Η ελληνική ασφαλιστική αγορά μέσα από το πρίσμα της εποπτείας της

Της Αμαλίας Ρουχωτά

Πολλές είναι οι αλλαγές για την ελληνική ασφαλιστική αγορά και τους συμμετέχοντες σε αυτήν, ασφαλιστικές εταιρείες και ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. 
Πολλές, ταυτόχρονες αλλά και απαιτητικές οι αλλαγές αυτές, προκύπτουν ως ανάγκη όχι μόνο λόγω της νέας πραγματικότητας στο οικονομικό περιβάλλον αλλά, κυρίως, προκειμένου να αποκατασταθούν λάθη και παραλείψεις του παρελθόντος, να διορθωθούν κακές πρακτικές και να τοποθετηθούν υγιέστερες βάσεις για την ανάπτυξη της αγοράς και την προσέλκυση –γιατί όχι;– και νέων επενδυτών σε αυτήν. 
Η αρμόδια εποπτική αρχή, η Διεύθυνση Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι ο οδηγός και εμπνευστής, σε πολλές περιπτώσεις, των αλλαγών που ήδη έχουν ξεκινήσει, με τη βοήθεια και της διεθνούς σχετικής εμπειρίας αλλά και των ευρωπαϊκών οδηγιών που λαμβάνει. 
Τα μέλη της αγοράς, ασφαλιστικές εταιρείες και ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, έχουν εκφράσει επανειλημμένα την πρόθεσή τους να συνδράμουν στις προσπάθειες αυτές, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κάποια από τα πρόσωπα που σήμερα καλούνται να συνδημιουργήσουν τις νέες βάσεις της αγοράς είναι οι ίδιοι που για χρόνια έμαθαν να διαχειρίζονται την αγορά με όχι τους πλέον ενδεδειγμένους –εκ του αποτελέσματος– τρόπους. 
Ποια είναι, λοιπόν, η θέση της ΔΕΙΑ ως προς τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα της αγοράς; Έχει σημασία, για να ερμηνεύσει κανείς και τις προθέσεις της για το μέλλον.

Η εποπτική αρχή αναγνωρίζει, σε κάθε δημόσια τοποθέτησή της, το έργο της προκατόχου της ΕΠΕΙΑ, ωστόσο, φροντίζει πάντα να επισημαίνει ότι υπάρχει πολύ μεγάλος όγκος εργασιών που ακόμα πρέπει να γίνουν και πολλά μέτωπα ανοιχτά. Η φράση «εμείς χτίζουμε, ενώ όλοι γύρω μας καταστρέφουν» είναι ενδεικτική των προθέσεων, αλλά βέβαια από το αποτέλεσμα κρινόμαστε όλοι. 
Υπερασπιζόμενη τα μέχρι σήμερα αποτελέσματά της η ΔΕΙΑ έχει να προβάλει έργο, όπως η αύξηση κατά 30% της απεικόνισης των υποχρεώσεων των ασφαλιστικών εταιρειών, γεγονός στο οποίο η ίδια κρίνει πως δεν δόθηκε ιδιαίτερη σημασία, παρότι αποτελεί ένα σημαντικό βήμα.

Τειρεσίας
Όπως σε όλες τις αγορές έτσι και στην ασφαλιστική συντηρούνται και δρουν οι κακές μειοψηφίες. Είναι και αυτές που έπαιξαν το ρόλο τους στο κλείσιμο της Ασπίς Πρόνοια και προκάλεσαν προβλήματα και σε μεγάλες εταιρείες. 
Η παρακράτηση και μη απόδοση των ασφαλίστρων είναι αυτό που φαίνεται να καίει τις εταιρείες και η ΔΕΙΑ βάζει στο στόχαστρο τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές μέσω της σύστασης του Τειρεσία. Ωστόσο, είναι πολύ προσεκτική, ώστε αυτό να μην αποτελέσει εργαλείο τιμωρίας στα χέρια των ασφαλιστικών εταιρειών. 
Πώς, όμως, θα αποφευχθεί αυτό, τη στιγμή που όλοι γνωρίζουμε –και η ΔΕΙΑ βεβαίως– πως πρόκειται για ένα πολύ σφιχτοδεμένο γαϊτανάκι, στο οποίο οι ευθύνες δεν εξαντλούνται στο στρατόπεδο των διαμεσολαβητών; Μέσω πολύ αυστηρών όρων και κριτηρίων ένταξης ενός διαμεσολαβητή στο σύστημα, είναι η απάντηση. 
Σε αυτή τη φάση οι σχετικές συνομιλίες γίνονται μεταξύ της ΕΑΕΕ και της ΔΕΙΑ. Μόλις αυτές ολοκληρωθούν, θα υπάρξουν συναντήσεις και με τους εκπροσώπους των διαμεσολαβητών, για να μπορέσουν και εκείνοι να εκφράσουν τις θέσεις τους αλλά και τις όποιες ενστάσεις τους. Πιθανόν το θέμα να συζητήθηκε και στην πρόσφατη ετήσια γενική συνέλευση των μελών του ΣΕΜΑ, για την ώρα πάντως επισήμως έχει τοποθετηθεί μόνον η ΕΕΑΕ, στο πλαίσιο εκδήλωσης που πραγματοποίησε πρόσφατα. 
Τα στελέχη της ΔΕΙΑ διατείνονται πως η υπηρεσία είναι ανοιχτή και πρόθυμη να ακούσει και να συνυπολογίσει τις παρατηρήσεις οποιουδήποτε μέλους της αγοράς, εφόσον αυτές υπάρχουν, αλλά και να δώσει απαντήσεις για τη λογική που ακολουθείται στο σχεδιασμό των όποιων ρυθμίσεων.

Εταιρείες – ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές
Σε κάθε της τοποθέτηση η εποπτική αρχή δεν παραλείπει να τονίσει στις ασφαλιστικές εταιρείες πως χωρίς τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές δεν μπορούν να προχωρήσουν. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι αγνοεί την πραγματικότητα στις σχέσεις μεταξύ εταιρειών και διαμεσολαβητών.
Με ενάμιση σχεδόν χρόνο θητείας, η νέα εποπτική αρχή είναι ήδη γνώστης, και μάλιστα σε βάθος, των ανορθόδοξων πρακτικών που ορισμένες εταιρείες κατά περίπτωση ακολούθησαν στις συνεργασίες τους με τα δίκτυα διανομής και οι οποίες βοήθησαν στη δημιουργία ενίοτε και κλίματος καχυποψίας μεταξύ των δύο μερών. Ο Τειρεσίας θα είναι και ένα εργαλείο ελέγχου των ίδιων των εταιρειών, καθώς η ΔΕΙΑ δεν θα περιορίζεται στην αναφορά των καταγγελθέντων και αποδεδειγμένα αφερέγγυων επαγγελματιών διαμεσολάβησης. 
Η ΔΕΙΑ έχει παρατηρήσει ακόμα και περιπτώσεις όπου η ασφαλιστική εταιρεία ευχαρίστως διέκοπτε τη συνεργασία της με συγκεκριμένα γραφεία, προκειμένου αυτά να επιδιώξουν συνεργασία με άλλες ασφαλιστικές και στη συνέχεια, μέσω των νέων προμηθειών που θα λάμβαναν, να αποπληρώσουν τα χρέη τους. 
Ο έλεγχος, όπως επισημαίνεται, θα έχει και δεύτερες και τρίτες αναγνώσεις, με την εποπτική αρχή να ελέγχει με ποιες άλλες εταιρείες είχε συνεργασία ο καταγγελλόμενος διαμεσολαβητής και γιατί οι άλλες εταιρείες δεν ανέφεραν παρόμοια περιστατικά, ενώ θα παρακολουθούνται και οι μεγάλες σε όγκο μεταφορές χαρτοφυλακίων.
Σκοπός είναι να αποφευχθούν στο μέλλον φαινόμενα πρακτορείων που, όταν οδηγούνταν σε κλείσιμο κάποιες ασφαλιστικές εταιρείες, αναλάμβαναν το χαρτοφυλάκιό τους, λειτουργώντας αντιδεοντολογικά προς τον ανταγωνισμό. Επίσης, την προσοχή της εποπτικής αρχής έχουν τραβήξει οι περιπτώσεις ασφαλιστικών διαμεσολαβητών που εκμεταλλεύτηκαν στο παρελθόν τη διαδικασία ακύρωσης των συμβολαίων και μεταφοράς τους σε άλλη εταιρεία –συνήθως στον κλάδο αυτοκινήτου ή και πυρός–, προκειμένου να εξασφαλίσουν κάλυψη σε πελάτες τους χωρίς να καταβάλουν τα αναλογούντα ασφάλιστρα. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα ήταν άδικο βεβαίως να μην επισημάνουμε και την ευθύνη των ίδιων των πελατών, όταν εν γνώσει τους γίνεται η απάτη. 
Επιπρόσθετα, θα υπάρξει πρόβλεψη από τη ΔΕΙΑ, ώστε οι ασφαλιστικές εταιρείες να είναι στο εξής υπεύθυνες για το σύνολο των συνεργατών τους και όχι μόνον για εκείνους της λεγόμενης πρώτης γραμμής, τους επικεφαλής δηλαδή των γραφείων. 
Συγκεκριμένα, ονομαστικά αρχεία, που θα τηρούνται από τις εταιρείες, θα βοηθήσουν την εποπτική αρχή να διαμορφώνει καθαρή εικόνα για τις εταιρείες, αλλά και να εξαλειφθούν τα φαινόμενα των μαύρων κωδικών ή και των πλαστών συμβολαίων. 
Το σχέδιο είναι φιλόδοξο, χρειάζεται προσεκτικό σχεδιασμό, αμεροληψία –κάτι που όπως φαίνεται χαρακτηρίζει τη ΔΕΙΑ–, αλλά και υπεύθυνα στη διαχείρισή του στελέχη. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι αυτό που κυρίως μας προσάπτουν οι ξένοι επίτροποι και σύμβουλοι που βρέθηκαν στη χώρα μας, είναι πως είμαστε ως χώρα απολύτως ικανοί να δημιουργήσουμε το πλαίσιο και τους κανόνες, μάλλον όμως αποτυγχάνουμε στην τήρηση και την εφαρμογή τους. Συνήθειες και παρατυπίες χρόνων, που στέρησαν την αγορά από την αξιοπιστία που θα έπρεπε να έχει, δεν είναι εφικτό να διορθωθούν εν μια νυκτί. Ο στόχος, όμως, διατυπώνεται ξεκάθαρα και στην πράξη θα φανεί και η αλήθεια για τη διάθεση συνεργασίας όλων των φορέων της αγοράς.

Δυαδική εποπτεία;
Σε μια αγορά ταλαιπωρημένη για πολλά χρόνια από την έλλειψη ουσιαστικής εποπτείας, είναι εντυπωσιακό ότι, σε διάστημα λίγων μόνο χρόνων, έχουμε φτάσει να ακούμε έντονα παράπονα για την άσκηση εποπτείας από διαφορετικούς και πολυάριθμους φορείς. Στην πρόσφατη, μάλιστα, περίπτωση της επιβολής προστίμων για τιμολογιακές αυξήσεις σε νοσοκομειακά προγράμματα από τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, η ασφαλιστική αγορά, μεταξύ των επιχειρημάτων της περί άδικης παρέμβασης, επικαλείται και την αντίθετη γνωμοδότηση της ΔΕΙΑ επί του θέματος. 
Η ίδια η ΔΕΙΑ ως προς το θέμα της αρμοδιότητας και άλλων φορέων να ασκούν εποπτικά καθήκοντα έχει ξεκάθαρη θέση και τη διατυπώνει. Αναγνωρίζει τη χρησιμότητα καθενός αλλά και πως οι ρόλοι είναι διακριτοί. Η εποπτεία από την ΤτΕ υφίσταται για να λειτουργεί προληπτικά μέσω της ρύθμισης των εσωτερικών διαδικασιών και του εσωτερικού ελέγχου, με σκοπό εκτός από την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την προστασία του πελάτη. Η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή επιβλέπει τα λεγόμενα «ψιλά γράμματα», προκειμένου να προστατεύει τον καταναλωτή. 
Σε αυτή της την άποψη η ΔΕΙΑ συμπληρώνει πως, ειδικά σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό και την τιμολόγηση προϊόντων και πάντοτε για παράγοντες που είναι αποδεδειγμένα δυνατόν να προβλεφθούν από τις εταιρείες, η στάση της θα είναι αυστηρή, χωρίς περιθώρια συζητήσεων. Η εποπτική αρχή επιφυλάσσεται επίσης ως προς τη δυνατότητά της να παρεμβαίνει εμμέσως στην τιμολογιακή πολιτική, μέσω του ελέγχου των ζημιών και των κεφαλαιακών ελλειμμάτων που ενδεχομένως να παρουσιάσουν κάποιες εταιρείες.

Διαχείριση κινδύνων VS κέρδη
Σύμφωνα πάντα με τα στελέχη της ΔΕΙΑ, μέχρι και πρόσφατα οι ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούσαν κυρίως ως εταιρείες marketing και πωλήσεων, προσηλωμένες σχεδόν αποκλειστικά στο δείκτη μεταβολής κερδών και αγνοώντας όλες τις άλλες παραμέτρους, που πιστοποιούν και εξασφαλίζουν την υγιή και μακροπρόθεσμη λειτουργία τους. Οι καιροί και οι απαιτήσεις, όμως, άλλαξαν και η εποπτική αρχή βλέπει πως οι μέρες αυτές τελείωσαν. 
Το Solvency II, για το οποίο η ΔΕΙΑ προβλέπει ότι θα ακολουθηθεί πιστά το χρονοδιάγραμμα που έχει οριστεί, με καταληκτική ημερομηνία εφαρμογής τον Ιανουάριο του 2014, δεν θα επιτρέψει την επιβίωση αυτής της λογικής από μέρους των διαχειριστών των ασφαλιστικών εταιρειών. 
Η “εφευρετικότητα” που επέδειξαν στο παρελθόν στελέχη της αγοράς, με στόχο την ετήσια αριθμητική αύξηση των ασφαλιστηρίων συμβολαίων, καθίσταται σήμερα επώδυνη για τις ίδιες τις εταιρείες. Περισσότεροι ασφαλισμένοι κίνδυνοι δεν σημαίνει πλέον μόνο αύξηση κερδών αλλά και περισσότερο κίνδυνο, που δημιουργεί και μεγαλύτερες κεφαλαιακές απαιτήσεις για την ανάληψή του. Η ΔΕΙΑ θα ακολουθήσει αυστηρή γραμμή ως προς την τήρηση των απαιτούμενων κεφαλαίων, ανάλογα με το είδος και το πλήθος των κινδύνων που έχει κάθε εταιρεία στο χαρτοφυλάκιό της. Επομένως, ως ασφαλέστερη επιλογή και συνταγή επιβίωσης για το μέλλον θεωρεί τα λιγότερα,  καλύτερα και σε λογικές τιμές συμβόλαια. Αυτό, όμως, μπορεί να αποτελέσει παγίδα για κάποιες ασφαλιστικές, οι οποίες ως σήμερα θεωρούσαν το μεγάλο όγκο εργασιών αναμφισβήτητο πλεονέκτημα, τόσο ως δέλεαρ νέων συνεργατών όσο και ως μηχανισμό εγγύησης κερδών για τους μετόχους.

Αποτελέσματα QIS 5
Οι αδυναμίες της ασφαλιστικής αγοράς και συγκεκριμένα των εταιρειών που μετέχουν σε αυτή αναδείχθηκαν εμφανώς με την ολοκλήρωση της άσκησης QIS 5, στην οποία συμμετείχαν στην πλειοψηφία τους οι εταιρείες. Καθολικό συμπέρασμα ήταν η διαπίστωση περί ανεπάρκειας σε ό,τι αφορά ποιοτικά χαρακτηριστικά και σημαντικές αδυναμίες υποστήριξης με κατάλληλες μεθόδους, υποδείγματα και στοιχεία του νέου τρόπου υπολογισμού των τεχνικών προβλέψεων και των κεφαλαιακών απαιτήσεων, σύμφωνα με το Solvency II. 
Σχετικά με το τελευταίο, ιδιαίτερα χρήσιμη θα είναι η πρωτοβουλία της ΔΕΙΑ για συγκρότηση ομάδων εργασίας με εκπροσώπους από τις ασφαλιστικές εταιρείες –σχεδόν όλες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν–, με σκοπό τη συλλογή κατάλληλων στατιστικών στοιχείων και πληροφοριών και τη δημιουργία αναλογιστικών μοντέλων αποτίμησης συγκεκριμένων ασφαλιστικών κινδύνων. Οι ελλείψεις στο συγκεκριμένο τομέα είναι μεγάλες και η κάλυψη μέρους αυτών θα μπορεί να αξιοποιηθεί όχι μόνο από τις ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες αλλά και από τις ξένες πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. 

Ο μύθος των μικρών και μεγάλων εταιρειών
Μύθο χαρακτηρίζει η ΔΕΙΑ τη διάκριση και τα συμπεράσματα που αυτή συνειρμικά προκαλεί μεταξύ μεγάλων και μικρών εταιρειών. Το μέγεθος από μόνο του δεν εγγυάται υγιείς εταιρείες που λειτουργούν ορθά, καθώς η Αρχή έχει επισημάνει, μέσω των ελέγχων της, περιπτώσεις μεγάλων εταιρειών, οι οποίες, παρότι διαθέτουν τα κατάλληλα συστήματα και δομές, δεν τα ακολουθούν πιστά αλλά και περιπτώσεις μικρών εταιρειών, οι οποίες λειτουργούν εξαιρετικά. 
Υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά και των νέων ρυθμίσεων που προετοιμάζονται και θα ισχύσουν από το 2014, η εποπτική αρχή βλέπει μόνο δύο δρόμους για τις ασφαλιστικές εταιρείες. Είτε θα περιορίσουν σημαντικά το μέγεθός τους και τον όγκο εργασιών τους, είτε θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τις επιλογές τους, προκειμένου να ενταχθούν σε μεγαλύτερα σχήματα συνεργασίας. Αυτό, βεβαίως, είναι μεγάλη πρόκληση για την ελληνική ασφαλιστική αγορά, που χαρακτηρίζεται και από την ύπαρξη πολλών “καπεταναίων”, απρόθυμων να παραχωρήσουν το «τιμόνι του σκάφους». Όμως, δεν πρόκειται πλέον για θέμα επιβίωσης των εταιρειών αλλά για υπερβολικά μεγάλο κόστος, προκειμένου να υιοθετηθεί το νέο πλαίσιο φερεγγυότητας, στο οποίο δεν είναι σε θέση ορισμένες εταιρείες να αντεπεξέλθουν από μόνες τους.

Ιδιωτικές συντάξεις
Η μεγαλύτερη ευκαιρία και ίσως η ευνοϊκότερη συγκυρία για τις ασφαλιστικές εταιρείες παρουσιάζεται σήμερα, για την ανάπτυξή τους στον τομέα των ιδιωτικών συντάξεων. Είναι ασφαλώς επίπονες οι εξελίξεις στην κοινωνική ασφάλιση για τους πολίτες, ωστόσο, παραμένουν μια πραγματικότητα, την οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν άμεσα. Η γνώση και ο ρόλος των ασφαλιστικών εταιρειών θα μπορούσε και θα έπρεπε να αξιοποιηθεί στην παρούσα συγκυρία. Παράλληλα, για μια ακόμα φορά, συζητάμε για την ενεργοποίηση του δεύτερου πυλώνα ασφάλισης και τη συμμετοχή των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών σε αυτόν. Η θέση της ΔΕΙΑ είναι πως ασφαλώς δεν συζητάμε για πρωτοποριακά και καινοτόμα πράγματα. Υπάρχει η ευρωπαϊκή εμπειρία, στην οποία θα μπορούσαμε να βασιστούμε για οδηγό, καθώς σε χώρες της ΕΕ το ανάλογο σύστημα ήδη λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια. Το ζητούμενο, ωστόσο, είναι η ελληνική ασφαλιστική αγορά να είναι σε θέση να προσφέρει αξιόπιστες λύσεις. 
Η εποπτική αρχή, χωρίς να θέλει να προδικάσει ότι η αγορά δεν είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο, επισημαίνει ότι είναι σημαντικό το εγχείρημα να ξεκινήσει από σωστές βάσεις. Όποιος παίκτης της αγοράς θέλει να ασχοληθεί, θα πρέπει να έχει μεριμνήσει για την κεφαλαιακή του οργάνωση. Απαραίτητη, επιπλέον, είναι η εξασφάλιση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου αλλά και η συνεργασία της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Η ΔΕΙΑ δεν είναι ίσως αρμόδια να λύσει όλα τα προβλήματα της αγοράς, για κάποια από τα οποία –όπως το Επικουρικό Κεφάλαιο Αυτοκινήτων– δεν δόθηκε λύση ούτε από εκείνους που ουσιαστικά τα δημιούργησαν. Έχει, ωστόσο, επίγνωση του μεγάλου έργου που έχει αναλάβει και των ιδιαιτεροτήτων που χαρακτηρίζουν την ασφαλιστική αγορά. 
Η προσεκτική και υπεύθυνη προσέγγισή της στα ζητήματα του Κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης δεν έχει χαρακτηριστικά υπεροψίας, καθώς διατείνεται ότι είναι πρόθυμη να ακούσει όλα τα μέλη της αγοράς, προτού προχωρήσει σε συγκεκριμένα μέτρα που θα τους επηρεάσουν. Το σημαντικότερο, τέλος, είναι πως δεν φαίνεται διατεθειμένη να παρασυρθεί από τη σκόπιμη στοχοποίηση συγκεκριμένων εταιρειών, την οποία έχει διαπιστώσει, αλλά να αντιμετωπίσει ισότιμα κάθε μέλος της αγοράς, με οδηγό και τις κατευθύνσεις της ευρωπαϊκής αρχής για τις ασφάλειες και τις συντάξεις.