Νέα μέτρα για το ασφαλιστικό προαναγγέλλουν ΤτΕ και Κομισιόν

Του Πάνου Κακούρη

– Παραδέχεται το πρόβλημα το Υπ. Οικονομίας

– Στοιχεία ΣΟΚ από την ΕΣΥΕ για το δημογραφικό

Άλυτο παραμένει το ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό, καθώς τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και η Τράπεζα της Ελλάδος προτείνουν νέα μέτρα για την αντιμετώπισή του μακροπρόθεσμα, θεωρώντας ότι η τελευταία νομοθετική παρέμβαση της Κυβέρνησης ήταν περιορισμένου εύρους και αναποτελεσματική, ώστε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Τόσο οι κοινοτικοί όσο και η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρούν ότι το ασφαλιστικό θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στα δημοσιονομικά μεγέθη στις επόμενες δεκαετίες, λόγω της υπογεννητικότητας.

Οι ανησυχίες τους ενισχύονται και από την έρευνα της Εθνικής Στατιστικής έπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία ο πληθυσμός της Ελλάδας μετά από μερικές δεκαετίες θα παραμείνει ο ίδιος (περίπου 11.000.000) αλλά θα έχει αυξηθεί ο αριθμός των μεταναστών.
Οι συστάσεις της Κομισιόν περιέχονται στην έκθεσή της για την ελληνική οικονομία, που είναι ιδιαίτερα επικριτική και θα οδηγήσει, στις αρχές Απριλίου, την Ελλάδα σε νέα επιτήρηση, υποχρεώνοντας την Κυβέρνηση να λάβει πρόσθετα μέτρα. Όμως, και το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, στο πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, κάνει λόγο για μελλοντικά προβλήματα στο ασφαλιστικό σύστημα.
Το μήνυμα που εισπράττουν οι ασφαλισμένοι είναι η προετοιμασία για να περιμένουν νέα μέτρα, πιο επώδυνα αυτή τη φορά.

Τράπεζα της Ελλάδος: Νέα μεταρρύθμιση 
Η ΤτΕ εξακολουθεί να θεωρεί υπαρκτό το πρόβλημα του ασφαλιστικού, παρά τον ασφαλιστικό νόμο του 2008, προτείνοντας νέα μεταρρύθμιση και ένα σύστημα που θα στηρίζεται αυστηρά στη βάση της ανταποδοτικότητας.
Ειδικότερα, ο Διοικητής της ΤτΕ, κ. Γιώργος Προβόπουλος, παρουσιάζοντας την ετήσια έκθεσή του για τη Νομισματική πολιτική, σημείωσε ότι οι επιπτώσεις στον προϋπολογισμό από τη γήρανση του πληθυσμού αναμένεται να είναι ιδιαίτερα εκτεταμένες στην περίπτωση της Ελλάδος, τόσο λόγω των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων και προοπτικών όσο και λόγω ορισμένων χαρακτηριστικών του ασφαλιστικού συστήματος.
Τονίζει χαρακτηριστικά ότι οι μελλοντικές (έμμεσες) υποχρεώσεις του ασφαλιστικού συστήματος υπολογίζεται ότι υπερβαίνουν το σημερινό ονομαστικό ΑΕΠ, ενώ αναφέρει ότι «τα μέτρα που ελήφθησαν το 2008 αφορούσαν κυρίως την ενοποίηση των πολυάριθμων ασφαλιστικών ταμείων».
Το πρόβλημα είναι σύνθετο, συμπληρώνει ο κ. Προβόπουλος, δεν συνδέεται άμεσα με την εν εξελίξει κρίση, είναι διαρθρωτικό από τη φύση του και απαιτεί μια σφαιρική, μακροχρόνια προσέγγιση. Για την εισφοροδιαφυγή, ο κ. Προβόπουλος σημειώνει ότι είναι ένα θέμα το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα, με τη βελτίωση του μηχανισμού είσπραξης των εισφορών.
Ωστόσο, προσθέτει ότι το σημαντικότερο πάντως μέτρο για τη μείωση της εισφοροδιαφυγής είναι η αύξηση της ανταποδοτικότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Σύμφωνα με την πρόταση της ΤτΕ, η σχέση που ισχύει σήμερα μεταξύ του συνόλου των εισφορών ενός ασφαλισμένου και της σύνταξης που θα λάβει είναι μάλλον χαλαρή, ιδίως όσον αφορά τις χαμηλότερες συντάξεις. Η στενότερη σύνδεση μεταξύ της “ασφαλιστικής προσπάθειας” του ασφαλισμένου και του ύψους της σύνταξης θα οδηγήσει σε αυτόματο περιορισμό της εισφοροδιαφυγής, ιδίως σε ορισμένους κλάδους και επαγγέλματα. Για κάθε εργαζόμενο θα πρέπει να υπάρχει ένας “λογαριασμός”, για το υπόλοιπο του οποίου θα πρέπει να ενημερώνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. κάθε εξάμηνο) ο ασφαλισμένος. Θα πρέπει να καταστεί σαφές σε κάθε ασφαλισμένο (από την αρχή του εργασιακού του βίου) ότι όσο μεγαλύτερο είναι το υπόλοιπο του λογαριασμού αυτού, τόσο μεγαλύτερη σύνταξη θα λάβει.
Στο πλαίσιο αυτό, εξηγεί η ΤτΕ, το αποκαλούμενο “προνοιακό” τμήμα της σύνταξης θα πρέπει να πάψει να καταβάλλεται από τους ασφαλιστικούς φορείς και να αναληφθεί από τον προϋπολογισμό. Θα πρέπει όμως το “προνοιακό” αυτό τμήμα να μην αποτελεί αντικίνητρο, που να οδηγεί σε μείωση της “ασφαλιστικής προσπάθειας”, όπως συμβαίνει σήμερα με την κατώτατη σύνταξη. Αυτό θα βελτιώσει και τη διαφάνεια του συστήματος και το αίσθημα δικαιοσύνης, περιορίζοντας έτσι περαιτέρω την εισφοροδιαφυγή. Σύμφωνα με την άποψη της ΤτΕ, ο ασφαλισμένος, γνωρίζοντας το ύψος της σύνταξης που θα λάβει, θα αποφεύγει τη «μαύρη εργασία», ώστε να αυξήσει τον «ασφαλιστικό του λογαριασμό». Το συγκεκριμένo σύστημα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το υφιστάμενο, με το οποίο οι νυν εργαζόμενοι πληρώνουν τις συντάξεις των ήδη συνταξιούχων. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η σχέση αυτή διαταράσσεται ήδη, αφού ο αριθμός των συνταξιούχων αυξάνεται ταχύτερα από τον αριθμό των εργαζομένων και η σχέση αυτή θα επιδεινωθεί μεσοπρόθεσμα.

Το Υπουργείο Οικονομίας “υπόσχεται” νέες …παρεμβάσεις
Τα μελλοντικά προβλήματα του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού παραδέχεται και το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, όπου γίνεται αναφορά των προβλημάτων, παραπέμποντας σε μελλοντικές νέες …παρεμβάσεις.
Αναφέρει σχετικά ότι η διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών αποτελεί βασική προτεραιότητα της κυβερνητικής πολιτικής και παραμένει μια πολύ σημαντική πρόκληση. Εκτός από την προϋπάρχουσα υφιστάμενη κατάσταση των δημοσίων οικονομικών, η Ελλάδα αντιμετωπίζει επιπλέον μια πολύ σημαντική αύξηση στο μακροχρόνιο κόστος από τη γήρανση του πληθυσμού (LTC). Οι πιο πρόσφατες έως σήμερα διαθέσιμες προβολές παρουσίαζαν μια αύξηση στις δαπάνες, εξαιτίας της γήρανσης, της τάξης του 1,2% του ΑΕΠ μεταξύ του 2004 και του 2050. Ωστόσο, η προβλεπόμενη αύξηση του κόστους αυτού έχει υποεκτιμηθεί σε μεγάλο βαθμό, καθώς δεν συμπεριλαμβάνει στοιχεία για τις δαπάνες συντάξεων. Το φθινόπωρο του 2008, κατατέθηκαν οι εθνικές προβολές για τις συντάξεις στην Ομάδα Εργασίας για τη Γήρανση της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής σε προετοιμασία των κοινών προβολών για το 2009. Οι προβολές αυτές, οι οποίες βρίσκονται σήμερα υπό εξέταση από τη συγκεκριμένη ομάδα εργασίας, παρουσιάζουν μια πολύ σημαντική αύξηση στις συνταξιοδοτικές δαπάνες από 11,7% του ΑΕΠ το 2007 σε 24,1% το 2060.
Προσθέτει, επίσης, ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, ακολουθώντας μια στρατηγική βασισμένη σε τρεις πυλώνες: συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής και μείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ. συγκράτηση των δαπανών υψηλού κινδύνου, κυρίως μέσω μιας ουσιαστικής μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. ενίσχυση της απασχόλησης και επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας με την υλοποίηση ενός κατάλληλου μίγματος πολιτικής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, σύμφωνα με τους στόχους της Στρατηγικής της Λισσαβόνας.

ΕΣΥΕ: γερνάμε!
Δραματική μείωση του ελληνικού πληθυσμού της χώρας στις επόμενες δεκαετίες δείχνουν τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής έπηρεσίας, καθώς οι γεννήσεις κάθε χρόνο μειώνονται, ενώ αυξάνεται η μετανάστευση.
Το εντυπωσιακότερο στοιχείο που προκύπτει από την έρευνα της ΕΣΥΕ σχετίζεται με τα αίτια της αύξησης του πληθυσμού που παρατηρήθηκε το 2007. Στην αρχή του 2007 ο πληθυσμός της Ελλάδος εκτιμάται ότι ανερχόταν σε 11.171.740 άτομα και ο ρυθμός ετήσιας αύξησης ήταν 3,8 επί πληθυσμού 1.000 κατοίκων. Η αύξηση αυτή προήλθε κατά 0,2 από τη φυσική αύξηση του πληθυσμού (διαφορά γεννήσεων – θανάτων), ενώ κατά 3,6 αυξήθηκε ο πληθυσμός λόγω της καθαρής μετανάστευσης. Δηλαδή, οι μετανάστες που έρχονται στη χώρα είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις στην Ελλάδα.  
Παρατηρείται, δηλαδή, ότι η όποια αύξηση του πληθυσμού οφείλεται κυρίως στην εισροή μεταναστών, ενώ μακροχρόνια, καθώς οι προβολές της ΕΣΥΕ δείχνουν στασιμότητα ή μείωση του συνολικού πληθυσμού της χώρας, το ελληνικό στοιχείο θα συρρικνώνεται και ο αριθμός των μεταναστών θα είναι αυξημένος.
Εξάλλου, διαχρονικά η έρευνα της ΕΣΥΕ δείχνει ότι η αναλογία των παιδιών ηλικίας 0 – 14 ετών μειώθηκε από 17,4%, που ήταν το 1995, σε 14,3% το 2007, ενώ η αναλογία της ομάδας των ατόμων με ηλικία 65 ετών και άνω αυξήθηκε από 15,1%, που ήταν το 1995, σε 18,6% το 2007.

 Η αναλογία του οικονομικά ενεργού πληθυσμού ηλικίας 15 – 64 ετών μειώθηκε από 67,5%, που ήταν το 1995, σε 67,1% το 2007. Σε απόλυτους αριθμούς, η ηλικιακή ομάδα των παιδιών 0 – 14 ετών εμφανίζει το 2007 μείωση κατά 13,5%, σε σχέση με το 1995, ενώ ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός ηλικίας 15 – 64 ετών εμφανίζει αύξηση κατά 4,6% και ο γεροντικός πληθυσμός ηλικίας 65 ετών και άνω αυξάνεται κατά 29,5%, την αντίστοιχη χρονική περίοδο.
H προσδοκώμενη ζωή κατά τη γέννηση αυξήθηκε από 75,0 έτη το 1995 σε 77,0 το 2007 για τους άρρενες και από 80,2 σε 82,0 έτη, αντίστοιχα, για τις θήλεις, μειώνοντας τη διαφορά των δύο φύλων από 5,2 σε 5,0 έτη.
Όσον αφορά στις αιτίες θανάτου, κατά τη χρονική περίοδο 1995 – 2007 την πρώτη θέση κατέχουν τα καρδιακά νοσήματα και ακολουθούν, κατά σειρά, τα νεοπλάσματα, οι νόσοι των αγγείων του εγκεφάλου, οι νόσοι του αναπνευστικού συστήματος και οι θάνατοι από ατυχήματα.
Σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες πληθυσμιακές προβολές, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδος θα ανέρχεται σε 11.500.000 περίπου άτομα το 2050 (από 11.171.740 άτομα το 2007), αλλά:
Η αναλογία των παιδιών ηλικίας 0 – 14 ετών προβλέπεται να μειωθεί από 15,3% το 2000 σε 13,0% το 2050,
Η αναλογία της ομάδας ηλικιών 65 ετών και άνω προβλέπεται να αυξηθεί από 16,6% το 2000 σε 32,1% το 2050. Τέλος, το ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού ηλικίας 15 – 64 ετών προβλέπεται να μειωθεί κατά 13,2 ποσοστιαίες μονάδες και από 68,1% το 2000 θα γίνει 54,9% το 2050