Χαρτοφυλάκιο ΑΣΠΙΣ: Μέχρι στιγμής στα αζήτητα

της Δήμητρας Καζάντζα

Eν πολλαίς αμαρτίες περιπεσούσα, χωρίς προίκα και με πολλά χρέη και άρα διόλου ελκυστική, αλλά όχι εντελώς απορριπτέα …νύφη. 

Κάπως έτσι αντιμετώπισαν οι …μνηστήρες της ασφαλιστικής αγοράς την Ασπίς Πρόνοια, στη συνάντηση που πραγματοποίησε, ανήμερα Μεγάλη Τρίτη (31/4/2010), ο Επόπτης Χαρτοφυλακίου Ζωής της Εταιρείας, κ. Γ. Παντελίδης, με σκοπό την παρουσίαση του χαρτοφυλακίου της στις ασφαλιστικές εταιρείες και τη διερεύνηση των προθέσεών τους σχετικά με αυτό.

Με την απουσία της Εθνικής Ασφαλιστικής να προκαλεί αίσθηση, αν και ίσως αναμενόμενη και ερμηνεύσιμη, η εκπροσώπηση των εταιρειών ήταν σε επίπεδο αναλογιστών ως επί το πλείστον. Η παρουσία των κ.κ. Χρ. Γεωργακόπουλου από την Ευρωπαϊκή Πίστη, Π. Δημητρίου από την Generali, Τ. Καραλή από τη Minetta Life θα μπορούσε ενδεχομένως να εκληφθεί ως σοβαρό ενδιαφέρον να αναλάβουν οι εταιρείες τους το χαρτοφυλάκιο της Ασπίδας. 
Τα προβλήματα, όμως, που αναδείχτηκαν από τη συζήτηση φαίνεται (ή άφησαν να φανεί) ότι ξεπερνούν αυτό το ενδιαφέρον.
Προβλήματα που έχουν να κάνουν κυρίως με το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αποθέματα για να κληροδοτηθούν στις ανάδοχες εταιρείες και που περιπλέκονται ακόμα περισσότερο από τις ασάφειες του ήδη υπάρχοντος νόμου αλλά και του σχεδίου νόμου που πρόκειται να τον αντικαταστήσει˙ από τα τεχνικά προβλήματα που όπως φαίνεται είναι πολλά˙ αλλά και λόγω του δύσκολου-ταλαιπωρημένου πελατολογίου, το οποίο θα πρέπει να πειστεί να μεταφέρει τα συμβόλαιά του με λιγότερες απαιτήσεις, αλλά και θα κάνει τις εταιρείες να κοπιάσουν για να τους αποδείξουν την αξία τους, όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά.

Το έλλειμμα
Σύμφωνα με τον Επόπτη, οι υποχρεώσεις της Ασπίδας ξεπερνούν τα 500 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των νοσοκομειακών. Ειδικότερα, μόνο για τις βασικές καλύψεις των κλασικών και unit linked προγραμμάτων οι υποχρεώσεις της Εταιρείας προς τους ασφαλισμένους της ανέρχονται σε 456,5 εκατ. ευρώ. Οι απαιτήσεις λόγω εξαγοράς ή λήξης είναι 28 εκατ. και 17,3 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα. Οι εκκρεμείς και προς πληρωμή αποζημιώσεις ανέρχονται σε 4,2 εκατ. και 13,2 εκατ., αντίστοιχα, ενώ οι απαιτήσεις των συνεργατών διερευνούνται ακόμα. 
Την ίδια στιγμή, τα αποθέματα της Ασπίδας δεν ξεπερνούν τα 250 εκατ. Η πλειοψηφία αυτών (80%) αφορά σε ακίνητα, η αξία των οποίων σε πολλές περιπτώσεις έχει υπερτιμηθεί, ενώ η ρευστοποίησή τους δεν μπορεί να γίνει άμεσα. Υπάρχουν, επίσης, 85 περίπου εκατ. ευρώ επενδεδυμένα σε μετοχές του ελληνικού και του κυπριακού Χρηματιστηρίου.
Αν και υπολογίζεται ότι κάποια συμβόλαια μπορεί να κριθούν τελικά ως μη νόμιμα, γεγονός που θα μείωνε το έλλειμμα κατά 35 εκατ., μια τέτοια έκβαση υπάρχει φόβος να προκαλέσει εμπλοκή συνολικά στη διαδικασία μεταβίβασης, αν κάποιος από τους κατόχους αποφάσιζε να κινηθεί δικαστικά. 

Ο πονοκέφαλος των αναλογιστών
Κι αν το ένα πρόβλημα είναι η έλλειψη …προίκας (που ούτε το κράτος αλλά ούτε και οι εταιρείες δεν φαίνονται διατεθειμένοι να καλύψουν), το άλλο είναι καθαρά αναλογιστικής φύσης. 
Οι επιπλέον παροχές˙ η ύπαρξη ενδεχομένως ειδικών όρων σε κάποια συμβόλαια˙ το ότι τα προϊόντα αυτά κυκλοφορούσαν με 161 διαφορετικούς κωδικούς –μόνο το Asset είχε 12 ˙ το γεγονός ότι ενώ κάποια είναι ξεκάθαρα unit linked εμφανίζονται και ως κλασικά˙ οι πιθανές ελλείψεις στα αρχεία της εταιρείας, όχι τόσο όσον αφορά την καταγραφή των συμβολαίων όσο στην ποιότητα καταχώρισης των στοιχείων˙ η, ούτως ή άλλως, δύσκολη αποτίμηση της αξίας των unit linked, αφού πρέπει να υπολογιστούν και οι χρηματιστηριακές αποδόσεις τους, προβληματίζουν ήδη και ενδέχεται να προκαλέσουν μεγάλους πονοκεφάλους στους αναλογιστές των εταιρειών που θα αποφασίσουν να τα αναλάβουν.

Προβληματισμοί και λύσεις (;)
Στην κατεύθυνση αυτή έγιναν διάφορες προτάσεις, μεταξύ των οποίων να αποτιμηθεί ξανά το χαρτοφυλάκιο και να γίνει λεπτομερής αποτύπωσή του, να εξεταστούν ξεχωριστά οι όροι και η αξία κάθε συμβολαίου και τι θα αποδώσει στο μέλλον, να γίνει ανεξάρτητη εκτίμηση του χαρτοφυλακίου αυτού, να προσδιοριστεί το debt value και να βγουν σε αναζήτηση επενδυτή που θα θέλει να το αναλάβει.
Το σίγουρο είναι ότι προϊόντα όπως το Asset στα εφάπαξ καταβολής και τα Δημιουργίας Κεφαλαίου στα τμηματικών καταβολών (που αποτελούν και τον κύριο όγκο του χαρτοφυλακίου, αλλά κρίνονται και ως τα πιο προβληματικά), οι εταιρείες θα ήθελαν να εξεταστούν ξεχωριστά, ακόμα και να μείνουν εκτός συζήτησης για μεταβίβαση (έγιναν, μάλιστα, σχετικές προτάσεις). Και είναι απόλυτα φυσικό δεδομένων των επιπλέον παροχών που υπόσχονταν αυτά τα προϊόντα (εγγύηση του κεφαλαίου στη λήξη, επιπλέον υπεραποδόσεις, ετήσιες προσόδους και bonus διατήρησης, για να αναφέρουμε κάποιες από αυτές) και τις οποίες οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν είναι διατεθειμένες να δώσουν.
Μια επιπλέον παράμετρος, η οποία δεν μπορεί να παραβλεφθεί και αναφέρθηκε, άλλωστε, είναι η δύσκολη οικονομική συγκυρία, η οποία δεν τους επιτρέπει να υποσχεθούν όχι επιπλέον παροχές αλλά ούτε καν το μέγιστο νόμιμο επιτόκιο.
Πέραν αυτών, η όποια μεταβίβαση, βεβαίως, θα αφορά μόνο τις βασικές καλύψεις, δεδομένου ότι οι εταιρείες έδειξαν ότι δεν ενδιαφέρονται για τις συμπληρωματικές των συμβολαίων, ειδικά αν αυτές αφορούν ασφαλισμένους που είναι άρρωστοι και άνω των 54 ετών. Πάνω σ’ αυτό ήταν ξεκάθαροι όπως ξεκάθαροι ήταν ότι θέλουν τα συμβόλαια απαλλαγμένα από υποχρεώσεις προς συνεργάτες και μάλλον ο νόμος τους καλύπτει ως προς αυτό –το κονταροχτύπημα βεβαίως των νομικών των δύο πλευρών είναι αναμενόμενο.
Ως επιχειρήσεις νομιμοποιούνται να ελέγχουν και να επιλέγουν εν τέλει αυτό που θα τους εξασφαλίσει κέρδος με το μικρότερο δυνατό ρίσκο, όσον αφορά τα δικά τους αποθεματικά στο μέλλον.
Υπάρχει όμως το ηθικό πρόβλημα που προκύπτει, εφόσον οι περισσότερες αν όχι όλες έχουν ήδη επωφεληθεί, αφού όπως εκτιμάται ένα 95% του πελατολογίου της Ασπίς έχει ήδη μεταφέρει τα άλλα συμβόλαιά του (αυτοκινήτου, περιουσίας και ένα πολύ μεγάλο μέρος των νοσοκομειακών). 
Υπάρχει, βεβαίως, και η ανθρώπινη διάσταση, το δράμα όλων αυτών των ανθρώπων που επένδυσαν τις οικονομίες τους σε ένα ασφαλιστήριο ζωής ή σε ένα νοσοκομειακό και τώρα βρίσκονται στον αέρα.

Σκληρή διαπραγμάτευση
Τι γίνεται, λοιπόν, με τους ίδιους τους ασφαλισμένους; Όπως επισημάνθηκε από τον κ. Παντελίδη, τα όποια δικαιώματα απορρέουν από τα συμβόλαιά τους δεν τροποποιούνται και δεν εκχωρούνται σε άλλη εταιρεία, παρά μόνον αν οι ίδιοι το θελήσουν. 
Οι προβληματισμοί που διατυπώθηκαν αφορούσαν και αυτό, αν θα δεχτούν, δηλαδή, με μειωμένες απαιτήσεις να μεταφερθούν σε άλλη εταιρεία. Επίσης αν θα δεχτούν να πληρώσουν αναδρομικά για τους έξι μήνες που μεσολάβησαν από την ανάκληση της άδειας της Εταιρείας, αλλά και όσοι έκαναν αίτηση εξαγοράς, αν θα πεισθούν να την ανακαλέσουν και να συνεχίσουν το συμβόλαιό τους.
Η πιθανότητα ο αριθμός όσων επιλέξουν το δρόμο της εκκαθάρισης να είναι τόσο μεγάλος, που να μπλοκάρει τη διαδικασία μεταβίβασης είναι επίσης υπαρκτός. 
Πού θα οδηγηθούν τελικά τα πράγματα; Ποια θα είναι η καλύτερη λύση και για ποιον; 
Σαφώς τα προβλήματα της μεταβίβασης, όπως αναδείχτηκαν στη συζήτηση, είναι μεγάλα και ενδεχομένως να λειτουργούν αποτρεπτικά για τις εταιρείες. Υπάρχει, όμως, πράγματι έλλειψη ενδιαφέροντος από μέρους τους ή πρόκειται για την αρχή μιας ιδιαίτερα σκληρής διαπραγμάτευσης (που θα συνεχιστεί μέσα στο Μάιο, για την Commercial Value αυτή τη φορά) με στόχο την επίτευξη των καλύτερων δυνατών όρων; 
Εξίσου πολλά είναι και τα προβλήματα εκκαθάρισης, αφού και χρονοβόρα διαδικασία θα είναι και αβέβαιο για τους ασφαλισμένους, το πόσα και αν θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους όταν αυτή ολοκληρωθεί.
Τον τελευταίο λόγο θα τον έχουν οι ασφαλισμένοι –όσο κι αν όλοι επιμένουν να τους συμπεριφέρονται  σαν να μην υπάρχουν και να ενεργούν εν αγνοία τους.
Αν αυτοί επιλέξουν την εκκαθάριση, θα σημαίνει ότι ο θεσμός της ασφάλισης και η αξία της έχει καταρρεύσει μέσα τους –και η ευθύνη όσο και το πλήγμα για την ασφαλιστική αγορά θα είναι μεγάλο. 
Αν επιλέξουν να συμβιβαστούν με τη μεταφορά του συμβολαίου τους σε κάποια άλλη εταιρεία, με λιγότερες απαιτήσεις, και αυτή η μεταφορά δεν γίνει με σαφείς και ξεκάθαρους όρους που θα τους διασφαλίζουν από μελλοντικές δυσάρεστες εκπλήξεις, το πλήγμα για την ιδιωτική ασφάλιση ως θεσμό θα είναι ακόμα μεγαλύτερο.
Μέσα σε όλα αυτά, βεβαίως, δεν πρέπει να παραγνωρίζονται και οι διαχρονικές ευθύνες του κράτους για την ελλιπή εποπτεία που άσκησε αλλά και για την απροθυμία να πάρει θέση και να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν.  
Το σίγουρο πάντως είναι ότι τούτος ο γόρδιος δεσμός δεν λύνεται με τον τρόπο που ο ένδοξος πρόγονός μας επέλεξε! Αντίθετα, επιβάλλεται η λογική των αναλογιστών-τεχνοκρατών να συνδυαστεί με το όραμα (κοινωνικό και ανθρωπιστικό) πεφωτισμένων ηγετών (ασφαλιστικών και πολιτικών). Υπάρχουν άραγε;