Στο προηγούμενο τεύχος μας, αναδείξαμε το σημαντικό ρόλο που μπορούν να παίξουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, συμπράττοντας με το δημόσιο τομέα. Στο πλαίσιο αντικειμενικής προσέγγισης του θέματος, δεν μπορούσαμε να μη συμπεριλάβουμε και κάποιες κριτικές θέσεις για την πορεία του κλάδου υγείας, όλα αυτά τα χρόνια, και το ρόλο της ΕΑΕΕ.
Όπως ήταν φυσικό, υπήρξαν ενστάσεις και επί της ουσίας της ίδιας της κρίσης, αλλά και για τη χρονική συγκυρία που επιλέξαμε να τη δημοσιοποιήσουμε. Πρόκειται για μια περίοδο όπου, ακριβώς επειδή συζητούνται πολύ σοβαρά για την ασφαλιστική αγορά σχέδια νόμου και η ιδιωτική ασφάλιση στοχοποιείται (προφανώς άδικα) ως ο “εχθρός” που έρχεται να αλώσει το δημόσιο χαρακτήρα της υγείας, οι φορείς της επιλέγουν να κρατούν χαμηλό προφίλ.
Δική μας πεποίθηση είναι ότι βάζοντας τα προβλήματα κάτω από το χαλί, δεν παύουν να υπάρχουν. Αντίθετα, διογκώνονται. Η σιωπή, δε, των εκπροσώπων του κλάδου αφαιρεί επιχειρήματα από τους υπηρετούντες την αγορά μας.
Η ελληνική ασφαλιστική αγορά βιώνει και αυτή, σαν υποσύνολο, τη βαθιά οικονομική κρίση με τα πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά της. Κρίση που ταλανίζει το οικονομικό και πολιτικό σύστημα, το αμφισβητεί και απειλεί με εξαφάνιση όσους δεν αντιδράσουν αναπτυξιακά. Τα λάθη, πλέον, όχι μόνο κοστίζουν,
αλλά καθορίζουν αμέσως την ύπαρξη ή τη μη ύπαρξη την επόμενη ημέρα. Υπό την πίεση των πραγμάτων, λοιπόν, οι Νομοθεσίες αναθεωρούνται, οι Κανόνες μεταβάλλονται και οι “παίκτες”, χωρίς “ζέσταμα”, υποχρεώνονται να λειτουργήσουν και να παραγάγουν. Αλλιώς αποβάλλονται διά παντός.
Μπροστά στο πολύ σοβαρό και κρίσιμο θέμα των Ασφαλίσεων Υγείας, οι ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες βιώνουν τις συνέπειες λαθών και παραλείψεων διοικήσεων, underwritters, υπεύθυνων Marketing, επί δεκαετίες. Βιώνουν την εσπευσμένη αναθεώρηση της άποψης της πολιτείας. Βιώνουν το αιφνίδιο γκρέμισμα της ισχύος του ολιγοπωλίου των ιδιωτικών νοσοκομείων. Βιώνουν και τη μεταστροφή νοοτροπίας των πανικόβλητων καταναλωτών-πολιτών, που γι’ αυτούς η Υγεία είναι το πολύτιμο ΕΝΑ ζητούμενο πλέον. Τι κάνουν, λοιπόν, τώρα οι ασφαλιστικές εταιρείες;
Πώς ανταποκρίνονται στη διαμόρφωση των νέων κανόνων; Πώς διαχειρίζονται τη ζήτηση; Τι δυνατότητες υποστήριξης διαθέτουν για ταυτόχρονη εσωτερική αναδιάρθρωση – οργάνωση – πρόσκτηση, χωρίς να διακυβεύσουν την επιχειρηματική τους ύπαρξη;
Είναι κατανοητό ότι οι απαντήσεις κάτω από συνθήκες εκτάκτου ανάγκης, όπως οι σημερινές, είναι δύσκολες. Είναι σπάνιες. Σπάνιες, αλλά υπάρχουν.
Η «Ασφαλιστική Αγορά» έψαξε και βρήκε αυτούς που μπορούν να τις προσφέρουν.
Στα ερωτήματά μας ανταποκρίθηκαν οι ασφαλιστικές εταιρείες MetLife Alico, Interamerican και Generali.
Ας παρακολουθήσουμε τις επώνυμες τοποθετήσεις τους.
Για την ΕΑΕΕ και το ρόλο της
Πού εντοπίζετε τις ευθύνες της Ε.Α.Ε.Ε. και κατ’ επέκταση των εταιρειών μελών της
για τα κακά αποτελέσματα που παρουσιάζει ο κλάδος Υγείας;
Πώς κρίνετε το μέχρι τώρα έργο της Επιτροπής Υγείας της Ε.Α.Ε.Ε. και ως μέλος της τι παραπάνω πιστεύετε ότι μπορεί να κάνει η συγκεκριμένη Επιτροπή, ώστε να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας νέας στρατηγικής στον κλάδο υγείας;
Δημήτρης Μαζαράκης- Chief Sales & Marketing Officer της MetLife Alico και Πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας της ΕΑΕΕ: Τα αποτελέσματα του κλάδου Υγείας της Ιδιωτικής Ασφάλισης έχουν επηρεαστεί σημαντικά από την επίδραση των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούν στο χώρο των υπηρεσιών ιδιωτικής υγείας εδώ και πάρα πολλά χρόνια στη χώρα μας (κόστος υπηρεσιών υγείας, δημιουργία τεχνητής ζήτησης, νέες τεχνολογίες και μέθοδοι θεραπείας, κ.ά.). Όμως, πέρα από αυτόν τον εξωτερικό παράγοντα, τα αποτελέσματα της κάθε εταιρείας αντικατοπτρίζουν την παραγωγικότητά της αλλά, κυρίως, τις αποφάσεις και τις επιλογές της όλα τα προηγούμενα χρόνια σχετικά με την εμπορική πολιτική της.
Η ΕΑΕΕ και η Επιτροπή Υγείας, η οποία τα τελευταία χρόνια είχε επιδιώξει το διάλογο με το Υπουργείο Υγείας, τόσο όσον αφορά τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα όσο και στην ανάπτυξη και εφαρμογή ιατρικών πρωτοκόλλων, θα συνεχίσει αυτή την προσπάθεια τώρα που φαίνεται να υιοθετούνται κάποιες από τις προτάσεις της, ενώ ταυτόχρονα το περιβάλλον είναι πιο ευνοϊκό και απαιτεί τέτοιες συνεργασίες. Ταυτόχρονα, θα συνεχίσει να συμβάλλει στην ανάπτυξη του κλάδου Υγείας μέσα από μελέτες, στατιστικά αλλά και best practices. Όμως η κάθε εταιρεία είναι αυτή που θα κληθεί να εφαρμόσει τις κατάλληλες στρατηγικές, που θα την οδηγήσουν στη διαχρονικά κερδοφόρα ανάπτυξη. Θεωρώ, πάντως, ότι μέσα από τις εμπειρίες των τελευταίων ετών, αλλά και τις απαιτήσεις που επιβάλλει το νέο εποπτικό πλαίσιο, ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός εταιρειών κατανοεί την ανάγκη εξορθολογισμού της πολιτικής και των πρακτικών που ακολουθούνται στον κλάδο.
Γιώργος Βελιώτης – Γενικός Δ/ντής Ζωής & Υγείας του Ομίλου Interamerican: Τα αποτελέσματα του κλάδου Υγείας δεν συνιστούν ευθύνη της Ε.Α.Ε.Ε. αλλά των ασφαλιστικών εταιρειών, οι οποίες ασκούν δραστηριότητα στον κλάδο. Τόσο τα προωθούμενα ασφαλιστικά προγράμματα (καλύψεις, όρια, όροι, κ.λπ.) όσο και η κοστολόγησή τους είναι θέμα της εμπορικής πολιτικής κάθε μιας εταιρείας, αποκλειστικά.
Σε κάθε, ωστόσο, περίπτωση, η Επιτροπή Υγείας της Ένωσης έχει, επανειλημμένως, επιδιώξει το διάλογο με το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ενδεικτικά και μόνον αναφέρω τα υπομνήματα της Ε.Α.Ε.Ε. για τη Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα και τη διάθεση κλινών από τα δημόσια νοσοκομεία προς τις ασφαλιστικές εταιρείες –προτάσεις που φαίνεται, πλέον, ότι υιοθετούνται. Επίσης, είναι χαρακτηριστική η συνεχής άσκηση πίεσης για την εφαρμογή ιατρικών πρωτοκόλλων στην περίθαλψη, ως μέσον που θα συντελούσε σε ένα σαφή έλεγχο κόστους, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα παροχής υπηρεσιών Υγείας.
Το έργο που είχε γίνει και γίνεται από την Επιτροπή Υγείας της Ε.Α.Ε.Ε. είναι πολύτιμο και πλούσιο. Η λειτουργία της Επιτροπής υποστηρίζει σε μεγάλο βαθμό τη στρατηγική του κλάδου και ως θεσμικό όργανο έχει προσφέρει πολλά και μπορεί να προσφέρει ακόμη περισσότερα.
Νάγια Βεργοπούλου – Προϊσταμένη Διαχείρισης Ατομικών Ζωής Generali: Τα όποια αποτελέσματα, θετικά ή αρνητικά, παρουσιάζει ένας κλάδος ασφάλισης είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, όπως το γενικότερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, το θεσμικό πλαίσιο, το επίπεδο ωρίμανσης μιας αγοράς, η ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών, το κόστος, οι ανάγκες που καλύπτει, η ίδια η δραστηριότητα των εταιρειών και ασφαλιστών, κ.λ.π.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τον κλάδο ασφάλισης υγείας, σε γενικές γραμμές, σχεδόν το σύνολο της αγοράς συμφωνεί ότι τείνει να γίνει ζημιογόνος. Οι αιτίες θα πρέπει να αναζητηθούν: Πρώτον, στο γενικότερο πλαίσιο εντός του οποίου δραστηριοποιούνται οι ασφαλιστικές εταιρείες στο συγκεκριμένο κλάδο, κύρια χαρακτηριστικά του οποίου είναι ο μικρός αριθμός μεγάλων ιδιωτικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων, ο καθοριστικός ρόλος των γιατρών στο “σύστημα” παροχών υπηρεσιών υγείας, το συνεχώς αυξανόμενο κόστος λειτουργίας των μονάδων λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας, η υπερπροσφορά εξετάσεων, κ.ά.
Όλοι αυτοί μαζί και ο κάθε ένας χωριστά είναι συντελεστές που οδηγούν στην αύξηση του κόστους των προσφερόμενων υπηρεσιών υγείας. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι και ο δημόσιος τομέας ασφάλισης υγείας παγκοσμίως προβληματίζεται από τη συνεχή αύξηση του κόστους υπηρεσιών υγείας.
Δεύτερον, στην προώθηση στην αγορά προϊόντων ασφάλισης υγείας που δεν λάμβαναν υπόψη τους τους παραπάνω παράγοντες, με αποτέλεσμα μετά από ένα διάστημα να εμφανίζουν ζημίες.
Τρίτον, στον έντονο ανταγωνισμό μεταξύ των εταιρειών που, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, στοχεύει στη δημιουργία μεριδίου αγοράς και όχι κερδοφόρων προϊόντων, με αποτέλεσμα, τουλάχιστον στο παρελθόν, ορισμένες εταιρείες “έμπαιναν” στον κλάδο με μία επιθετική πολιτική ασφαλίστρων.
Η Επιτροπή Υγείας της Ένωσης συζητά τα θέματα που αφορούν στον τομέα της Υγείας, κυρίως σε επίπεδο αναλύσεων των γενικότερων τάσεων και όχι με στόχο τη διαμόρφωση μίας κοινής στρατηγικής σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Για τα αποτελέσματά τους
Πώς διαμορφώθηκε η παραγωγή της εταιρείας σας στον κλάδο Υγείας τα τελευταία 5 χρόνια, τι αποζημιώσεις δόθηκαν και πώς διαμορφώθηκε ο δείκτης ζημιών το διάστημα αυτό;
Δ. Μαζαράκης: Η MetLife Alico, ακολουθώντας πάντα μια συνετή πολιτική με διαχρονικό ορίζοντα αλλά και διαθέτοντας τεχνογνωσία και τεράστια διεθνή εμπειρία, δεν χρειάστηκε να προβεί σε δραστικές διορθωτικές κινήσεις. Οι όποιες κινήσεις έγιναν τα τελευταία χρόνια ήταν μέσα στο πλαίσιο της διαρκούς προσπάθειάς μας για συνεχή βελτίωση της παραγωγικότητάς μας και στόχευαν στην περαιτέρω αναβάθμιση του επιπέδου των παρεχόμενων υπηρεσιών, στον αποτελεσματικότερο έλεγχο του κόστους των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας και στην προσαρμογή στις σύγχρονες απαιτήσεις.
Προς την κατεύθυνση αυτή, κατά τα τελευταία χρόνια, η Εταιρεία έχει επενδύσει σημαντικά στην εξέλιξη του συστήματος υγείας Alico Benefit Club, επιδιώκοντας λύσεις τόσο στην πρωτοβάθμια, όσο και στη δευτεροβάθμια περίθαλψη.
Το Alico Benefit Club είναι ένα υψηλής ποιότητας Δίκτυο Ολοκληρωμένων Υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Περίθαλψης, διαθέσιμο στους ασφαλισμένους μας 365 ημέρες το χρόνο, όλο το 24ωρο, στο οποίο συμμετέχουν Ιατροί, Διαγνωστικά Κέντρα και Νοσοκομεία, και το οποίο μεγιστοποιεί τα οφέλη που μπορούν να απολαμβάνουν από το ασφαλιστικό τους πρόγραμμα Υγείας, κερδίζοντας σε χρόνο, κόπο και χρήματα.
Μέσα από τη δημιουργία ενός δικτύου συμβεβλημένων νοσηλευτηρίων, που σήμερα αριθμεί 25 συνεργασίες με τα μεγαλύτερα Νοσοκομεία της χώρας, έχουμε πετύχει σε μεγάλο βαθμό τη σωστή ισορροπία κατανομής των ωφελημάτων για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη (Εταιρεία – Νοσοκομεία – Ασφαλισμένοι – Ασφαλιστικοί Σύμβουλοι).
Παράλληλα, στον τομέα των προϊόντων Υγείας, προσαρμόσαμε τα προϊόντα με έμφαση στη χρήση των προνομίων του Alico Benefit Club, με τιμολογιακή πολιτική και επιλογές που να παρέχουν τη δυνατότητα ασφάλισης στο σύνολο της αγοράς, με βάση το διαθέσιμο εισόδημα.
Γ. Βελιώτης: Οι δικές μας σχετικές κινήσεις έχουν την αφετηρία τους στο ξεκίνημα του Medisystem, το οποίο έδρασε καταλυτικά ως διορθωτική κίνηση και σταδιακά έφερε την εταιρεία στο πολύ ικανοποιητικό επίπεδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα. Περάσαμε αρκετές φάσεις, όπως αυτή της αμφισβήτησης και του ανταγωνισμού, όμως τελικά φθάσαμε στο στάδιο της καταξίωσης του Medisystem, που είναι το μοναδικό ιδιωτικό σύστημα υγείας στην ελληνική ασφαλιστική αγορά.
Η συνταγή της επιτυχίας βασίζεται, πολύ απλά, στην άποψη ότι «μπορείς να ελέγξεις μόνο αυτό που μπορείς να μετρήσεις» και αυτό που κάναμε ήταν να μετρήσουμε, να έχουμε την πληροφόρηση, πράγμα που, μαζί με την τεχνογνωσία την οποία έχουμε στην υγεία, μας οδήγησε στο σημερινό αποτέλεσμα.
Το δίκτυό μας στην πρωτοβάθμια φροντίδα και συγκεκριμένα οι ιατροί του δικτύου γνωρίζουν πολύ καλά το πρόβλημα του κόστους της υγείας που, κατά κύριο λόγο, πηγάζει από την αλόγιστη χρήση και κατάχρηση υπηρεσιών. Οι περίπου 1.200 ιατροί του δικτύου σε όλη την Ελλάδα έχουν τον ίδιο στόχο μ’ εμάς: να παρέχουν υπηρεσίες ποιότητας στο μικρότερο δυνατό κόστος. Μέχρι τώρα τα αποτελέσματα και της ποιότητας και του κόστους μας δικαιώνουν απόλυτα.
Μπήκαμε στην αγορά των ετησίως ανανεούμενων συμβολαίων υγείας, κάτι που μέχρι τώρα δεν είχε τολμήσει κάποια εταιρεία να προωθήσει στην ελληνική αγορά. Δώσαμε κίνητρα στους ασφαλισμένους με παλαιά προγράμματα υγείας να τα αλλάξουν, ώστε να μειωθεί ο αριθμός των συμβολαίων με τα παλαιά «σταθερά» ασφάλιστρα. Κάνουμε σκληρές διαπραγματεύσεις για το κόστος των υπηρεσιών που μας προσφέρονται τόσο από τα Διαγνωστικά Κέντρα όσο και από τους ιατρούς, αλλά και από τις κλινικές με τις οποίες συνεργαζόμαστε. Δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για νοσηλεία μιας ημέρας στην Αθηναϊκή Κλινική του ομίλου Interamerican, αλλά και σε άλλες κλινικές, ακολουθώντας τις διεθνείς τάσεις για βραχείες νοσηλείες με χαμηλότερο κόστος για όλους –και για την εταιρεία και για τον ασθενή. Τέλος, ίσως η πιο σημαντική κίνηση που έγινε τα τελευταία χρόνια είναι η συμφωνία της εταιρείας μας με τους ιατρούς χειρουργούς του δικτύου υγείας για απευθείας πληρωμή της αμοιβής τους από την Interamerican, χωρίς τη διαμεσολάβηση του ασθενούς ή της κλινικής στην οποία γίνεται η επέμβαση.
Σε όλες αυτές τις κινήσεις μας αντιμετωπίσαμε την απόλυτα θετική στάση των ιατρών, των πελατών μας, των συνεργατών, αλλά και των κλινικών με τις οποίες συνεργαζόμαστε.
Ν. Βεργοπούλου: Η επίτευξη θετικών αποτελεσμάτων στον κλάδο περνά, κατά την άποψή μου, από μία σωστή πολιτική ανάληψης του κινδύνου, τον ενδελεχή έλεγχο των αποζημιώσεων καθώς και τη σύναψη συνεργασιών με ιδιωτικά νοσηλευτικά ιδρύματα με σκοπό τον καθορισμό του κόστους των υπηρεσιών.
Στο πλαίσιο αυτό, η Generali ακολουθούσε πάντα μία συγκροτημένη και συγκρατημένη πολιτική στο θέμα των ασφαλίσεων υγείας, με στόχο την επίτευξη του καλύτερου αποτελέσματος στην εξίσωση κόστους προγραμμάτων και οφέλους για τον ασφαλισμένο.
Τα δύο προγράμματα ασφάλισης υγείας, το Medical Safety και το Medical Guarantee που διαθέτει στην αγορά η Generali, κινούνται στην παραπάνω κατεύθυνση. Το Medical Safety είναι ένας ολοκληρωμένος μηχανισμός προηγμένων υπηρεσιών υγείας και περίθαλψης, σχεδιασμένο στα μέτρα του κάθε ασφαλισμένου. Πρόκειται για ένα πρωτοποριακό για τα ελληνικά δεδομένα πρόγραμμα Υγείας, που επιτρέπει στον ασφαλισμένο να δημιουργήσει ένα απόλυτα «προσωπικό» πρόγραμμα, το οποίο καλύπτει τις δικές του προσωπικές ανάγκες. Το Medical Safety είναι μοναδικό, καθώς είναι εξαιρετικά ευέλικτο και δεν προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιου άλλου προγράμματος στο οποίο θα προσαρτηθεί. Το Medical Safety, μέσα από ένα ολοκληρωμένο δίκτυο συνεργαζόμενων ιατρών, ιατρικών μονάδων και νοσοκομείων, δίνει ιδιαίτερο βάρος στην πρόληψη, εστιάζει στη συγκράτηση του κόστους μέσω των συνεργασιών που έχει με νοσοκομεία, ενώ προβλέπει και απαλλαγές, ανάλογα με τις ανάγκες του ασφαλισμένου.
Παράλληλα, η Generali διαθέτει στην αγορά και το πρόγραμμα Medical Guarantee, το οποίο είναι πρωτοποριακό στο είδος του και προσφέρεται σε αποκλειστική συνεργασία με την Κεντρική Κλινική Αθηνών. Η συνεργασία της Generali με την Κεντρική Κλινική Αθηνών δίνει τη δυνατότητα στην εταιρεία να ελέγχει τα κόστη και να προσφέρει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες σε ένα πολύ προσιτό ασφάλιστρο. Για το λόγο αυτό το πρόγραμμα καλύπτει τα πάντα χωρίς περιορισμούς.
Τα δύο συστήματα ασφάλισης δίνουν τη δυνατότητα στην Generali να ελέγχει όσο είναι δυνατόν το κόστος των προσφερόμενων υπηρεσιών, χωρίς να κάνει εκπτώσεις στο επίπεδο των προσφερόμενων υπηρεσιών ασφάλισης υγείας.
Για τις συμβάσεις με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια
Πόσο εφικτή και χρήσιμη θεωρείτε την πιθανότητα μιας ενιαίας σύμβασης με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια;
Δ. Μαζαράκης: Θα ήταν δύσκολο να υπογραφεί μία ενιαία σύμβαση μεταξύ των ιδιωτικών θεραπευτηρίων και της ΕΑΕΕ, καθώς τα ιδιωτικά θεραπευτήρια και οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά και προσεγγίσεις στον τομέα της Υγείας. Για να επιτευχθεί και να διατηρηθεί σε βάθος χρόνου μία τέτοια συμφωνία θα πρέπει να είναι αμφίπλευρα ανταποδοτική, ενώ τα επιμέρους χαρακτηριστικά της εξαρτώνται από το βαθμό δέσμευσης των δύο μερών.
Θα ήταν, πάντως, εφικτή μία ενιαία συμφωνία με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια πάνω σε διεθνώς αναγνωρισμένα ιατρικά πρωτόκολλα και, εν συνεχεία, επιμέρους συμφωνίες των ιδιωτικών θεραπευτηρίων με μεμονωμένες ασφαλιστικές εταιρείες για τον καθορισμό του κόστους των ιατρικών πράξεων.
Γ. Βελιώτης: Όπως γνωρίζετε, η ενιαία σύμβαση που είχε γίνει με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια δεν έλυσε τα προβλήματα. Γι’ αυτό καλούμαστε σήμερα να τα αντιμετωπίσουμε εκ νέου. Νομίζω ότι οι εταιρείες έχουν μεγαλύτερη ευελιξία και ξεχωριστή δυναμική, έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις και τις τάσεις που επικρατούν στην αγορά της υγείας. Θεωρώ πως πρέπει να αφήσουμε τις εταιρείες να δραστηριοποιηθούν κάθε μία σύμφωνα με τη στρατηγική της, τους στόχους της και τις δυνατότητές της, πάντα με την πολύτιμη βοήθεια της Επιτροπής Υγείας της Ε.Α.Ε.Ε., της οποίας ο ρόλος σε θεσμικά κυρίως θέματα είναι καθοριστικός και απαραίτητος.
Από την άλλη πλευρά, πιστεύω ότι οι ιδιωτικές κλινικές έχουν αντιληφθεί τον καθοριστικό ρόλο που ήδη, με την κρίση που μαστίζει την αγορά, καλούνται να διαδραματίσουν οι ασφαλιστικές εταιρείες. Έχουν αντιληφθεί ότι μειώνονται σταδιακά οι «ιδιώτες ασθενείς» και αυξάνονται οι «ασφαλισμένοι ασθενείς». Αυτό και μόνο οδηγεί σωστά την αγορά της υγείας σε συρρίκνωση του κόστους των νοσηλειών σταδιακά και η μείωση των υπηρεσιών υγείας που μας προσφέρονται θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη όταν θα επιτρέψει τη δημιουργία οικονομικότερων προγραμμάτων και κατά συνέπεια περισσότερων ασφαλισμένων, οι οποίοι θα ενισχύουν τη δυναμική των ασφαλιστικών εταιρειών για περαιτέρω μείωση του κόστους.
Ν. Βεργοπούλου: Η ύπαρξη μίας ενιαίας σύμβασης με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια θα ήταν, κατά την άποψή μου, η καλύτερη λύση για την ασφαλιστική αγορά. Ας σημειώσω εδώ ότι και από πλευράς του ελληνικού δημοσίου τομέα ασφάλισης γίνεται η ίδια προσπάθεια προς τα ιδιωτικά θεραπευτήρια.
Σε κάθε περίπτωση πιστεύω ότι η ασφαλιστική αγορά έχει τη δύναμη να διαπραγματευτεί υπηρεσίες και κόστη με τα ιδιωτικά νοσοκομεία, προς όφελος όλων των εμπλεκόμενων πλευρών (ασφαλιστικές εταιρείες, ασφαλισμένους, ιδιωτικά νοσοκομεία, γιατρούς). Τυχόν ενστάσεις για το κατά πόσο μία τέτοια συνεργασία παραβιάζει τους κανόνες ανταγωνισμού μπορούν κατά τη γνώμη μου να αντιμετωπισθούν, αφού η σύμβαση δεν θα αφορά ενιαία τιμολόγηση αλλά τη συγκράτηση του κόστους παροχής υπηρεσιών υγείας.
Για τη συνεργασία με τα δημόσια νοσοκομεία
Αντίστοιχα, όσον αφορά τη συνεργασία με τα δημόσια νοσοκομεία, πιστεύετε
ότι αυτή τη φορά θα προχωρήσει; Τι προτάσεις έχετε ή προτίθεστε να καταθέσετε σχετικά;
Δ. Μαζαράκης: Καταρχήν ως ιδέα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αφού με αυτόν τον τρόπο θα διευρυνθεί ο ανταγωνισμός στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια περίθαλψη προς όφελος του ασθενή/ ασφαλισμένου. Προκειμένου, όμως, να έχουμε μία σαφέστερη εικόνα, θα πρέπει να διευκρινιστούν βασικά σημεία της προτεινόμενης συνεργασίας, όπως: α) το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών στους ασφαλισμένους μας σε σχέση με το υφιστάμενο καθεστώς, β) το ύψος των νέων χρεώσεων για τις αναβαθμισμένες υπηρεσίες, γ) η συμμετοχή στο κόστος των Ασφαλιστικών Ταμείων, δ) η διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του νέου συστήματος και της εξυπηρέτησης των ασφαλισμένων, κ.ά.
Θεωρώ ότι θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη η δημιουργία μιας κεντρικής κρατικής συντονιστικής υπηρεσίας, που θα έχει ως αποκλειστικό αντικείμενο τη συνεργασία των δημόσιων νοσοκομείων με τις ασφαλιστικές εταιρείες (δημιουργία σύμβασης και παρακολούθηση της εύρυθμης καθημερινής λειτουργίας της).
Γ. Βελιώτης: Η συνεργασία Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα είναι πλέον μονόδρομος και θα γίνει πολύ σύντομα απολύτως αναγκαία. Προκειμένου να υλοποιηθεί η σύμπραξη αυτή, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν διάφορα μοντέλα, αλλά το κάθε πρότυπο θα πρέπει να διαμορφωθεί μέσω της χρήσης υπαρχόντων πόρων και να βασίζεται πάντα στο διάλογο μεταξύ των δύο μερών και την εμπιστοσύνη. Απαραίτητες προϋποθέσεις για να προχωρήσει είναι:
1. Τα δημόσια νοσοκομεία να αποτελέσουν μια ευκαιρία για νοσηλείες των οποίων το κόστος θα είναι αρκετά χαμηλότερο από τον Ιδιωτικό Τομέα.
2. Η ποιότητα των υπηρεσιών που θα προσφέρεται θα πρέπει να είναι υψηλή, υψηλότερη των ιδιωτικών κλινικών, τόσο στο κλινικό κομμάτι όσο και στο ξενοδοχειακό.
3. Η διαχείριση των ασθενών θα πρέπει να μεταφερθεί στα χέρια των ασφαλιστικών εταιρειών. διαφορετικά, με τη σημερινή δομή των δημοσίων νοσοκομείων, η διαχείριση και εισαγωγή ασθενών θα εξαρτάται από τους ιατρούς των νοσοκομείων που και σήμερα, έμμεσα, διαχειρίζονται τις εισαγωγές.
Αν, σε γενικές γραμμές, υπάρξουν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε μπορούμε να συζητούμε για συνεργασία Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα στη νοσηλεία, αλλά και πάλι, αυτό το βλέπω μόνο στη βάση κάποιων νέων προγραμμάτων χαμηλότερου κόστους, τα οποία θα έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν οι ασφαλιστικές εταιρείες. Διαφορετικά, με τα ήδη υπάρχοντα προγράμματα θα είναι μάλλον αδύνατη η προσέλκυση ασθενών στα δημόσια νοσοκομεία.
Όμως, πέρα από τη συνεργασία με τα δημόσια νοσοκομεία, υπάρχει ευρύτατο πεδίο συνεργασίας και στο κομμάτι της πρωτοβάθμιας φροντίδας, στην οποία ο ιδιωτικός τομέας έχει την τεχνογνωσία και την εμπειρία για να προσφέρει λύσεις.
Αυτή την τεχνογνωσία μπορεί, μέσα από δημιουργικό διάλογο και συνεργασία με τις ασφαλιστικές εταιρείες, να την αξιοποιήσει ο δημόσιος τομέας της υγείας, έτσι ώστε να αρχίσουμε να βλέπουμε κάποια στιγμή την υλοποίηση. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, είναι απαραίτητος και καθοριστικός ο ρόλος της Ε.Α.Ε.Ε.
Ν. Βεργοπούλου: Η συνεργασία με τα δημόσια νοσοκομεία είναι μία αναγκαιότητα, την οποία φαίνεται να αναγνωρίζει και η κυβέρνηση. Άλλωστε, στον εφαρμοστικό νόμο του μεσοπρόθεσμου σχεδίου δημοσιονομικής σταθερότητας προβλέπονται έσοδα για τα δημόσια νοσοκομεία από τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Στο βαθμό που η ρύθμιση αυτή προχωρήσει στην πράξη, τα αποτελέσματα θα είναι θετικά για τον ασφαλιστικό κλάδο, καθώς θα διευρυνθεί ο αριθμός των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και των κλινών που μπορούν να διατίθενται για τους ασφαλισμένους τους, ενώ για τα δημόσια νοσοκομεία σημαίνει περισσότερα έσοδα.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι μπορούν να επιτευχθούν νέες οικονομίες κλίμακος για όλο το σύστημα ασφάλισης υγείας (δημόσιο και ιδιωτικό). Στην περίπτωση που περπατήσει άμεσα η σημαντική αυτή μεταρρύθμιση, αναμένεται ότι και οι ασφαλιστικές εταιρείες θα προχωρήσουν στη δημιουργία νέων προγραμμάτων, σημαντικά μικρότερου κόστους.
Παράλληλα, η ένταση του ανταγωνισμού ιδιωτικού και δημόσιου τομέα υγείας θα προσαρμόσει ανάλογα και την τακτική των ιδιωτικών θεραπευτηρίων. Το όφελος θα είναι σημαντικό για όλους τους εμπλεκόμενους και κυρίως για τους ασφαλισμένους. Βέβαια, η επιτυχία της μεταρρύθμισης στην πράξη προϋποθέτει και βελτίωση της λειτουργίας και των υποδομών των δημοσίων νοσοκομείων.
Εκείνοι που διαμορφώνουν τα πράγματα
Επιλέξαμε να παραθέσουμε τις απαντήσεις των τριών στελεχών αυτούσιες, αν και αυτό ήταν εις βάρος της οικονομίας χώρου του περιοδικού, κρίνοντας ότι η σοβαρότητα του θέματος το επέβαλλε.
Συνοψίζοντας, επιτρέψτε μας μερικές διαπιστώσεις:
Η πρώτη αφορά την ΕΑΕΕ, για την οποία τα τρία στελέχη συμφωνούν ότι δεν καθορίζει τις ειδικότερες επιλογές και την πολιτική των μελών της ούτε, επομένως, τα καλά ή κακά αποτελέσματα του κλάδου.
Όσον αφορά τα αποτελέσματα αυτά, οι εταιρείες, θέτοντας ζήτημα πολιτικής ανταγωνισμού, δεν δίνουν συνήθως σαφή στοιχεία σε τέτοιου είδους αφιερώματα. Εύκολα, όμως, αντιλαμβάνεται κανείς, βλέποντας τους ισολογισμούς, πόσο δύσκολα ασκείται ένας κλάδος σαν αυτόν της υγείας, τα αποτελέσματα του οποίου εξαρτώνται από πολλούς εξωγενείς παράγοντες, τους οποίους δεν μπορούν πάντα να καθορίζουν και να επηρεάζουν οι εταιρείες.
Στα πλαίσια αυτά, ίσως δεν είναι τυχαίο ότι οι ασφαλιστικές φαίνεται να δείχνουν μια προτίμηση στον τομέα των συντάξεων, παρότι η ζήτηση ασφαλιστικών προγραμμάτων υγείας αυτήν την εποχή δείχνει να είναι μεγαλύτερη.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι μόνο εταιρείες με σοβαρό οικονομικό υπόβαθρο και σφιχτή οικονομική πολιτική μπορούν να συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται σε αυτόν.
Από τις τοποθετήσεις των τριών στελεχών προκύπτει, επίσης, ότι το κέντρο βάρους πέφτει και θα συνεχίσει να πέφτει στη μείωση του κόστους και στην επένδυση σε πολιτικές και σχήματα που θα το πετύχουν αυτό. Στα πλαίσια αυτά, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα αξιοποιήσουν και τη δυνατότητα συνεργασίας με τα δημόσια νοσοκομεία, για την οποία έχουν εργαστεί πολύ όλα αυτά τα χρόνια.
Διαφορετικές, ωστόσο, είναι οι απόψεις τους όσον αφορά την πιθανότητα μιας ενιαίας σύμβασης με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια, χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και σημεία σύγκλισης.
Εκεί όμως που, ως φαίνεται, η κοινή ή η ξεχωριστή πολιτική κάθε εταιρείας δεν κατάφερε να πετύχει συμφέρουσες συμβάσεις με τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια, θα το καταφέρει η κρίση που δοκιμάζει έντονα και τον ιδιωτικό χώρο υγείας και θα τον αναγκάσει να …βάλει νερό στο κρασί του.
Και μια τελευταία διαπίστωση, για να κλείσουμε: Σε κάθε Γόρδιο Δεσμό οι πολλοί συζητούν ατερμόνως, οι επιτροπές συντίθενται και ο διάλογος κρατεί εσαεί, εκείνο, όμως, που αποδεικνύεται περίτρανα είναι ότι οι μειοψηφίες, που εργάζονται μεθοδικά, και όχι οι πλειοψηφίες διαμορφώνουν τα πράγματα.



