Φυσικές καταστροφές 2011

Ο Εγκέλαδος υπεύθυνος για απώλειες ρεκόρ

Μια σειρά καταστροφικών σεισμών και ένας μεγάλος αριθμός από καταστροφές που προκάλεσαν οι καιρικές συνθήκες καθιστούν το 2011 ως την πιο ακριβή σε απώλειες χρονιά. Οι ζημιές που προκλήθηκαν στοίχισαν στην παγκόσμια οικονομία περίπου US$ 380 δις –ήταν σχεδόν κατά δύο τρίτα υψηλότερες από το 2005, χρονιά που καταγράφηκαν ζημιές ύψους US$ 220 δις. Μόνο οι σεισμοί στην Ιαπωνία το Μάρτιο και στη Ν. Ζηλανδία το Φεβρουάριο ήταν η αιτία για τα δύο τρίτα των απωλειών που καταγράφηκαν το 2011. Και οι ασφαλισμένες ζημιές, ύψους US$ 105 δις, ξεπερνούν, επίσης, κατά πολύ εκείνες του 2005 (US$ 101 δις).

Το 2011 σε αριθμούς
Τα αριθμητικά στοιχεία για το 2011, που αφορούσαν 820 συμβάντα απωλειών σχετικών με φυσικές καταστροφές, κινήθηκαν στα επίπεδα του μέσου όρου των τελευταίων δέκα ετών. Το 90% των καταγεγραμμένων φυσικών καταστροφών σχετίζονταν με τον καιρό. Συνήθως, οι φυσικές καταστροφές λόγω καιρικών συνθηκών είναι οι κυρίαρχες και όσον αφορά τις απώλειες. 
Κατά μέσο όρο τις τελευταίες 3 δεκαετίες, τα γεωφυσικά γεγονότα αντιπροσώπευαν μόλις το 10% των ασφαλισμένων ζημιών. Παρ’ όλα αυτά, το 2011 σχεδόν τα δύο τρίτα των οικονομικών απωλειών και το ήμισυ περίπου των ασφαλισμένων ζημιών προήλθαν από γεωφυσικά γεγονότα και ειδικότερα από μεγάλους σεισμούς. Εξίσου ασυνήθιστη ήταν και η γεωγραφική κατανομή των ζημιών τη χρονιά αυτή, αφού το 70% αυτών αφορούσαν την Ασία. 
Πέρα από τις οικονομικές απώλειες όμως, μεγάλος ήταν και ο αριθμός των θυμάτων, που ανήλθαν σε 27.000. 
Στον αριθμό αυτό δεν έχουν συμπεριληφθεί οι αμέτρητοι άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους ως αποτέλεσμα της πείνας, μετά τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων δεκαετιών στο Κέρας της Αφρικής –πρόκειται για τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή του έτους, που ενισχύθηκε από τον εμφύλιο πόλεμο και την πολιτική αστάθεια, που καθιστούν πολύ δύσκολη την αποτελεσματική βοήθεια στα θύματα.
 
Η γη σείεται Ι: Ο σεισμός στην Tohoku της Ιαπωνίας
Το πιο καταστροφικό γεγονός για το 2011 ήταν ο σεισμός της 11ης Μαρτίου στην Tohoku της Ιαπωνίας, 130 χλμ. ανατολικά του λιμανιού του Σεντάι και 370 χλμ. βόρεια του Τόκιο.  Ήταν ο ισχυρότερος σεισμός που έχει καταγραφεί ποτέ στην Ιαπωνία, μεγέθους 9,0 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Οι ζημιές από τις σεισμικές δονήσεις ήταν σχετικά μέτριες, χάρη στις αυστηρές προδιαγραφές των κτηρίων. Ωστόσο, ο σεισμός προκάλεσε ένα φοβερό τσουνάμι, το οποίο κατέστρεψε τη ΒΑ. ακτή του νησιού Honshu. Σε ορισμένες παραλίες, το κύμα έφτασε σε ύψος πάνω από 40 μέτρα. Ολόκληρες πόλεις, δρόμοι και σιδηροδρομικά δίκτυα παρασύρθηκαν μακριά και εκατοντάδες χιλιάδες σπίτια καταστράφηκαν. 16.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν, παρά το υψηλό προστατευτικό ανάχωμα και το εξαιρετικό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης. Χωρίς αυτές τις προστατευτικές εγκαταστάσεις, ο αριθμός των νεκρών θα ήταν ακόμα υψηλότερος. Η τελευταία φορά που οι ΒΑ. ακτές της Ιαπωνίας χτυπήθηκαν από τέτοιου είδους και μεγέθους σεισμικό κύμα πιστεύεται ότι ήταν το έτος 869.
Το τσουνάμι αυτό προκάλεσε σοβαρές ζημιές σε σημαντικά τμήματα του εργοστασίου πυρηνικής ενέργειας στη Φουκουσίμα. Ορισμένες περιοχές, σε ακτίνα αρκετών χιλιομέτρων γύρω από το εργοστάσιο, θα μείνουν ακατοίκητες για πολλά χρόνια. Ακόμα και χωρίς τις συνέπειες από το πυρηνικό ατύχημα, οι οικονομικές απώλειες που προκλήθηκαν λόγω του σεισμού και του τσουνάμι ανήλθαν σε US$ 210 δις –η μεγαλύτερη σε κόστος φυσική καταστροφή όλων των εποχών. Το δε ποσοστό των ασφαλισμένων ζημιών πιθανόν να ανέλθουν έως και στα US$ 40 δις.
Το ρήγμα που προκάλεσε ο σεισμός ήταν αρκετά μικρό, με μήκος 450 χιλιόμετρα. Ωστόσο, ο βυθός της θάλασσας κατά μήκος των ακτών μετατοπίστηκε κατά 30 έως 40 μέτρα. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι ένας σεισμός αυτής της ισχύος συμβαίνει μία φορά στα 500-1.500 χρόνια. Την κύρια σεισμική δόνηση ακολούθησαν εκατοντάδες μετασεισμικές δονήσεις, η ισχυρότερη εκ των οποίων, 40 λεπτά μετά την κύρια, ήταν μεγέθους 7,9 βαθμών.  

Η γη σείεται ΙΙ: Ο σεισμός στην Christchurch της Ν. Ζηλανδίας
Πριν το καταστροφικό τσουνάμι στην Ιαπωνία, ένας σεισμός μεγέθους 6,3 βαθμών χτύπησε την Christchurch, στη Ν. Ζηλανδία, στις 22 Φεβρουαρίου. Το αξιοσημείωτο σε αυτή την περίπτωση είναι ότι μόλις 6 μήνες νωρίτερα η πόλη είχε χτυπηθεί από έναν ακόμα σεισμό, μεγέθους 7,1. Δυστυχώς, τα σεισμικά κύματα ήταν ενισχυμένα λόγω της ανάκλασης από ένα ανενεργό ηφαίστειο, με αποτέλεσμα να προκληθεί πολύ μεγαλύτερη καταστροφή από αυτή που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα προκαλούσε σεισμός αυτής της εντάσεως. Το επίκεντρο βρισκόταν σε μικρό εστιακό βάθος και μόλις λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης. 
Οι ζημιές ήταν τεράστιες. Πολυάριθμα παλιά κτήρια κατέρρευσαν και πολλά νέα κτήρια υπέστησαν ζημιές, παρά τις πολύ υψηλές κατασκευαστικές προδιαγραφές τους. Αρκετές κατοικημένες περιοχές δεν θα ανοικοδομηθούν. Οι οικονομικές απώλειες ανήλθαν γύρω στα US$ 16 δις, εκ των οποίων περίπου US$ 13 δις ήταν ασφαλισμένες.
Μια μέρα πριν τα Χριστούγεννα, ο εγκέλαδος χτύπησε ξανά την Christchurch. Πάνω από 12 άτομα τραυματίστηκαν ως επακόλουθο 3 ισχυρών σεισμών. Ωστόσο, παρόλη τη σοβαρότητά τους, δεν είχαν τόσο άσχημες επιπτώσεις όσο ο σεισμός του Φεβρουαρίου. Κατά συνέπεια και οι απώλειες για την ασφαλιστική βιομηχανία από αυτούς τους μετασεισμούς αναμένεται να είναι σημαντικά χαμηλότερες.
Ο καθηγητής Peter H?ppe, Επικεφαλής του Geo Risks Research της Munich Re, σημειώνει σχετικά: «Αν και λόγω των πρόσφατων γεγονότων είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, η πιθανότητα των σεισμών δεν έχει αυξηθεί. Ωστόσο, αυτοί οι ισχυροί σεισμοί μας υπενθυμίζουν ότι η απόφαση για το πού θα οικοδομηθούν οι πόλεις χρειάζεται να είναι προσεκτική και η αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών, ειδικά για ορισμένα κτήρια και πάνω απ’ όλα για τα πυρηνικά εργοστάσια στο σύνολό τους, πρέπει να είναι σοβαρή. Επίσης, οι προδιαγραφές κατασκευής σε περιοχές εκτεθειμένες σε σεισμούς χρειάζεται να γίνουν αυστηρότερες, όχι μόνο για να μείνουν όρθια τα κτήρια και να μη χαθούν ζωές, αλλά και για να μπορέσουν να κατοικηθούν ξανά αργότερα». 
 
Καταστροφές λόγω καιρού: Πλημμύρες στην Ταϊλάνδη
Οι πλημμύρες στην Ταϊλάνδη ξεχώρισαν μεταξύ των καταστροφών λόγω των καιρικών συνθηκών το 2011. Προκλήθηκαν από ακραίες βροχοπτώσεις, που ξεκίνησαν την άνοιξη και σταμάτησαν το φθινόπωρο. Εξαιτίας του χαμηλού υψομέτρου σε σχέση με την επιφάνεια της θάλασσας, ο κάμπος της κεντρικής Ταϊλάνδης –όπου βρίσκεται και η πρωτεύουσα Μπανγκόκ– είναι εκτεθειμένος στις πλημμύρες σε όλη την περίοδο των βροχών, από Μάιο μέχρι Οκτώβριο. 
Φέτος, όμως, οι πλημμύρες ήταν, σύμφωνα με τις αρχές, οι χειρότερες των τελευταίων 50 περίπου ετών. Εικάζεται ότι το φυσικό κλιματικό φαινόμενο La Nina ήταν ένας παράγοντας που συνέτεινε σ’ αυτό, δεδομένου ότι η  εποχή των βροχών είναι συχνά μεγαλύτερη κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης.
Οι πλημμύρες προκάλεσαν το θάνατο περίπου 800 ανθρώπων. Επιπλέον, δεν ήταν μόνο οι εκατοντάδες χιλιάδες σπίτια και οι τεράστιες εκτάσεις καλλιεργιών που πλημμύρισαν, αλλά και επτά μεγάλες βιομηχανικές περιοχές, στις οποίες είναι εγκατεστημένοι μερικοί από τους βασικότερους κατασκευαστές ηλεκτρονικών εξαρτημάτων, που ανήκουν κυρίως σε ιαπωνικούς ομίλους. Ένας μεγάλος αριθμός αυτών των εγκαταστάσεων επλήγησαν, οδηγώντας σε καθυστερήσεις στην παραγωγή και προκαλώντας δυσχέρειες στις επιχειρήσεις-πελάτες. Από τις πλημμύρες αυτές επηρεάστηκε άμεσα περίπου το 25% της παγκόσμιας παραγωγής εξαρτημάτων για σκληρούς δίσκους υπολογιστών. Με οικονομικές απώλειες που ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια, οι πλημμύρες ήταν με διαφορά η πιο δαπανηρή φυσική καταστροφή στην ιστορία της Ταϊλάνδης.

 Βόρεια Αμερική: Πολλές καταιγίδες – λίγοι τυφώνες
Η εποχή των ανεμοστρόβιλων είναι ιδιαίτερα βίαιη στις μεσοδυτικές και νότιες πολιτείες των ΗΠΑ. Μια σειρά από σοβαρές καταιγίδες με πολυάριθμους ανεμοστρόβιλους προκάλεσαν οικονομικές ζημιές συνολικού ύψους US$ 46 δις, εκ των οποίων US$ 25 δις ήταν ασφαλισμένες. Οι ασφαλισμένες απώλειες ήταν δύο φορές υψηλότερες από αυτές που καταγράφηκαν το 2010. 
Ο μεγάλος και σοβαρός αριθμός γεγονότων που σχετίζονται με τον καιρό μπορεί εν πολλοίς να εξηγηθεί από το κλιματικό φαινόμενο La Nina.
Ως μέρος αυτής της φυσικής κλιματικής ταλάντωσης, καιρικά μέτωπα με δροσερό αέρα από τα βορειοδυτικά πιο συχνά κινούνται πάνω από τις κεντρικές πολιτείες των ΗΠΑ και συναντούν τον υγρό ζεστό αέρα στο νότο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ακραία καιρικά φαινόμενα είναι περισσότερο πιθανά από ό,τι υπό κανονικές συνθήκες. 
Οι ζημιές από τους τυφώνες στο Βόρειο Ατλαντικό ήταν μέτριες το 2011. Ωστόσο, όπως και το 2010, αυτό ήταν καθαρά τυχαίο.   
Ο αριθμός των 18 τροπικών κυκλώνων, που καταγράφηκαν αυτήν την εποχή, ήταν κατά κάποιο τρόπο πάνω από το μακροπρόθεσμο μέσο όρο (11) και πάνω από το μέσο όρο για την τρέχουσα θερμή φάση, με αυξημένη δραστηριότητα τυφώνων από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 (15).
Ο αριθμός των τυφώνων-ισχυρών καταιγίδων (6) ήταν σύμφωνος με το μακροπρόθεσμο μέσο όρο. Ωστόσο, ο αριθμός των τροπικών κυκλώνων που προσέγγισαν την ξηρά, ιδίως τις ακτές των ΗΠΑ, ήταν πολύ χαμηλός. Μόνο τρεις ισχυρές καταιγίδες, ένας από αυτούς ο τυφώνας Irene, προσέγγισαν τις ακτές των ΗΠΑ. Η Irene προκάλεσε οικονομικές ζημιές στην Καραϊβική και στις ΗΠΑ, ύψους US$ 15 δις, από τις οποίες οι ασφαλισμένες αντιστοιχούν σε US$ 7 δι
 Ένα ακόμα εντυπωσιακό στοιχείο αυτού του έτους ήταν ότι, για πρώτη φορά, το πρακτορείο καιρού NOAA των ΗΠΑ κατηγοριοποίησε ένα χαμηλής πίεσης σύστημα πάνω από τη Μεσόγειο ως τροπική καταιγίδα. Ο Rolf, όπως ονομάστηκε, διαμορφώθηκε στις 3 Νοεμβρίου. Προκλήθηκε από ένα ρεύμα κρύου αέρα που σχηματίστηκε πάνω από την ακόμη ζεστή θάλασσα (20° C). Με ριπές ανέμου 120 km/h, η καταιγίδα «01M» προσέγγισε τις γαλλικές ακτές της Μεσογείου πριν από το διαχωρισμό της και προκάλεσε ακραίες βροχοπτώσεις κατά μήκος της Κυανής Ακτής.

Ο ρόλος της ασφάλισης
Ο κ. Torsten Jeworrek, μέλος του Δ.Σ. της Munich Re και υπεύθυνος για τις αντασφαλιστικές εργασίες, σχολιάζοντας τις φυσικές καταστροφές τη χρονιά που πέρασε είπε: «Ευτυχώς, μια σειρά από σοβαρές φυσικές καταστροφές, όπως οι περσινές, είναι ένα πολύ σπάνιο φαινόμενο. Είχαμε να αντιμετωπίσουμε γεγονότα που εμφανίζονται μία φορά κάθε 1.000 ή και περισσότερα χρόνια στις περιοχές αυτές. Είμαστε, όμως, προετοιμασμένοι για τόσο εξαιρετικές καταστάσεις. Είναι έργο της ασφαλιστικής βιομηχανίας να καλύπτει εξίσου και τις ακραίες απώλειες, να βοηθά την κοινωνία να αντεπεξέλθει σε τέτοιου είδους γεγονότα και να μαθαίνει πώς να προστατεύει με τον καλύτερο τρόπο την ανθρωπότητα από τέτοιους φυσικούς κινδύνους».

 Πηγή: Munich Re