Οι ανακλήσεις που “πλήγωσαν” τη συνεταιριστική ιδέα

της Δήμητρας Καζάντζα

Η προσφορά του συνεταιριστικού κινήματος στη χώρα μας είναι και σπουδαία και αδιαμφισβήτητη, αν και σε αρκετές περιπτώσεις κακοποιήθηκε κατά τα τελευταία χρόνια. 
H ιδέα του συνεταιρίζεσθαι, της αλληλοϋποστήριξης και της αλληλεγγύης αναδεικνύεται ακόμα πιο σημαντική και χρήσιμη σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε, και αυτό έχει αποδειχτεί και ιστορικά. Η απόφαση, λοιπόν, του ΟΗΕ να ανακηρύξει το 2012 ως Παγκόσμιο Έτος Συνεταιρισμού, θέλοντας να αναδείξει έτσι τη συνεισφορά του συνεταιριστικού κινήματος στην κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη, είναι πέρα από συμβολική και εξόχως ουσιαστική.

Στην Ελλάδα, δυστυχώς, ο εορτασμός αυτός σημαδεύτηκε από την ανάκληση των αδειών λειτουργίας 3 συνεταιριστικών τραπεζών (Αχαϊκής, Λαμίας και Λέσβου-Λήμνου). 
Η Τράπεζα της Ελλάδος έκρινε αναγκαία την υπαγωγή τους στα μέτρα εξυγίανσης που προβλέπει ο ν. 3601/2007, όπως τροποποιήθηκε από το νόμο 4021/2011, αφού, όπως επισημαίνει σε ανακοίνωση της 19ης Μαρτίου, «παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές της για την αντιμετώπιση των αδυναμιών των εν λόγω τραπεζών, δεν κατέστη δυνατή η λήψη μέτρων που θα αποκαθιστούσαν τη βιωσιμότητά τους. Οι άδειες των τριών συνεταιριστικών τραπεζών ανακλήθηκαν και οι τράπεζες αυτές τίθενται σε ειδική εκκαθάριση. Εκκαθαριστές ορίστηκαν οι κ.κ. Ιωάννης Γιαννίκος, Δημήτριος Πετράκογλου και Μιχαήλ Ανδριώτης, αντίστοιχα».
Άμεσα διενεργήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία για την εύρεση αναδόχου των καταθέσεων και αυτές μεταφέρθηκαν στις 23/3 στην Εθνική Τράπεζα, η οποία πλειοδότησε, περιορίζοντας ως ένα βαθμό τις δυσάρεστες επιπτώσεις.

Προσφορά χρόνων…
Και οι τρεις συνεταιριστικές τράπεζες είχαν μεγάλη προσφορά στις τοπικές κοινωνίες στις οποίες δραστηριοποιούνταν, αφενός, δίνοντας πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα σε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και νοικοκυριά και, αφετέρου, συμμετέχοντας σε σειρά αναπτυξιακών έργων της περιοχής τους. Τα μέλη τους προέρχονταν από όλο το φάσμα της τοπικής δραστηριότητας, εμπόρους, βιοτέχνες, αγρότες, απασχολούμενους στον κλάδο του τουρισμού, των μεταφορών, κ.α. 
Η Συνεταιριστική Τράπεζα Λαμίας, με 112 χρόνια παρουσίας, ξεκίνησε ως Πιστωτικός Συνεταιρισμός το 1900, όταν 582 Λαμιώτες, εκπρόσωποι 99 επαγγελμάτων, δημιούργησαν ένα Σωματείο με την επωνυμία «Σύλλογος των Τεχνοεργατών εν Λαμία». Ήταν η παλιότερη συνεταιριστική τράπεζα της χώρας, με περισσότερα από 12.000 μέλη, 45 εργαζομένους και 6 καταστήματα. 
Η Συνεταιριστική Τράπεζα Λέσβου – Λήμνου ιδρύθηκε το 1995 με μορφή Αστικού Πιστωτικού Συνεταιρισμού του Ν.1667/86 και σύμφωνα με το Ν.2076/92 μετεξελίχθηκε σε Τραπεζικό  Ίδρυμα τον Απρίλιο του 1999. Αριθμούσε περισσότερα από 6.000 μέλη, απασχολούσε  37 στελέχη και υπαλλήλους και εξυπηρετούσε τα νησιά Λέσβου, Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου, με 3 καταστήματα, 8 θυρίδες και 6 ΑΤΜ.
Η Αχαϊκή Συνεταιριστική Τράπεζα, η μεγαλύτερη εκ των τριών, ιδρύθηκε στην Πάτρα το 1993. Λειτούργησε ως Πιστωτικό  Ίδρυμα το 1994, αριθμούσε πλέον των 15.000 μελών, το δίκτυο των καταστημάτων της ανερχόταν σε 12 και απασχολούσε 103 άτομα προσωπικό. Είχε συμμετοχές στις δύο προηγούμενες τράπεζες σε ποσοστό άνω του 10%, όπως διαβάζουμε στο annual report της του 2010. 

…αλλά και προβλήματα
Παρόλα αυτά, η λειτουργία τους όλα αυτά τα χρόνια δεν ήταν χωρίς προβλήματα. Και αυτές, όπως άλλωστε συνέβη και με το σύνολο σχεδόν των συνεταιριστικών οργανώσεων στη χώρα μας, τα τελευταία χρόνια, κάποια στιγμή υπέκυψαν στα μικροκομματικά και μικροπολιτικά συμφέροντα, εις βάρος της ιδέας του συνεταιρίζεσθαι και της αλληλεγγύης και της αλληλοϋποστήριξης που αυτή ευαγγελίζεται. 
Αρκετές ήταν οι καταγγελίες για ευνοϊκή μεταχείριση επιχειρηματικών ομίλων, που ζημίωσαν κάποιες από αυτές με πολλά εκατομμύρια ευρώ. Το πρόβλημα της επιβίωσής τους, όμως, εντάθηκε από τη στιγμή που οξύνθηκε η ύφεση και η οικονομική κρίση. 
Το τελειωτικό χτύπημα φαίνεται πως το έδωσαν η αύξηση των ποσοστών των μη εξυπηρετούμενων δανείωνσε συνδυασμό με την έλλειψη κεφαλαιακής επάρκειας, η οποία επιδεινώθηκε, αφενός, από τη μικρή αλλά υπαρκτή συμμετοχή τους στο PSI, και, αφετέρου, από την απόσυρση καταθέσεων, που σημειώθηκαν όταν φάνηκε ότι τα πράγματα δεν πάνε τόσο καλά. 
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Λαμίας. Ο ίδιος ο Περιφερειάρχης παραδέχτηκε ότι από το Νοέμβριο ήδη, οπότε και διαφάνηκαν τα πρώτα άσχημα σημάδια, η Περιφέρεια απέσυρε τις καταθέσεις της από τη συγκεκριμένη τράπεζα (και βεβαίως μιλάμε για κάποια εκατ. ευρώ), ενώ ο ίδιος ο Πρόεδρος του Δ.Σ. επιβεβαίωσε σε τοπικό σταθμό, αμέσως μετά την ανάκληση, ότι απέσυρε τις καταθέσεις του, όταν τον ενημέρωσαν ότι οι καταθέσεις των μελών του Δ.Σ., σε αντίθεση με των υπολοίπων, δεν ήταν διασφαλισμένες! Την ίδια στιγμή, όπως συνέβη στην περίπτωση της Αχαϊκής, αρνούνταν σε μικρομεριδιούχους (σύμφωνα με καταγγελίες των ίδιων στην ΤτΕ) τη ρευστοποίηση των μερίδων τους. 
Στα παραπάνω ήρθε να προστεθεί η μη ύπαρξη, σύμφωνα με την εκτίμηση της ΤτΕ, κατάλληλου σχεδιασμού, ώστε να επανέλθουν οι εν λόγω συνεταιριστικές σε βιώσιμη τροχιά, και η έλλειψη επαρκούς ενεχύρου, που θα τους έδινε τη δυνατότητα πρόσβασης στο μηχανισμό έκτακτης παροχής ρευστότητας.

Οι αντιδράσεις για τις τρεις ανακλήσεις ήταν έντονες και καθολικές
Οι διοικήσεις των υπό εκκαθάριση πλέον τραπεζών, οι εργαζόμενοι σε αυτές, οι τοπικοί φορείς, μέρος των πολιτικών κομμάτων, τοπικοί βουλευτές τάχθηκαν εναντίον της απόφασης, χαρακτηρίζοντάς την άδικη και σκληρή. Πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά και, αν είχε δοθεί πίστωση χρόνου, τα προβλήματα θα αντιμετωπίζονταν. Ειδικά όσον αφορά τον αποκλεισμό τους από το μηχανισμό στήριξης, χαρακτηριστική είναι η αντίδραση των εργαζομένων στη ΣΤ Λαμίας, οι οποίοι σε ανακοίνωσή τους αναφέρουν, μεταξύ άλλων: «Φανταστείτε, λοιπόν, ότι την ίδια στιγμή που έχει αποφασιστεί και επιχειρείται η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών Τραπεζών με κεφάλαια 48 δις ευρώ και μάλιστα τραπεζών με αρνητικά ίδια κεφάλαια, ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της Συνεταιριστικής Τράπεζας Λαμίας, που έχει θετικά ίδια κεφάλαια και το απαιτούμενο ποσό των €1.108.000 είναι ένα ελάχιστο ποσό. Και τούτο, παρά το γεγονός ότι, εγκαίρως, από την 7/2/2012 η Συνεταιριστική Τράπεζα είχε υποβάλει αίτημα για ενίσχυση από το μηχανισμό έκτακτης παροχής ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδος με προτεινόμενο ποσό €7.500.000 και με προσφερόμενες ασφάλειες που σύμφωνα με τις ίδιες τις προδιαγραφές της Τράπεζας της Ελλάδος συνιστούσαν ποσοστό κάλυψης τουλάχιστον 200%».
Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι λίγοι, μάλιστα, εκείνοι που αναρωτιούνται για το χρόνο και τα κίνητρα αυτής της απόφασης, χαρακτηρίζοντάς τη μεροληπτική και ότι ενισχύει τελικά τις εμπορικές τράπεζες.

Αίτημα υπαγωγής στο ΤΧΣ
Το θέμα του αποκλεισμού των συνεταιριστικών τραπεζών από την ενίσχυση ρευστότητας που απολαμβάνουν οι υπόλοιπες εμπορικές τράπεζες αναδεικνύεται, πλέον, ως μείζον. 
Ήδη, η  Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών, όπως πληροφορούμαστε από σχετικό δελτίο Τύπου της Συν. Τρ. Χανίων, στις 17/4/12, με επιστολές της τόσο στον Πρωθυπουργό, κ. Λουκά Παπαδήμο, όσο και στον Υπουργό Οικονομικών, κ. Φίλιππο Σαχινίδη, ζήτησε την ένταξη και των συνεταιριστικών Τραπεζών στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Το βασικό επιχείρημα ήταν ότι «οι Συνεταιριστικές Τράπεζες έχουν τις ίδιες προϋποθέσεις λειτουργίας με τις Εμπορικές Τράπεζες, ενώ δεν υπάρχει καμία νομοθετική ρύθμιση για τον αποκλεισμό τους ή τη διάκρισή τους από τις Εμπορικές Τράπεζες. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τύχουν της ίδιας μεταχείρισης με τις Εμπορικές Τράπεζες και κατά συνέπεια να συμμετάσχουν με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης, άλλωστε, αφορούν στο σύνολο του πιστωτικού συστήματος και όχι επιλεκτικά μόνο στις Εμπορικές Τράπεζες».

Δύσκολα τα πράγματα και για τις υπόλοιπες συνεταιριστικές (;)
Το αίτημα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία, αν λάβει κανείς υπόψη τα όσα αναφέρονται σε επιστολή που φέρεται να είχε αποσταλεί από το Διοικητή της ΤτΕ, κ. Γ. Προβόπουλο, στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και Υπουργό Οικονομικών, κ. Ευ. Βενιζέλο, και είδε το φως της δημοσιότητας σε ηλεκτρονικό site της περιφέρειας μία μέρα πριν την ανάκληση της άδειας των 3 συνεταιριστικών. 
Στη φερόμενη ως επιστολή Προβόπουλου γινόταν λόγος για 6 συνεταιριστικές τράπεζες, «τα χρηματοοικονομικά μεγέθη των οποίων εμφάνιζαν έντονη επιδείνωση», ενώ για 4 από αυτές (οι τρεις ήταν εκείνες που η άδειά τους ανακλήθηκε) ο κ. Προβόπουλος φέρεται να επισημαίνει ότι «βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσχερή και πιθανότατα μη αναστρέψιμη θέση, εμφανίζοντας πολύ υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων και χαμηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας». Ο ίδιος τόνιζε ότι «οι εν λόγω τράπεζες αποτελούν το 13% της αγοράς, με σύνολο δανείων προ προβλέψεων ύψους 452 εκατ. ευρώ, καταθέσεις 432 εκατ. ευρώ, 40 καταστήματα και 241 άτομα προσωπικό, ενώ, όπως και η πλειονότητα των συνεταιριστικών τραπεζών, χαρακτηρίζονται από την έλλειψη επαρκούς ενεχύρου και συνεπώς τη μη δυνατότητα πρόσβασής τους στο μηχανισμό έκτακτης παροχής ρευστότητας. Επίσης, όπως προέκυψε μετά από συναντήσεις στελεχών της ΤτΕ με τις διοικήσεις των εν λόγω τραπεζών, δεν διαφάνηκε να υπάρχει ο οποιοσδήποτε σχεδιασμός ενεργειών, που, σε εύλογο χρονικό διάστημα, θα μπορούσε να επαναφέρει τα μεγέθη των τραπεζών αυτών σε βιώσιμη τροχιά. Υπό το πρίσμα αυτό, η ΤτΕ σκοπεύει να προβεί άμεσα στις απαραίτητες εποπτικές ενέργειες και συγκεκριμένα σε τοποθέτηση Επιτρόπου. Με δεδομένη την ήδη επιβαρημένη κατάσταση των τραπεζών αυτών, εκτιμάται ότι είναι πολύ πιθανό η ΤτΕ να αναγκαστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα να προχωρήσει και στην ανάκληση της αδείας τους, γεγονός που θα απαιτήσει την κάλυψη των καταθετών.
Μάλιστα λόγω του ότι μία τέτοια εξέλιξη θα προκαλούσε αναστάτωση στις τοπικές κοινωνίες, εκτιμάται απαραίτητη η αποζημίωση του συνόλου των καταθετών, κάτι που συνεπάγεται ένα κόστος περίπου 180 εκατ. ευρώ για το ελληνικό δημόσιο (με στοιχεία 31.12.2011), ποσό που ισούται με το μη καλυπτόμενο από το ΤΕΚΕ ύψος καταθέσεων των εν λόγω συνεταιριστικών».
Στην ίδια επιστολή ο κ. Προβόπουλος φέρεται να σημειώνει ότι «επτά ακόμη συνεταιριστικές τράπεζες χαρακτηρίζονται ως εποπτικά αδύναμες, καθώς αντιμετωπίζουν σημαντικές πιέσεις στη ρευστότητα, την ποιότητα του δανειακού τους χαρτοφυλακίου και την κεφαλαιακή τους επάρκεια». Χαρακτηρίζει δε ως θετικό το γεγονός ότι η πλέον αδύναμη εξ αυτών βρίσκεται ήδη σε διαδικασία αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Ωστόσο, θεωρεί ότι «είναι αυξημένη η πιθανότητα στο αμέσως επόμενο διάστημα η ΤτΕ να εφαρμόσει εποπτικά μέτρα σε ορισμένες από τις τράπεζες της κατηγορίας αυτής». 
Σύμφωνα πάντα με τη φερόμενη ως επιστολή Προβόπουλου, «συνολικά, οι συνεταιριστικές τράπεζες που χαρακτηρίζονται ως εποπτικά αδύναμες έχουν δάνεια και καταθέσεις ύψους περίπου 850 εκατ. ευρώ αντίστοιχα, δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας πλησίον του εποπτικού ορίου και αυξημένο λόγο καθυστερήσεων».
Τέλος, στην επιστολή επισημαίνεται ότι «οι πέντε σχετικώς πιο ισχυρές από εποπτικής άποψης τράπεζες, με ύψος δανείων άνω των 2 δις ευρώ και καταθέσεις 1,9 δις ευρώ, δεν αντιμετωπίζουν μεν άμεσο πρόβλημα. Ωστόσο, περαιτέρω επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών είναι βέβαιο ότι δεν θα τις αφήσει ανεπηρέαστες και σύντομα θα απαιτηθεί και γι’ αυτές ενίσχυση της ρευστότητας και της κεφαλαιακής τους βάσης. Συνολικά, ο κλάδος των συνεταιριστικών τραπεζών αφορά δάνεια ύψους 3,5 δις ευρώ και προσωπικό 1.307 ατόμων», καταλήγει η επιστολή.
Την ίδια στιγμή, οι συνεταιριστικές τράπεζες αναγνωρίζουν ότι οι τρέχουσες δυσμενείς συνθήκες που πλήττουν την οικονομία, τόσο σε εγχώριο όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, έχουν επηρεάσει το σύνολο των επιχειρήσεων. Τόνιζουν, όμως, ότι οι ίδιες «στέκονται όλα τα χρόνια λειτουργίας τους δίπλα στις τοπικές κοινωνίες που δραστηριοποιούνται και ενισχύουν την πραγματική οικονομία. Παράλληλα, με τη συνετή διαχείρισή τους και την πολύ περιορισμένη έκθεσή τους σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, δεν έχουν υποστεί μεγάλες απώλειες από το PSI, με αποτέλεσμα, τη χρηματοδότηση που αιτούνται να εξασφαλίσουν μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, να τη διοχετεύσουν στην πραγματική οικονομία των τοπικών οικονομιών και σε έργα ανάπτυξης, ιδιαίτερα αυτές τις δύσκολες στιγμές, όπου η ρευστότητα είναι σημαντικά περιορισμένη».    

Το ασφαλιστικό κομμάτι των εργασιών τους
Ένα σκέλος της δραστηριότητας των 3 υπό εκκαθάριση τραπεζών που μας ενδιαφέρει ως κλαδικό έντυπο είναι αυτό του bancassurance. Και οι τρεις συνεργάζονταν με τη Συνεταιριστική Ασφαλιστική, η οποία είχε ασφαλίσει τα περιουσιακά στοιχεία των 3 συνεταιριστικών τραπεζών, ενώ, παράλληλα, παρείχε ασφαλιστική κάλυψη στους δανειολήπτες για θάνατο και μόνιμη ολική ανικανότητα και ασφάλιση πυρός-σεισμού των ενυπόθηκων. Εξίσου αξιόλογος ήταν και ο αριθμός των ελεύθερων ασφαλιστικών συμβολαίων, που είχαν διατεθεί μέσω των 3 συνεταιριστικών τραπεζών σε πελάτες τους, όπως για παράδειγμα ασφαλίσεις αυτοκινήτων, σκαφών, μεταφορών, κ.ά.  
Όπως μας ενημέρωσε σχετικά ο Υπεύθυνος Bancassurance της Συνεταιριστικής Ασφαλιστικής, κ. Γιώργος Μπαξεβάνης, η Εταιρεία του, την επομένη της ανάκλησης, εξέδωσε ανακοίνωση (την υπογράφει ο Γενικός Δ/ντής, κ. Δ. Ζορμπάς), που στάλθηκε στους πελάτες των 3 Συνεταιριστικών Τραπεζών (Αχαϊκής, Λαμίας και Λέσβου-Λήμνου) αλλά και σε όλο το δίκτυο της Εταιρείας, διαβεβαιώνοντας τους ασφαλισμένους της πως δεν υφίστανται κανένα πρόβλημα από τα ασφαλιστήρια συμβόλαιά τους και τους υφιστάμενους κινδύνους, που έχει αναλάβει η Εταιρεία. Σε συνεννόηση με τους εκκαθαριστές των Συνεταιριστικών Τραπεζών τακτοποίησε τα θέματα ασφαλίσεων που είναι άμεσα συνδεδεμένα με τις υπό εκκαθάριση τράπεζες (ασφάλιση δανειοληπτών, ασφαλίσεις ενυπόθηκων, ασφάλιση περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών), ενώ για τα ελεύθερα συμβόλαια όρισε γραφεία εξυπηρέτησης σε κάθε πόλη και ενημέρωσε σχετικά τους πελάτες της γι’ αυτό. Επίσης, συνεχίζει να ασφαλίζει τους μεριδιούχους πελάτες μέσω των γραφείων αυτών.
«Η Συνεταιριστική Ασφαλιστική ,σύμφωνα με την οικονομική της δύναμη και την επαγγελματική κατάρτιση των ανθρώπων της, εγγυάται στους ασφαλισμένους της πως θα είναι κοντά τους τη στιγμή που θα τη χρειαστούν», μας επεσήμανε ο κ. Μπαξεβάνης, τονίζοντας παράλληλα ότι περιποιεί τιμή για την Εταιρεία του η καθολική στήριξη όλων των συνεταιριστικών τραπεζών, των ενώσεων αγροτικών συνεταιρισμών και πολλών άλλων μορφών αστικών συνεταιρισμών.

Δεν έπρεπε να κλείσουν
Ο κ. Μπαξεβάνης και η Συνεταιριστική Ασφαλιστική συντάσσονται με εκείνους που υποστηρίζουν ότι οι 3 τράπεζες δεν έπρεπε να κλείσουν: «Η θέση μας είναι ότι οι συνεταιριστικές τράπεζες δεν έπρεπε να κλείσουν. Το κράτος μας και οι αρμόδιοι φορείς, που σεβόμαστε απόλυτα, έχουν θεσμούς και διαδικασίες που θα επέτρεπαν σε αυτές τις τράπεζες να βελτιώσουν, εάν χρειάζονταν, τα μεγέθη τους και να προσαρμόζονταν με την καθοδήγηση και την τεχνικοοικονομική στήριξη που έχουν οι μηχανισμοί μας, έτσι ώστε να παραδοθούν στην κοινωνία και στο τραπεζικό σύστημα υγιείς και στιβαρές. Με αυτόν τον τρόπο πιστεύουμε ότι θα μπορούσαν να συνεχίσουν να επιτελούν το έργο τους στις τοπικές κοινωνίες και αγορές, για να μπορούν, σύμφωνα με την ιδρυτική τους φιλοσοφία ως επιχειρήσεις προσανατολισμένες στις ανάγκες των ανθρώπων, να εξασφαλίζουν πόρους για την ευημερία της ευρύτερης κοινωνίας». 
Σε ερώτησή μας αν οι ανακλήσεις θα μπορούσαν να αποφευχθούν με την παρέμβαση των υπόλοιπων συνεταιριστικών τραπεζών και οργανώσεων της χώρας, ο κ. Μπαξεβάνης απαντά: «Η ταχύτητα που εξελίχθηκαν τα γεγονότα ήταν τέτοια, ώστε τα περιθώρια αντίδρασης ή επέμβασης από οποιοδήποτε συνεταιριστικό φορέα έδειχναν να μην ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και να μην έχουν εφαρμογή».

Η συνεταιριστική ιδέα κάθε μορφής κοιτάει την κοινωνία στα μάτια
Πόσο, όμως, η εξέλιξη αυτή πλήττει το συνεταιριστικό κίνημα στη χώρα μας και ειδικά αυτή τη χρονιά, που γιορτάζουμε το Παγκόσμιο  Έτος Συνεταιρισμού; 
«Οι Συνεταιρισμοί είναι φορείς που θα ξαναφέρουν στις σωστές αναλογίες τις δομές ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα», τονίζει ο κ. Μπαξεβάνης. «Όπως αναφέρετε και εσείς, το 2012 είναι το Παγκόσμιο Έτος Συνεταιρισμού. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, κάθε κίνηση από όποιο φορέα και αν προέρχεται, που αφαιρεί ή περικόπτει κομμάτια από αυτό το παγκόσμιο παζλ του Συνεταιρισμού, μας λυπεί περισσότερο παρά μας πλήττει σαν ενέργεια. Η συνεταιριστική ιδέα κάθε μορφής κοιτάει την κοινωνία στα μάτια, έχει πρόσωπο και ισχυρή παρουσία σε αυτήν. Παντού αν κοιτάξουμε γύρω μας, ακόμα και στο βάθος της ιστορίας, θα δούμε ότι στα δύσκολα πάντα ο συνεταιρισμός ανθεί και στηρίζει την κοινωνία και την εκάστοτε τοπική αγορά. Εμείς πιστεύουμε, λοιπόν, σε αυτό το θεσμό, που τόσα χρόνια υπηρετούμε, και δεσμευόμαστε με πράξεις να αναδείξουμε τη φιλοσοφία και τις αξίες του. Γιατί στις δύσκολες ώρες που περνάει η κοινωνία μας αποτελεί ανάγκη και όχι απλά έναν εναλλακτικό μηχανισμό διαχείρισης».
Κι επειδή συντασσόμαστε με αυτή την άποψη, αναγνωρίζοντας και υποστηρίζοντας και εμείς από την πλευρά μας τη σημασία των συνεταιρισμών, εκείνο που έχουμε να προσθέσουμε ως ευχή είναι το εξής: να διορθωθούν άμεσα οι όποιες στρεβλώσεις και παθογένειες έχουν εμφανιστεί στο συνεταιριστικό κίνημα της χώρας μας, όπως αυτό κι αν εκφράζεται, ώστε να μπορέσει από δω και πέρα να ανταποκριθεί στις ανάγκες μιας κοινωνίας που όλο και περισσότερο θα χρειάζεται όλα εκείνα που έχει να προσφέρει η συνεταιριστική ιδέα: αλληλεγγύη και αλληλοβοήθεια για την εξάλειψη της φτώχειας, δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, πλήρη και παραγωγική απασχόληση, ενίσχυση της κοινωνικής ένταξης, ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών.