Η πρώτη και φιλόδοξη διοργάνωση του Διεθνούς Συνεδρίου Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών (IIMC – The International Insurance Mediation Conference) πραγματοποιήθηκε στις 28 και 29 Μαρτίου, στην Κωνσταντινούπολη, με τη συμμετοχή εκπροσώπων 16 ασφαλιστικών αγορών από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της πρώην ΕΣΣΔ και της Μ. Ανατολής. Ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές αλλά και θεσμικοί αντιπρόσωποι ανταποκρίθηκαν στο πρώτο αυτό κάλεσμα του Media XPRIMM (ρουμάνικος όμιλος ασφαλιστικών εκδόσεων και εκδηλώσεων) και του Istanbul Underwriting Center, για να συμμετάσχουν σε ένα ζωντανό διάλογο με θέμα τις τελευταίες εξελίξεις στο πεδίο δραστηριοτήτων τους. Την Ελλάδα εκπροσώπησαν στη συνάντηση οι κ.κ. Γ. Καραβίας και Γ. Κουτίνας.
Η συμμετοχή καταδεικνύει την αγωνία αυτής της τάξης επαγγελματιών για το μέλλον του επαγγέλματός τους και τη διάθεσή τους για συμμετοχή στη διαμόρφωση των εξελίξεων αλλά πρωτίστως για την ενημέρωσή τους σε προβλήματα που μοιάζουν να είναι κοινά!
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, την πόλη των 13 εκατ. ανθρώπων, που ιστορικά αποτελεί το σταυροδρόμι Δύσης και Ανατολής. Η επιλογή από τους διοργανωτές μίας πόλης, που διαχρονικά αποτέλεσε σύνδεσμο μεταξύ των αγορών δύο ηπείρων και συνώνυμο του εμπορίου και της επιχειρηματικότητας, δεν ήταν τυχαία, καθώς και η συνάντηση φιλοδοξεί να κερδίσει το ενδιαφέρον επαγγελματιών από την ευρωπαϊκή αλλά και την ασιατική αγορά. Ο σκοπός ήταν η δημιουργία, και στη συνέχεια η καθιέρωση, ενός βήματος μέσω του οποίου ο ασφαλιστικός κόσμος και ειδικότερα οι διαμεσολαβούντες της αγοράς θα έχουν την ευκαιρία να μάθουν, να συλλέξουν εμπειρίες συναδέλφων, να προβληματιστούν και να αναζητήσουν συλλογικά λύσεις και δρόμους που θα τους οδηγήσουν σε ανάπτυξη. Επιθυμητοί συνομιλητές σε αυτήν την εκδήλωση είναι επαγγελματικές ενώσεις, εξειδικευμένες εταιρείες, εκπρόσωποι των εποπτικών αρχών αλλά και των καταναλωτών, ο κλαδικός τύπος και θεωρητικοί του επαγγέλματος. Οι συμμετοχές σε αυτή την πρώτη απόπειρα ήταν από Αυστρία, Λευκορωσία, Βουλγαρία, Κροατία, Ντουμπάι, Γερμανία, Ελλάδα, Λίβανος, Καζακστάν, ΠΓΔΜ, Μάλτα, Ην. Βασίλειο, Ρουμανία, Ρωσία, Συρία και Τουρκία.
Προφανώς οι χώρες που αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα προβλήματα αλλά έχουν και επαγγελματίες που επενδύουν μακροχρόνια στο επάγγελμά τους, είναι εκείνες που θα εκδηλώνουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή, ακόμη και εάν το συνέδριο βρίσκεται στα αρχικά βήματα για την καθιέρωσή του.
Κρίση – Εν εξελίξει stress test
Η πρώτη ενότητα συνομιλιών και παρουσιάσεων εστίασε στην επίδραση του επώδυνου μαθήματος που παίρνουμε από την υφιστάμενη οικονομική κρίση και την ύφεση που ακολούθησε, στην ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς. Ο καθ. Fuat Erdal, Δ/ντής του Insurance Training Center, προσέγγισε το ζήτημα από την ακαδημαϊκή πλευρά του, υπογραμμίζοντας πως, σε αντίθεση με αγορές όπως η τραπεζική, στην ασφαλιστική αγορά, ελάχιστες είναι οι αναλύσεις που έχουν γίνει σχετικά με τη συσχέτιση μεταξύ οικονομικών κύκλων και δυναμικής της αγοράς. Ακόμη και στις λίγες σχετικές μελέτες που έχουν γίνει, δεν έχει προσδιοριστεί σαφώς η σχέση της αιτιότητας μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και ασφάλισης. Εξετάζοντας τα στατιστικά στοιχεία της αγοράς σε συνάρτηση με εκείνα που αφορούν στη συνολική οικονομική ανάπτυξη και χρησιμοποιώντας συγκεκριμένες μεθόδους και οικονομικές αναλύσεις, ο καθηγητής παρουσίασε στους συνομιλητές του στο ΙΙΜC κάποια από τα σχετικά συμπεράσματά του:
– Η σχέση μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και Ασφάλισης είναι πάντοτε θετική.
– Η αιτιότητα είναι συνήθως διπλής κατεύθυνσης.
– Η σχέση είναι θετική και σημαντική για τα συνολικά ασφάλιστρα, τις Ασφαλίσεις Πυρός, Ατυχημάτων και Νon Life, αλλά όχι το ίδιο σημαντική για τις ασφαλίσεις Ζωής, τις Γεωργικές, Μεταφορών και τις ασφαλίσεις Μηχανικών.
– Η επιρροή των ασφαλίστρων στην ανάπτυξη είναι μεγαλύτερη, από άποψη μεγέθους των συντελεστών, από την αντίστροφη επιρροή της ανάπτυξης επί των ασφαλίστρων: Κατά μέσο όρο αν τα ασφάλιστρα αυξηθούν κατά 1%, η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 0,25%. Εάν η οικονομία αναπτυχθεί κατά 1%, τα ασφάλιστρα θα αναπτυχθούν από 1,5% ως 2,5%.
– Η ζήτηση της ασφάλισης είναι πιο αντιδραστική στις μεταβολές της οικονομίας σε “καλές ημέρες”, έχει ωστόσο περιορισμένη αντίδραση στις μεταβολές της οικονομίας σε “κακές ημέρες”.
Οι προσδοκίες του καθηγητή για τη μελλοντική ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς είναι αισιόδοξες: «Οι μελέτες που μέχρι στιγμής έχω κάνει με οδηγούν στο συμπέρασμα πως, μόλις η οικονομία αρχίσει να ανακάμπτει, ο ασφαλιστικός κλάδος θα επιστρέψει σε μια καθαρά θετική δυναμική. Πιστεύω πως οι ασφαλιστικές εργασίες θα αναπτυχθούν γρηγορότερα απ’ ό,τι οι οικονομίες μέσα στις οποίες λειτουργούν».
Στο ίδιο μήκος κύματος και οι παρατηρήσεις της κας Violeta Ciurel, Προέδρου της AXA Asigurari de Viata Romania, από την πλευρά αυτή τη φορά του στελέχους με συγκεκριμένο όραμα για τη στρατηγική ανάπτυξης του ασφαλιστικού κλάδου. Επικεφαλής μιας εταιρείας που ξεκίνησε στις ασφαλίσεις Ζωής και Υγείας μόλις το 2010, η κα Ciurel έχει μεγάλη εμπειρία στο χώρο των ασφαλειών, έχοντας θητεύσει και σε διοικητικές θέσεις στην ING. Απέδωσε εξαρχής το βάρος της ευθύνης που τους αναλογεί στις ασφαλιστικές εταιρείες, υπογραμμίζοντας πως πληρώνουν το λάθος τους να υποτιμήσουν το τεχνικό κέρδος στο παρελθόν, αποδυναμώνοντας τις διαδικασίες underwriting και ευελπιστώντας κυρίως σε κέρδη από τις αποδόσεις των επενδύσεων. Όλα αυτά στο περιβάλλον μετά κρίσης θα αλλάξουν, υποστηρίζει η ίδια. Ωστόσο, ήταν οι μακροχρόνιες και συντηρητικές επενδύσεις που βοήθησαν τις ασφαλιστικές εταιρείες να περιορίσουν τη ζημιά που υπέστησαν από την οικονομική κρίση, καθώς όπως αναφέρεται και σε στοιχεία του Bloomberg που επικαλέστηκε, οι απώλειες του ασφαλιστικού κλάδου από την κρίση συνολικά υπολογίζονται σε περίπου $261 δις, ενώ του τραπεζικού σε $1.230 δις. Για την επόμενη ημέρα η κα Ciurel ελπίζει πως έχοντας πλέον πάρει τα μαθήματά τους οι εταιρείες, «θα πρέπει να προστατέψουμε την οικονομική θέση των εταιρειών και το υπάρχον χαρτοφυλάκιο, να ενισχύσουμε την επικοινωνία με τους πελάτες μας, να διατηρήσουμε τους μηχανισμούς λειτουργικού ελέγχου, ώστε να αποτρέψουμε το οικονομικό έγκλημα και την απάτη, η οποία σε περιόδους κρίσης αυξάνεται, αλλά και να δημιουργήσουμε τα απαραίτητα αποθεματικά για τον κίνδυνο της μακροζωίας και τις απαραίτητες μετρήσεις ολοκληρωμένης διαχείρισης κινδύνων, όπως το Solvency II μαζί με την καλύτερη εταιρική διακυβέρνηση».
ΙΜD2: Στο επίκεντρο, ο Καταναλωτής
Εκτός από την κρίση, τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που δημιούργησε, η χρονιά που πέρασε συμπεριελάμβανε, για τους Ευρωπαίους brokers ασφαλίσεων, και την αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τη Διαμεσολάβηση, η οποία και αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά την εξέλιξη του επαγγέλματος των διαμεσολαβούντων.
Η πρώτη οδηγία που εκδόθηκε το 2002, με τελική ημερομηνία υιοθέτησης για τα κράτη μέλη το 2005, ήταν σχετικά απλή και αποσκοπούσε στην ελάχιστη εναρμόνιση, ωστόσο ο ιδιαίτερα διαφορετικός τρόπος, με τον οποίο επέλεξαν να την ενσωματώσουν στο νομοθετικό τους πλαίσιο τα κράτη μέλη, δημιούργησε αισθητά εμπόδια στη λειτουργία μιας ενιαίας αγοράς. Είναι γεγονός ότι το κείμενο της σχετικής οδηγία περιείχε αρκετά ασαφή σημεία, ενώ υπήρχαν και πτυχές της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης οι οποίες δεν καλύπτονταν. Ως αποτέλεσμα η Ε.Ε. απευθύνθηκε, τον Ιανουάριο του 2010, σε ένα μεγάλο αριθμό ενδιαφερόμενων ευρωπαϊκών φορέων ζητώντας τις τοποθετήσεις τους προκειμένου για την αναθεώρηση της οδηγίας και τη δημιουργία της νεότερης έκδοσής της, IMD2.
Πολλά είναι τα σημεία της οδηγίας τα οποία τίθενται προς συζήτηση, με κυριότερα εκείνα που σχετίζονται με το σκοπό της, τα πιθανά σημεία σύγκρουσης συμφερόντων αλλά και την ποιότητα των πληροφοριών που παρέχονται στον πελάτη. Όπως είπε και ο κ. Dieter Pscheidl, εκπρόσωπος της Ένωσης Ασφαλιστών Αυστρίας στην Ε.Ε., «έχουμε σήμερα κάποια πρώτα συμπεράσματα από τις συζητήσεις και τις διαπραγματεύσεις που έχουν ως τώρα γίνει, αλλά σε καμία περίπτωση δεν γνωρίζουμε τι θα συμπεριληφθεί στην Οδηγία. Μπορεί για την πλήρη εφαρμογή της να υπάρχει ένας χρονικός ορίζοντας 4 με 5 χρόνια, είναι όμως απαραίτητο να συζητήσουμε για τα θέματα που θα καλύπτει, γιατί σήμερα διαμορφώνονται οι βασικές ιδέες και οι κατευθύνσεις που θα αποτελέσουν τη βάση της ΙΜD2».
Δύο, κυρίως, είναι τα πεδία στα οποία στοχεύει η μεταρρύθμιση της οδηγίας για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση. Το πρώτο είναι η ασφαλιστική αγορά, στην οποία σκοπός είναι να εξασφαλιστούν πραγματικά ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, και το δεύτερο οι καταναλωτές, προς όφελος των οποίων οι αρχές επιχειρούν να διαμορφώσουν ένα καθεστώς πλήρους διαφάνειας και ουσιαστικής πληροφόρησης. Ο κ. Mick McAteer, Δ/ντής, του Financial Inclusion Centre (FIC) και μέλος της FSA, μιλώντας από τη μεριά του εκπροσώπου των συμφερόντων των καταναλωτών, εξήγησε πως «αυτή τη στιγμή όλοι όσοι αγοράζουν ασφαλιστικά προϊόντα δεν κατανοούν επαρκώς τους κινδύνους, τα κόστη και τα χαρακτηριστικά αυτών των προϊόντων, με αποτέλεσμα η όποια αναθεώρηση της Οδηγίας να εστιάσει στην ποιότητα των πληροφοριών που λαμβάνει ο πελάτης αλλά και στις μεθόδους που χρησιμοποιεί ο διαμεσολαβητής προκειμένου να αναγνωρίσει τις ασφαλιστικές ανάγκες του πελάτη του και το επίπεδο των χρηματοοικονομικών πληροφοριών που του χρειάζονται». Στόχος είναι, σε κάθε εθνική αγορά, οι εποπτικές αρχές να διασφαλίζουν πως ο πελάτης λαμβάνει επαρκή ενημέρωση, πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά την πώληση κάποιου προγράμματος.
Προμήθειες ή χρέωση του πελάτη;
Από την άλλη μεριά, η διαμεσολάβηση στην πώληση ασφαλιστικών προϊόντων μπορεί να είναι αντικείμενο για σημαντικές συγκρούσεις συμφερόντων. Σύμφωνα πάντα με το Δ/ντή του FIC, σε αρκετές αγορές της Ευρώπης πολλοί διαμεσολαβούντες κατευθύνουν τις πωλήσεις τους βασιζόμενοι καθαρά στο προμηθειακό καθεστώς. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί την πηγή πολλών προβλημάτων, στα οποία η λύση θα ήταν η αυστηρή εποπτεία, που θα αναγκάσει τους ασφαλιστές να είναι απολύτως ξεκάθαροι σχετικά με τη σχέση που έχουν με την ασφαλιστική εταιρεία της οποίας τα προϊόντα προωθούν. Η άλλη εναλλακτική λύση θα ήταν να μην αμείβονται πλέον μέσω προμηθειών από τις εταιρείες αλλά με απευθείας χρέωση του πελάτη.
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στα εναλλακτικά δίκτυα διανομής, τα οποία δεν έχουν συμπεριληφθεί στις προβλέψεις της Οδηγίας, όπως οι πωλήσεις μέσω internet, τα site που προσφέρουν συγκριτική παρουσίαση των τιμολογίων ανά προϊόν, οι πωλήσεις από αντιπροσωπίες αυτοκινήτων και αυτές που συνδέονται με δάνεια, οι απευθείας πωλήσεις κ.λπ. «Το ίδιο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών πρέπει να ισχύσει και γι’ αυτές τις περιπτώσεις, ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο διαμεσολαβητής», ισχυρίστηκε ο κ. Samin Unan, Πρόεδρος της AIDA (Προστασία καταναλωτή και Ομάδα εργασίας για την Επίλυση διαφορών). Τα δίκτυα αυτά θα συμπεριληφθούν στην αναθεωρημένη οδηγία με διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, τα websites που προσφέρουν σύγκριση τιμών θα συμπεριληφθούν, εφόσον ο πελάτης μετά την ενημέρωσή του για τις τιμές μπορεί να προχωρήσει και σε αγορά του προϊόντος. Όσο για τις απευθείας πωλήσεις, θα πρέπει να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις για διαφάνεια και πληροφόρηση που θα ισχύουν βάσει της οδηγίας, αλλά οι υπάλληλοι των ασφαλιστικών εταιρειών δεν θα υπάγονται στο ίδιο καθεστώς με τους διαμεσολαβούντες.
Τουρκία, μια “συναισθηματική” αγορά
Η συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη έδωσε την ευκαιρία στους συμμετέχοντες να μάθουν περισσότερα πράγματα και για την τοπική αγορά, καθώς οι διοργανωτές φρόντισαν να υπάρχουν στο πρόγραμμα και ορισμένες σχετικές παρουσιάσεις.
Βασικός παράγοντας επιτυχίας, για όποιον μεσίτη θα επιθυμούσε να δραστηριοποιηθεί στην τουρκική ασφαλιστική αγορά, είναι η κατανόηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της αλλά και της σχέσης της με τους καταναλωτές. Οι καταναλωτές στη γείτονα λειτουργούν “συναισθηματικά” και προτιμούν μια προσωπική σχέση με τον ασφαλιστή τους, ο οποίος συχνά προέρχεται από το φιλικό τους περιβάλλον. Επομένως, η επιτυχία ενός ασφαλιστικού διαμεσολαβητή εξαρτάται και από το αν θα κατορθώσει να χτίσει μια σχέση εμπιστοσύνης με τον πελάτη του, στην οποία σημαντικό ρόλο έχει και η συνεχιζόμενη και μετά την πώληση επικοινωνία. Τα παραπάνω υποστήριξε ο κ. Jetse de Vries, CEO της ING Emeklilik. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι, ενώ το Bancassurance έχει κερδίσει έδαφος τα τελευταία χρόνια, παράγοντας το 70% της συνολικής παραγωγής ασφαλίστρων στον κλάδο Ζωής, εντούτοις οι ασφαλιστές παραμένουν το δίκτυο πωλήσεων με τη μεγαλύτερη διατηρησιμότητα αλλά και τα καλύτερα αποτελέσματα στις cross selling πωλήσεις. Οι τράπεζες κατορθώνουν, βέβαια, να κεφαλαιοποιήσουν το ευρύτατο δίκτυο υποκαταστημάτων τους και το εκτεταμένο πελατολόγιό τους καταγράφοντας σημαντική αύξηση στην παραγωγή τους, αλλά η διατηρησιμότητά τους είναι ιδιαίτερα χαμηλή και οι ακυρώσεις που λαμβάνουν είναι σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι αυτές των ασφαλιστών.
Στις Γενικές Ασφαλίσεις, η ζυγαριά κλίνει υπέρ των ασφαλιστών, οι οποίοι κερδίζουν το 70% της παραγωγής ασφαλίστρων ετησίως. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η κα Menekse Ucaroglu, Γενική Δ/ντρια του IUC (Insurance Underwriting Center), το μερίδιο αγοράς που κατέχουν οι ασφαλιστές παραμένει σταθερό τα τελευταία χρόνια, με εξαίρεση μόνο τους κλάδους Aτυχημάτων και Υγείας, όπου οι τράπεζες πουλώντας ιδιαίτερα απλά προϊόντα έχουν καταφέρει να κερδίσουν ένα ποσοστό της αγοράς.
Ακόμα ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τουρκικής αγοράς είναι η ασάφεια που παρατηρείται στη διάκριση μεταξύ ασφαλιστών και μεσιτών. Όπως εξήγησε η κα Ucaroglu, ενώ σε πολλές ευρωπαϊκές ασφαλιστικές αγορές οι ασφαλιστές εκπροσωπούν τα συμφέροντα της ασφαλιστικής εταιρείας και οι μεσίτες εκείνα του καταναλωτή, στην Τουρκία οι ασφαλιστές ενεργούν και ως εκπρόσωποι του πελάτη. Έτσι, με εξαίρεση τους υπαλλήλους των ασφαλιστικών εταιρειών και των Τραπεζών, τα υπόλοιπα δίκτυα υποστηρίζουν πρωτίστως το συμφέρον του καταναλωτή. Επιπλέον, οι ασφαλιστές έχουν τη δυνατότητα, όπως και οι μεσίτες, να παρέχουν στους πελάτες τους προϊόντα από διάφορες εταιρείες. Το αποτέλεσμα είναι οι διαφορές μεσιτών και ασφαλιστών να είναι δυσδιάκριτες και να έγκεινται κυρίως στο μέγεθος της εταιρείας τους και το επίπεδο ικανοτήτων που οι ίδιοι δηλώνουν, περισσότερο απ’ ό,τι στις υπηρεσίες που προσφέρουν. Έτσι, από τα 84 μεσιτικά γραφεία που λειτουργούν σήμερα στην αγορά, μόνο το ένα τέταρτο από αυτά είναι μεσιτικά γραφεία με την ορθή έννοια του όρου, είτε ως υποκαταστήματα διεθνών γραφείων, όπως η Marsh και η AON, είτε ως τοπικά γραφεία με διεθνείς προδιαγραφές. Οι υπόλοιποι είναι ουσιαστικά μεγάλα σε όγκο παραγωγής γραφεία ασφαλιστών, τα οποία υπό την πίεση του ανταγωνισμού αποφασίζουν να εγγραφούν ως μεσίτες ασφαλίσεων, εκμεταλλευόμενοι την καλή εικόνα που έχει σχηματίσει το κοινό για τους μεσίτες σε ό,τι αφορά την πληθώρα και το υψηλό επίπεδο των υπηρεσιών που προσφέρουν. Παρ’ όλα αυτά, το δίκτυο των ασφαλιστών είναι ένα από τα ισχυρότερα στην αγορά αλλά και το πολυπληθέστερο, με 16.000 εγγεγραμμένα μέλη.
Ρουμανία και Ελλάδα προσπαθούν να βρουν το δρόμο εξόδου από την κρίση
«Το 2010 η αγορά των μεσιτών και πρακτόρων ασφαλίσεων παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με το 2009 (€ 758 εκατ.), μια και τα αρνητικά αποτελέσματα της χρονιάς επηρέασαν κυρίως τις ασφαλιστικές εταιρείες», είπε ο κ. Bogdan Andriescu, Πρόεδρος της UNSICAR, επαγγελματικής ένωσης ασφαλιστικών μεσιτών Ρουμανίας. «Παρά τις παρατεταμένες δυσάρεστες οικονομικές συνθήκες και την πτώση που καταγράφηκε στην επιχειρηματική δραστηριότητα από αρκετούς παράγοντες της ασφαλιστικής αγοράς, ο βαθμός κάλυψης που προήλθε από την αγορά των μεσιτών, σε συνολικές αναλήψεις, ανήλθε στο 38%, ποσοστό το οποίο είναι υψηλότερο από το 30% που καταγράφηκε προ κρίσης, το 2008».
Μπορούμε, λοιπόν, να υποστηρίξουμε πως οι νέες οικονομικές συνθήκες, οι οποίες είχαν αρνητικό αντίκτυπο στις ασφαλιστικές εταιρείες, δεν επηρέασαν το ίδιο αρνητικά και την αγορά των μεσιτών ασφαλίσεων, καθώς οι τελευταίοι κατόρθωσαν να αντισταθούν και να προσαρμοστούν στις παρούσες συνθήκες, προσανατολιζόμενοι στο retail και σε άλλους κλάδους ασφάλισης πέραν του αυτοκινήτου. «Η όποια μείωση στο χαρτοφυλάκιο των μεσιτών προήλθε από τον κλάδο αυτοκινήτου, ο οποίος επηρεάστηκε αρνητικά από τη μεγάλη πτώση που καταγράφηκε στην αγορά leasing αυτοκινήτων (από €3,4 δις το 2008 σε €712 εκατ. το 2010)», επεσήμανε ο κ. Andriescu.
Στην ελληνική αγορά τώρα, σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Καραβία, Πρόεδρο του ΣΕΜΑ, οι μεσίτες εξακολουθούν να έχουν κυρίαρχο ρόλο. Σκοπός των μεσιτών, όπως υποστήριξε, είναι να αναζητούν ασφαλιστικές λύσεις για τους πελάτες τους από την τοπική αλλά και τη διεθνή αγορά και να ενσωματώνουν στα συμβόλαια τα είδη των καλύψεων που θα εγγυηθούν τα μεγαλύτερα οφέλη στους ασφαλισμένους. Στα πλεονεκτήματα των Ελλήνων μεσιτών ασφαλίσεων συμπεριλαμβάνονται σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΣΕΜΑ: «επαρκής εκπαίδευση, εξειδίκευση των γνώσεών τους, πρόσβαση σε ξένες αγορές αλλά και δυνατότητα να παρέχουν προϊόντα διαφόρων εταιρειών, έχοντας πρόσβαση σε διαφορετικούς τύπους κάλυψης και τιμολόγησης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το μερίδιο αγοράς που τους αναλογεί αυξάνεται χρόνο με το χρόνο». Ο κ. Καραβίας επεσήμανε πως «πριν από την κρίση οι Έλληνες μεσίτες είχαν επεκτείνει τις εργασίες τους σε χώρες όπως η Ρουμανία, η Αίγυπτος και η Σερβία, ενώ οι πηγές μου λένε πως αυτό θα ενταθεί και στα επόμενα χρόνια. Θα δούμε επίσης ξένα γραφεία μεσιτών, πρόθυμα να εισέλθουν στην ελληνική αγορά, η οποία σύντομα θα αποτελέσει ελκυστικό προορισμό για επιχειρηματικές επενδύσεις από μεσίτες».
Ενδιαφέρον ξεκίνημα
Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στο IIMC – The International Insurance Mediation Conference χαρακτήρισε τη συνάντηση ως «εξαιρετική ευκαιρία να κατανοήσουμε σε βάθος, ως μεσίτες ασφαλίσεων που επιχειρούν στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας». Η πολυφωνία των απόψεων, η δυναμική και η επικοινωνία μεταξύ των συμμετεχόντων –την κάθε παρουσίαση ακολουθούσε εκτενής διάλογος των παρευρισκομένων– αλλά και η συμβολή των τριών συντονιστών, Violeta Ciurel, CEO της AXA Ρουμανίας, Romeo Jantea, Managing Partner στην Insurance Training & Consulting, και Ahmet Celebiler, Μέλος του Δ.Σ. της Insurance Practitioner’s Association, σε συνδυασμό με το εξαιρετικό σκηνικό που φιλοξένησε το event, ήταν τα κυρίως συστατικά ενός επιτυχημένου εγχειρήματος που ευχόμαστε να καθιερωθεί μελλοντικά.
Εις εκ των υποστηρικτών της διοργάνωσης, ο κ. James Grindlay, CEO της Certasig, η οποία και δραστηριοποιείται ήδη στην Τουρκία, επεσήμανε πως «η κρίση έχει εμφανώς επηρεάσει σε διαφορετικό βαθμό τις περιφερειακές αγορές, κάτι που αποδεικνύει για μια ακόμα φορά πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζουμε όσα περισσότερα μπορούμε για τις γειτονικές μας αγορές, να είμαστε σε διαρκή επαφή, να κατανοούμε τους διάφορους μηχανισμούς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ώστε να μπορούμε να εκμεταλλευόμαστε στο έπακρο τις ευκαιρίες που προσφέρουν». Ενώ ο Αντιπρόεδρος της Avus, κ. Ionel Dima υπογράμμισε πως «τα καλά νέα για το συνέδριο αυτό είναι το ενδιαφέρον που ήδη δημιούργησε σε αρκετούς διαμεσολαβούντες της αγοράς. Με αυτό εννοώ πως υπάρχει γνήσιο ενδιαφέρον και διάθεση για συνέργιες στην περιοχή, πως οι αγορές μας αναζητούν ήδη συνεταίρους σε άλλες περιοχές, αλλά βεβαίως πως υπάρχει και μεγάλη ανησυχία για το μέλλον μας ως ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές».



