Του Αλέξανδρου Σαρρηγεωργίου, Προέδρου Επιτροπής Ζωής & Υγείας – ΕΑΕΕ
Το συνταξιοδοτικό πρόβλημα είναι αναμφισβήτητα ένα θέμα που απασχολεί σοβαρά επί σειρά ετών κυβερνήσεις και πολίτες σε όλο τον κόσμο. Οι δραματικές δημογραφικές μεταβολές των τελευταίων δεκαετιών, που οφείλονται στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής και στη μείωση των γεννήσεων, έχουν σαν αποτέλεσμα τη γήρανση του
πληθυσμού και την αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων ατόμων που δικαιούνται σύνταξης σε μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα. Οι μεταβολές αυτές, όπως είναι αναμενόμενο, αναπόφευκτα σηματοδοτούν με τη σειρά τους την ανάγκη ύπαρξης όλο και περισσότερων κονδυλίων
για την κάλυψη των συνταξιοδοτικών αναγκών μιας χώρας.
Από τη δεκαετία του ’80, σχεδόν όλες οι χώρες έχουν προχωρήσει στη διαμόρφωση διαφόρων λύσεων για τα συνταξιοδοτικά τους προβλήματα και αξίζει να αναφερθεί ότι οι λύσεις αυτές στο σύνολό τους φέρουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Ο κοινός συντελεστής σε όλες τις περιπτώσεις των άλλων χωρών είναι η εκτεταμένη στροφή προς τα ιδιωτικά σχήματα συνταξιοδότησης και η ενθάρρυνση της συνταξιοδοτικής αποταμίευσης. Επίσης, χωρίς να τίθεται σε αμφισβήτηση ο θεσμός της κοινωνικής ασφάλισης, το συνταξιοδοτικό εισόδημα αναδιοργανώνεται με συγκέντρωση πόρων από διαφορετικές πηγές, διαμορφώνοντας έτσι ένα ευρύτερο συνταξιοδοτικό σύστημα, που βασίζεται και στους τρεις Πυλώνες ενός ολοκληρωμένου συνταξιοδοτικού συστήματος: στην Κοινωνική Ασφάλιση, στα Επαγγελματικά Ταμεία και στα ατομικά συνταξιοδοτικά προγράμματα Ειδικών Προδιαγραφών.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με το αυξανόμενο Δημοσιονομικό Έλλειμμα της χώρας μας, απαιτεί τη λήψη άμεσων μέτρων για την εξυγίανση της οικονομίας. Τα μέτρα αυτά επιβάλλεται να συμπεριλάβουν και τη ριζική αναδιοργάνωση του συνταξιοδοτικού συστήματος, το οποίο έχει αποδειχτεί ανεπαρκές και επιβαρύνει συστηματικά την ήδη βεβαρημένη οικονομική κατάσταση της Ελλάδας. Θα πρέπει να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι το συνταξιοδοτικό πρόβλημα, ειδικά στην Ελλάδα, παρουσιάζεται οξύτερο λόγω εγγενών δυσκολιών και ιδιαιτεροτήτων, όπως είναι η εισφοροδιαφυγή, η ύπαρξη πολλαπλών φορέων ασφάλισης, η πολυνομία, η πολυπλοκότητα, η κακή διαχείριση, η καθυστέρηση λήψης και εφαρμογής αναγκαίων μέτρων κ.λπ., που σαν παράγοντες στο σύνολό τους καθιστούν τις πιθανότητες μερικής επίλυσής του δυσοίωνες. Συνεπώς, μια ριζική αναθεώρηση του συστήματος που πέραν της κοινωνικής ασφάλισης θα περιλαμβάνει συμπληρωματικές συντάξεις (2ου και 3ου Πυλώνα) που θα λειτουργούν με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, θα ήταν η οριστική απάντηση στο συνταξιοδοτικό ζήτημα στην Ελλάδα.
Στην παρούσα φάση, πέραν της κοινωνικής ασφάλισης που λειτουργεί με τα προαναφερόμενα προβλήματα, ο 2ος Πυλώνας (Επαγγελματικές συντάξεις) είναι πρακτικά ανενεργός, ενώ οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν ουσιαστικά αποκλειστεί από το χώρο αυτό –σε αντίθεση με την τρέχουσα ευρωπαϊκή πρακτική–, αν και διαθέτουν την κατάλληλη τεχνογνωσία και εμπειρία για να δημιουργήσουν και να διαχειριστούν Επαγγελματικά Ταμεία. Επίσης, δεν έχουν προωθηθεί σε καμία περίπτωση τα γνωστά από άλλες χώρες συνταξιοδοτικά προγράμματα «ειδικών προδιαγραφών» του 3ου Πυλώνα, προκειμένου να υπάρξει συμπληρωματική ασφάλιση για τον Έλληνα πολίτη με την ατομική του πρωτοβουλία.
Οι ασφαλιστικές εταιρείες διαθέτουν την τεχνογνωσία, την κατάλληλη υποδομή αλλά και τη θετική πρόθεση να αναλάβουν συμπληρωματικό ρόλο στη συνταξιοδοτική αποταμίευση.
Με τη συμμετοχή τους στα προγράμματα του 2ου Πυλώνα, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν για λογαριασμό των εργαζομένων ή/και να διαχειρίζονται επαγγελματικά ταμεία που θα εξασφαλίζουν συμπληρωματική σύνταξη και θα ενισχύουν την κοινωνική ασφάλιση. Παράλληλα, με την εμπλοκή των ασφαλιστικών εταιρειών στο 2ο Πυλώνα, θα δίδεται η δυνατότητα συνταξιοδοτικής κάλυψης και σε εκείνους τους πολίτες που δεν μπορούν να ενταχθούν στα Τ.Ε.Α. του υφιστάμενου ν.3029/2002, όπως είναι οι εργαζόμενοι σε μικρές ή μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που δεν αριθμούν τουλάχιστον 100 μέλη, ή οι αυτοαπασχολούμενοι. Επιπλέον, δεν θα είναι απαραίτητη η εξεύρεση νέων κεφαλαίων από εργοδότες και εργαζόμενους (όπως στην περίπτωση των ΤΕΑ), αφού οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατέχουν ήδη το Περιθώριο Φερεγγυότητας που απαιτείται για τις περιπτώσεις αυτές. Τέλος, θα διευρυνθούν σημαντικά οι φορείς επαγγελματικής ασφάλισης και θα δοθεί ουσιαστική ώθηση σ’ ένα θεσμό που θα ενισχύσει τη δημιουργία ενός ευρύτερου συνταξιοδοτικού συστήματος στη χώρα μας.
Όσον αφορά στα ατομικά συνταξιοδοτικά προγράμματα ειδικών προδιαγραφών που εμπίπτουν στον 3ο Πυλώνα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται εδώ και αρκετές δεκαετίες στον τομέα παροχής προγραμμάτων σύνταξης και είναι εξειδικευμένες στο αντικείμενο, διαθέτοντας το κατάλληλο προσωπικό για το σχεδιασμό και την ανάπτυξη των προϊόντων αυτών αλλά και τις απαιτητές και από την Εποπτεία υποδομές, προκειμένου να διασφαλίσουν την ομαλή λειτουργία των προϊόντων αυτών. Μπορούν, επίσης, να παρέχουν εξειδικευμένες συμβουλές στους καταναλωτές, προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τις απολαβές τους, διαθέτουν δοκιμασμένες εταιρικές στρατηγικές όσον αφορά τις επενδύσεις των εισφορών για την επίτευξη του μέγιστου εισοδήματος για τους καταναλωτές και, τέλος, υπάγονται ήδη σε αυστηρό νομικό πλαίσιο όσον αφορά τη φερεγγυότητά τους, το οποίο νομικό πλαίσιο θα ενδυναμωθεί περαιτέρω με την έλευση της οδηγίας Solvency II, η οποία μεταξύ άλλων εισάγει αυστηρούς κανόνες για τη διαχείριση κινδύνων, την εταιρική διακυβέρνηση, τη διαφάνεια και την ενημέρωση του καταναλωτή, αυξάνοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό την αξιοπιστία της ασφαλιστικής αγοράς. Η Ε.Α.Ε.Ε. έχει την ισχυρή πεποίθηση ότι η συμμετοχή των ασφαλιστικών επιχειρήσεων στην επίλυση του συνταξιοδοτικού προβλήματος μόνο πλεονεκτήματα μπορεί να προσφέρει στον Έλληνα πολίτη, ο οποίος θα εξασφαλίσει αλλά και θα αυξήσει το συνταξιοδοτικό του εισόδημα και θα είναι έτσι σε θέση να αντεπεξέλθει στις οικονομικές προκλήσεις των καιρών που διανύουμε, χαίροντας ενός αξιοπρεπούς επίπεδου διαβίωσης κατά την τρίτη ηλικία.
Είναι σαφές ότι έφτασε η ώρα να δούμε το πρόβλημα και όλες τις δυνατές –και δοκιμασμένες αλλού λύσεις– χωρίς προκαταλήψεις και ενδοιασμούς? και ως κοινωνία να πάρουμε τις αποφάσεις που χρειάζεται.



