάλιστρο, η ασφάλιση αυτή, αν αποτελέσει όρο μεταξύ αυτού και των μισθωτών της εργασιακής σύμβασης, έχει χαρακτήρα μισθολογικής παροχής, η οποία συνίσταται στο δικαίωμα προσδοκίας που αποκτά ο εργαζόμενος έως ότου πληρωθούν οι προϋποθέσεις της σύμβασης ασφάλισης για την είσπραξη ενός εφάπαξ ποσού (ad hoc ΑΠ 1895/08, 1934/08, 843/04, 1276/01 κ.λπ.).

Επομένως, καθίσταται σαφές ότι τα ασφάλιστρα που κατέβαλε η εργοδότρια στην ασφαλιστική εταιρεία για λογαριασμό των εργαζομένων, στην έκταση που αποτελούν μέρος του καταβληθέντος ασφαλίσματος, συνιστούν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το άρθρο 45§1 του Κ.Φ.Ε., το οποίο υπόκειται σε φορολόγηση κατά το χρόνο που οι δικαιούχοι της ασφαλιστικής παροχής (ασφαλίσματος) απέκτησαν το δικαίωμα είσπραξης αυτής (άρθρο 46§1 εδ. 1 Κ.Φ.Ε.), δηλαδή κατά το χρόνο επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης, που εν προκειμένω συνίσταται στην επιτυχή ολοκλήρωση των Ολυμπιακών Αγώνων. 
Σημειωτέον ότι η διάταξη του άρθρου 34§2 περίπτ. β΄ του κ.ν. 2961/01, στην οποία ορίζεται ότι θεωρούνται ως δωρεά τα ποσά ή οι συντάξεις που οφείλονται, λόγω θανάτου του ασφαλισθέντος από τον ασφαλιστή σε αυτόν υπέρ του οποίου έγινε η ασφάλιση (βλ. Γνωμ. ΝΣΚ 683/88), προδήλως δεν έχει εφαρμογή και στην υπό κρίση περίπτωση, καθόσον δεν υφίσταται ταύτιση των προϋποθέσεων εφαρμογής της εν λόγω διάταξης προς το διδόμενο ιστορικό του εξεταζόμενου ερωτήματος. 

Β. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2065/92 προστέθηκε στην παράγραφο 1 του άρθρου 25 του ν.δ. 3323/1955 περίπτωση στ΄ (ήδη περίπτ. στ΄ του προαναφερθέντος άρθρου 24 παρ. 1 του κ.ν. 2238/94), σύμφωνα με την οποία το εισόδημα, που αποκτούν οι ασφαλισμένοι κλάδου ζωής από την υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται από τις ασφαλιστικές εταιρείες, με βάση τις διατάξεις του ν.δ. 400/1970 για ασφαλίσεις ζωής, αποτελεί εισόδημα από κινητές αξίες. 

Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.δ. 400/1970, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Ελλάδα υποχρεούνται να σχηματίζουν μαθηματικά αποθέματα για τις ασφαλίσεις Κλάδου Ζωής και Κεφαλαιοποίησης που πραγματοποιούν αυτές. Τα εν λόγω αποθέματα επενδύονται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 8 του πιο πάνω νομοθετικού διατάγματος σε καταθέσεις, έντοκα γραμμάτια ή ομόλογα του Δημοσίου, κ.λπ. Η απόδοση της εν λόγω επένδυσης διαιρείται σε δύο τμήματα, ήτοι στο πρώτο τμήμα που αφορά στο τεχνικό επιτόκιο, για την απόδοση του οποίου η ασφαλιστική εταιρεία εγγυάται ότι θα καταβληθεί οπωσδήποτε και στο δεύτερο τμήμα που αφορά στο ποσό που θα καταβληθεί επιπλέον της απόδοσης που θα προκύψει με βάση το τεχνικό επιτόκιο. Το τμήμα αυτών των κερδών που ενδέχεται να προκύψουν από τις εν λόγω επενδύσεις, δηλαδή της απόδοσης που ενδεχομένως προκύπτει επιπλέον εκείνης που αντιστοιχεί στο εγγυημένο τεχνικό επιτόκιο (υπεραπόδοση), διανέμεται στους ασφαλισμένους ανάλογα με το μαθηματικό απόθεμα κάθε ασφαλιστηρίου συμβολαίου (βλ. άρθρο 12 παρ. 2 ν.δ. 400/70). Το ποσό των διανεμόμενων αυτών κερδών, το οποίο καταβάλλεται στον ασφαλισμένο, αποτελεί εισόδημα από κινητές αξίες, υποκείμενο σε φορολογία ως εισόδημα Γ΄ πηγής, κατά τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 περίπτ. στ΄ του ν. 2238/1994. 

Χρόνος κτήσης του εισοδήματος κατά τη ρητή διάταξη του άρθρ. 26 παρ. 7 του κ.ν. 2238/1994, είναι ο χρόνος καταβολής ή πίστωσης του ασφαλίσματος (εν προκειμένω της αποκαλούμενης «συνταξιοδοτικής παροχής») στο όνομα των δικαιούχων. Μετά την ισχύ της παραγρ. 11 του άρθρου 3 του ν. 2579/98 (που αντικατέστησε την παραγρ. 2 του άρθρου 54 Κ.Φ.Ε.) ενεργείται στο προαναφερόμενο εισόδημα παρακράτηση φόρου από την καταβάλλουσα ασφαλιστική εταιρεία με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και συγκεκριμένα στο εισόδημα που αποκτάται από την 1/1/1998 και μετά, όπως ορίζεται στην περίπτωση β΄ του άρθρου 32 του πιο πάνω νόμου (αντί του 10% που ίσχυε μέχρι τότε), με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου για το εισόδημα αυτό. Σύμφωνα με τη διάταξη άρθρου 54 παρ. 6 περίπτ. β΄ Κ.Φ.Ε., η παρακράτηση ενεργείται κατά την καταβολή ή εγγραφή του σχετικού ποσού σε πίστωση του δικαιούχου. 

Γ. Τέλος, ως προς το ενδεχόμενο της φορολόγησης ή μη της απόδοσης, που προκύπτει από το τεχνικό επιτόκιο της επένδυσης των μαθηματικών αποθεμάτων και συνίσταται στους παραγόμενους τόκους από την επένδυση που πραγματοποίησε η ασφαλιστική εταιρεία (π.χ. καταθέσεις, έντοκα γραμμάτια, κ.λπ.), δεν δύναται να δοθεί απάντηση, αφενός μεν διότι δεν έχει διατυπωθεί σχετικό ερώτημα και αφετέρου διότι δεν παρατίθενται (αν συντρέχουν) τα αναγκαία προς τούτο δεδομένα. 

Δ. Ενόψει των ανωτέρω, η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γνωμοδοτεί, ομόφωνα, ότι η εφάπαξ συνταξιοδοτική παροχή που εισέπραξαν οι υπάλληλοι της «Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004», βάσει ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, αφενός μεν σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 45§1 Κ.Φ.Ε. ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το μέρος αυτής που αντιστοιχεί στα καταβληθέντα ασφάλιστρα και αφετέρου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24§1 περίπτ. στ΄ Κ.Φ.Ε., ως εισόδημα από κινητές αξίες, αν μέρος αυτής αντιστοιχεί στην υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται για τις ασφαλίσεις ζωής, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 400/1970.    [

Α’ Τακτική Ολομέλεια – Συνεδρίαση της 20ής Ιανουαρίου 2011
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Πρόεδρος: Φωκίων Γεωργακόπουλος, Πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Αντιπρόεδροι: Νικόλαος Μαυρίκας, Βασίλειος Σουλιώτης.
Νομικοί Σύμβουλοι: Βλάσιος Βούκαλης, Παναγιώτης Κιούσης, Ανδρέας Φυτράκης, Μιχαήλ Απέσσος, Γεώργιος Λάζος, Αλέξανδρος Καραγιάννης, Ιωάννης Διονυσόπουλος, Χρυσαφούλα Αυγερινού, Αντώνιος Κλαδιάς, Νικόλαος Μουδάτσος, Ανδρέας Γραμματικός, Θεόδωρος Ψυχογιός, Κωνσταντίνος Γεωργάκης, Παναγιώτης Σπανός, Νίκη Μαριόλη, Στυλιανή Χαριτάκη, Δημήτριος Χανής, Ευφροσύνη Μπερνικόλα, Αφροδίτη Κουτούκη, Γεώργιος Ανδρέου. 
Εισηγητής: Θεόδωρος Ψυχογιός, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους.