Η «Α.Α.», στο τεύχος της 1ης του Γενάρη, είχε φιλοξενήσει τα αιτήματα που είχε υποβάλει η ΕΑΕΕ προς την ΕΠΕΙΑ και το Υπουργείο Οικονομικών, ζητώντας ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις για την ασφαλιστική αγορά.
έπενθυμίζεται ότι ζητούσε, μεταξύ άλλων, την κατάργηση του τέλους χαρτοσήμου –όπερ και εγένετο–, την αναβολή της καταληκτικής ημερομηνίας για την αύξηση του εγγυητικού κεφαλαίου των ασφαλιστικών εταιριών γενικών κλάδων και κλάδων ζωής σε 6 εκατ. ευρώ, την αλλαγή του κανόνα αποτίμησης των ακινήτων που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των τεχνικών αποθεμάτων και του περιθωρίου φερεγγυότητας και την αποτίμηση αυτών στην εύλογη αξία ή έστω στην αντικειμενική αξία προσαυξημένη κατά 60% (αντί του ισχύοντος 30%). Ζητούσε, επίσης, την επίσπευση των διαδικασιών ενσωμάτωσης της 5ης Οδηγίας Αυτοκινήτων στην εσωτερική νομοθεσία –όπερ και εγένετο, επίσης.
Τα αιτήματα της ΕΑΕΕ φαίνεται ότι αυτή τη φορά δεν απευθύνθηκαν σε …ώτα μη ακουόντων. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Γιάννης Παπαθανασίου (φωτ.), αλλά και ο Πρόεδρος της ΕΠΕΙΑ, κ. Γιώργος Πέτσας, έκριναν προφανώς δίκαια τα αιτήματα των ασφαλιστικών εταιρειών, υπό τις παρούσες συνθήκες, και ανταποκρίθηκαν θετικά. Ήδη, έχει καταργηθεί το τέλος χαρτοσήμου και έχει ενσωματωθεί η 5η Οδηγία στην εσωτερική νομοθεσία, ενώ στο Σχέδιο Νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή στις 3 Απριλίου, περιλαμβάνονται ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις ασφαλιστικές εταιρείες, που “απαντούν” στα προαναφερθέντα αιτήματα της ΕΑΕΕ.
Στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει την κατάθεση του Σχεδίου Νόμου, διαβάζουμε μεταξύ άλλων και τα εξής, για το σκεπτικό που οδήγησε στην απόφαση τροποποίησης του ν.δ. 400/70:
«Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες, τόσο σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στην Ελλάδα, με μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις. Εν όψει των ανωτέρω καθίσταται απαραίτητη η συμπλήρωση του άρθρου 6 του Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ Α’ 10), ώστε να προβλεφθεί η υπό όρους δυνατότητα για την Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης να λαμβάνονται υπόψη περιουσιακά στοιχεία για την κάλυψη των τεχνικών αποθεμάτων, επιπλέον αυτών που ορίζονται στο άρθρο 8 παρ. 3 του Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ Α’ 10), καθώς και να υπολογίζει αυτά κατά παρέκκλιση των μεθόδων υπολογισμού που ορίζονται στο άρθρο 8 παρ. 5 και 6 Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ Α’ 10), καθώς και από τις μεθόδους καθορισμού της υπεραξίας των χρεογράφων και ακινήτων από τα οριζόμενα στο άρθρο 17α παρ. 5 του Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ Α’ 10). (…)
Εξάλλου, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η παρούσα χρηματοοικονομική κρίση επιβάλλεται η, διά της δεύτερης παραγράφου του εν λόγω άρθρου σκοπούμενη, κατά δύο έτη παράταση της προθεσμίας για την αύξηση του εγγυητικού κεφαλαίου των ασφαλιστικών επιχειρήσεων των κλάδων ασφάλισης 10 μέχρι και 15 και των κλάδων ασφάλισης ζωής σε 6 εκατ. ευρώ και η λήξη αυτής στις 31.12.2010 (αντί της προβλεπόμενης στις 31.12.2008). Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι ο Έλληνας νομοθέτης με τη ρύθμιση του 2005 (άρθρο 11 Π.Δ. 23/2005) επέλεξε να επιβάλει στις λειτουργούσες στην Ελλάδα ασφαλιστικές επιχειρήσεις όρια εγγυητικού κεφαλαίου διπλάσια από τα απαιτούμενα από τις ανάλογες κοινοτικές οδηγίες (…)».
Τροποποίηση ν.δ. 400/70
Στο άρθρο 33 του Σχεδίου Νόμου αναφέρονται τα εξής:
1. Στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 6 του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ Α΄10), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Με αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης (ΕΠ.Ε.Ι.Α.) επιτρέπεται, τηρουμένης της διατάξεως του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του παρόντος διατάγματος, σε εξαιρετικές οικονομικές περιστάσεις και μετά από αίτηση της ασφαλιστικής επιχείρησης, η χρησιμοποίηση στοιχείων του ενεργητικού για την κάλυψη των τεχνικών αποθεμάτων, άλλων από αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του παρόντος, καθώς και παρέκκλιση από τις μεθόδους υπολογισμού που ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 8 του παρόντος, από τους περιορισμούς που ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 8 του παρόντος και τις μεθόδους καθορισμού της υπεραξίας χρεογράφων και ακινήτων από τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 17α του παρόντος. Ακόμη, η ΕΠ.Ε.Ι.Α., με την απόφασή της αυτή, θα θέτει κάθε φορά χρονικό περιορισμό έως δύο (2) χρήσεων, κατά τις οποίες θα ισχύουν στην αιτούσα ασφαλιστική επιχείρηση, τα προηγούμενα εδάφια. Περαιτέρω, η ΕΠ.Ε.Ι.Α. θα δύναται με την ανωτέρω απόφασή της, να θέτει όρους και προϋποθέσεις υπό τους οποίους και θα εφαρμόζονται οι ανωτέρω αναφερθείσες παρεκκλίσεις, αιτιολογώντας την απόφασή της ανά περίπτωση, ενώ μπορεί να παρατείνει για ένα ακόμη δίμηνο, χωρίς ειδική αιτιολογία, τους χρόνους υλοποίησης των προγραμμάτων βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης και οικονομικής ανασυγκρότησης που προβλέπονται στην παρ. 8 του αρθρ. 17γ του παρόντος διατάγματος».
2. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 11 του π.δ. 23/2005 όπως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ήδη λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος υποχρεούνται να διαθέτουν ελάχιστο
εγγυητικό κεφάλαιο α) 3.000.000 ευρώ για τους κλάδους ασφάλισης 10 μέχρι και 15, β) 2.000.000 ευρώ για τους κλάδους 1 μέχρι και 9 και 16 έως και 18, και γ) 3.000.000 ευρώ για τις ασφαλίσεις ζωής, μέχρι την 31.12.2005. Ελάχιστο εγγυητικό κεφάλαιο 4.500.000 ευρώ για τους κλάδους 10 μέχρι και 15, και για τις
ασφαλίσεις ζωής μέχρι 31.12.2007 και 6.000.000 ευρώ για τους κλάδους ασφάλισης 10 μέχρι και 15 και τις ασφαλίσεις ζωής, μέχρι την 31.12.2010».
3. Η περίπτωση (α) της παρ. 4 του αρθρ. 111 ν.δ. 400/70, όπως
ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«(α) να έχουν πρόσβαση έγγραφα, βιβλία και άλλα στοιχεία, που τηρούνται σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, έγγραφη, μαγνητική ή άλλη) στους εποπτευόμενους φορείς ή σε άλλους οργανισμούς που εκτελούν χρέη θεματοφύλακα της περιουσίας ή ελεγκτή της οικονομικής κατάστασης των εποπτευόμενων φορέων, καθώς να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα από αυτά. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του ν. 2472/1997, όπως ισχύει, τα πρόσωπα αυτά δεν δικαιούνται να επικαλεστούν επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο έναντι της ΕΠ.Ε.Ι.Α.»
4. Στο άρθρο 120 ν.δ. 400/70, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος (5) ως εξής:
«5. Τα πρόστιμα που επιβάλλει η ΕΠ.Ε.Ι.Α. αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται κατά τις διατάξεις Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου αρχίζει από την 16-2-2009».
Τροποποίηση του ΚΒΣ π.δ. 186/1992
Το εν λόγω σχέδιο νόμου, όμως, επιφυλάσσει άλλη μία ευχάριστη έκπληξη, αυτή τη φορά για ασφαλιστικούς συμβούλους και συντονιστές, αφού “απαντά” και σε ένα δικό τους πάγιο και δίκαιο αίτημα: την απαλλαγή τους από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων.
Διαβάζουμε σχετικά και μεταξύ άλλων στην αιτιολογική έκθεση:
«(…) Οι ασφαλιστικοί σύμβουλοι και οι συντονιστές ασφαλιστικών συμβούλων φυσικά πρόσωπα κατά κανόνα δεν διαθέτουν επαγγελματική εγκατάσταση, αλλά είναι εγκατεστημένοι στα γραφεία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις οποίες συνεργάζονται, κατά την έναρξη δε των εργασιών τους δηλώνουν στην αρμόδια Δ.Ο.έ. ως έδρα την κατοικία τους. Περαιτέρω τα έξοδα που πραγματοποιούν για την άσκηση του επαγγέλματός τους είναι κυρίως τηλεφωνικά, ταχυδρομικά, εκπαιδευτικά, επιμορφωτικά, παραστάσεων, φιλοξενίας, δημοσίων σχέσεων, καθώς και δαπάνες για την αγορά, συντήρηση και επισκευή μεταφορικών μέσων και φορητών Η.έ., τα οποία έξοδα και δαπάνες πολλές φορές αμφισβητούνται από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές.
Ενόψει των παραπάνω και δεδομένου ότι: α) τα ακαθάριστα έσοδά τους προκύπτουν κατά κανόνα από εκκαθαρίσεις που εκδίδουν προς αυτούς οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, άρα είναι αναμφισβήτητα, β) ο μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους για τον εξωλογιστικό προσδιορισμό των καθαρών κερδών τους είναι υψηλός (60%, Κ.Α. 8011α και 8012β) και γ) απαλλάσσονται από το Φ.Π.Α., προτείνεται η απαλλαγή τους από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων του Κ.Β.Σ.».
Στο άρθρο 16 του Σχεδίου Νόμου, αναφέρεται συγκεκριμένα:
«Στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως ακολούθως:
«Επίσης απαλλάσσονται από την τήρηση βιβλίων ο ασφαλιστικός σύμβουλος και ο συντονιστής ασφαλιστικών συμβούλων φυσικά πρόσωπα, εφόσον δεν έχουν επαγγελματική εγκατάσταση και δεν είναι επιτηδευματίες από άλλη αιτία».
1. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει για τις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 1-1-2009.»
Θα ήταν παράλειψη να μην εκφράσουμε ως κλαδικό έντυπο την ικανοποίησή μας για τη συνέπεια λόγων και έργων που επιδεικνύει η πολιτική ηγεσία του έπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ως προς τα συγκεκριμένα θέματα –σαφώς το σχόλιό μας εδράζεται στην πίστη μας ότι θα ψηφιστεί από τη Βουλή το Σ.Ν. και θα γίνουν πράξη.
Ας μας επιτραπεί να ερμηνεύσουμε ως ιδιαίτερο το ενδιαφέρον του έπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Γιάννη Παπαθανασίου, και δεν θα διστάσουμε να τονίσουμε τη συμμετοχή στη διαμόρφωση της εικόνας που έχει για τον Κλάδο του συνεργάτη του και καθ’ ύλην αρμοδίου για πολλά από αυτά τα θέματα, Γενικού Γραμματέα του έπουργείου Οικονομικών, κ. Θανάση Σκορδά.
Η ρύθμιση χρόνιων αιτημάτων και κραυγαλέα δίκαιων του ασφαλιστικού κλάδου σε στιγμές ιδιόμορφες, οικονομικά και πολιτικά, έρχονται για μια ακόμη φορά να επιβεβαιώσουν τη σημασία της ύπαρξης σε καίριες θέσεις ανθρώπων όχι μόνο με ευρεία αντίληψη και καλή πρόθεση αλλά και γνώση των όσων συμβαίνουν στην αγορά.
Η επαφή με την πραγματικότητα της αγοράς και τις ανάγκες της, που έχουν τα δύο προαναφερθέντα πολιτικά πρόσωπα, είναι παραδειγματική –τολμάμε να πούμε– και για την ΕΠΕΙΑ και τους ανθρώπους της, οι οποίοι, σε καθημερινή βάση, οφείλουν να παρακολουθούν και να αφουγκράζονται τις ανάγκες και σε αυτές να υποτάσσουν τα κελεύσματα και τη θέσπιση των κανόνων.
Δ.Ρ.



