Editorial, Απρίλιος 2015: Κυρίαρχη η δημιουργική ασάφεια

 

Ολοκληρώθηκαν και δημοσιεύτηκαν οι ετήσιες συνοπτικές οικονομικές καταστάσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως οι εποπτικοί κανόνες ορίζουν, προκειμένου η Τράπεζα της Ελλάδος (εποπτεύουσα αρχή γαρ) να ελέγχει τη λειτουργία της υφισταμένης της αγοράς. Παράλληλα, ολοκληρώνονται και οι εκθέσεις των ετήσιων αποτελεσμάτων των ελληνικών ασφαλιστικών εταιρειών και των πολυεθνικών ομίλων.

Ούτε λόγος να γίνεται για αναλυτικά παραγωγικά μεγέθη, για συγκρίσιμα κατά κλάδους στοιχεία, για απτά αποτελέσματα, που να απεικονίζουν την εμπορική δραστηριότητα.

Παρατηρώντας τα υφιστάμενα στοιχεία, δηλαδή αυτά που για εποπτικούς λόγους και για τις ανάγκες των Αρχών δημοσιεύονται ή μάλλον αναρτώνται στο διαδίκτυο, διαπιστώνουμε μια δαιδαλώδη, επιτηδευμένη προσπάθεια –αποτελεσματική εν τέλει– ασάφειας, η οποία δεν επιτρέπει όχι μόνο στον καταναλωτή, αλλά και σε κανέναν επαγγελματία να διαμορφώσει εικόνα. Σαφώς, εάν κάποιος διαθέτει γνώσεις αναλογιστικής και βεβαίως λογιστικής και αφού εντρυφήσει επιμελώς, σε καμία όμως περίπτωση κατηγορηματικώς, μπορεί να έχει μια εικόνα για τις επιχειρήσεις στις οποίες αναφερόμαστε. Επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν αντικείμενο την ασφαλιστική δραστηριότητα –και όχι μόνον.

Η περιβόητη δημιουργική ασάφεια πιθανότατα έχει σημαιοφόρο της ομιχλώδους επιτηδευμένης εικόνας τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Προς τούτο οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να νιώθουν απολύτως ικανοποιημένες για τη στόχευσή τους, αλλά και οι ίδιες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις φαίνεται ότι όχι μόνον ανέχονται, αλλά και εξυπηρετούνται από τη δημιουργική ασάφεια.

Ο καταναλωτής και ο επαγγελματίας σαφώς είναι ανήμποροι όχι μόνον να διαμορφώσουν άποψη, αλλά και να αναλάβουν τις ευθύνες που εξυπηρετούν ή θίγουν τα συμφέροντά τους.

Η όλη αυτή επιτηδευμένη προσπάθεια σε καμία περίπτωση δεν υπηρετεί την αγαθή έννοια της διαφάνειας, αλλά κυρίως, πρωτίστως και καταληκτικώς, σε καμία περίπτωση δεν συμβάλλει στη διάδοση και την εμπιστοσύνη του Θεσμού της Ασφάλισης.

Τα κέντρα λήψεως αποφάσεων που χειρίζονται το όλον θέμα, πέραν των ελεγκτικών στόχων για τους οποίους δηλώνουμε αναρμόδιοι να τους παρακολουθήσουμε, θυσιάζουν σ’ αυτόν τον βωμό το ζητούμενο της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των επαγγελματιών.

Ισχυριζόμαστε και μακάρι εκ των πραγμάτων να διαψευστούμε ότι ο ασφαλιστικός κλάδος εισάγεται σε μια νέα εποχή, όπου θα απαιτείται η «υπερτάτη καλή πίστη», προκειμένου να εμπιστευτεί κανείς την ανάθεση των συμφερόντων του.

Ισχυριζόμαστε, και περιμένουμε, και απαιτούμε οι αρχιτέκτονες της δημιουργικής ασάφειας, που υψηλά ορθώνουν τείχη γύρω από τη διαφάνεια των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, να είναι και οι μοναδικοί υπεύθυνοι –υπόλογοι όμως πάντοτε– για την ο μη γένοιτο πρόσκρουση στα βράχια φορέων της ιδιωτικής ασφάλισης.

Επιτέλους, αφού οι εποπτικές αρχές, ανεξάρτητα από τις όποιες αντιδράσεις, εφαρμόζουν αυτά που νομίζουν, θα πρέπει να είναι και εκείνες που θα …πληρώνουν το μάρμαρο σε περιπτώσεις δολίων ή μη πτωχεύσεων.