Η εξαιρετικά υψηλή συγκέντρωση πολύ σοβαρών φυσικών καταστροφών καθιστά το 2011 το έτος με τιςυψηλότερες απώλειες στην καταγεγραμμένη ιστορία, ακόμα και μόλις μετά το πρώτο εξάμηνο. Ήδη, οιοικονομικές απώλειες ύψους σχεδόν 265 δισ. δολ. ΗΠΑ, μέχρι το τέλος Ιουνίου, ξεπερνούν με ευκολία το συνολικό ποσό του 2005, που μέχρι πρότινος ήταν η πλέον ακριβή χρονιά (συνολικά 220 δισ. Δολ. ΗΠΑ για ολόκληρη τη χρονιά). Οι περισσότερες απώλειες προκλήθηκαν από το σεισμό της 11ης Μαρτίου στην Ιαπωνία.
Όπως ανακοίνωσε η Munich Re στις 12 Ιουλίου, συνολικά το ποσό των απωλειών ήταν υπερπενταπλάσιο του μέσου όρου πρώτου εξαμήνου για τα προηγούμενα δέκα χρόνια. Οι ασφαλισμένες απώλειες, που ανήλθαν σε περίπου 60 δισ. δολ. ΗΠΑ, ήταν επίσης σχεδόν πενταπλάσιες του μέσου όρου από το 2001. Σε γενικές γραμμές, οι απώλειες του πρώτου εξαμήνου είναι χαμηλότερες από αυτές του δεύτερου, που επηρεάζονται από τους τυφώνες στο Βόρειο Ατλαντικό και το Βορειοδυτικό Ειρηνικό. Ο συνολικός αριθμός ζημιογόνων φυσικών συμβάντων το πρώτο εξάμηνο του 2011 ανήλθε σε 355, λίγο χαμηλότερος από το μέσο όρο των προηγούμενων δέκα ετών (390).
Η τόσο ακραία συγκέντρωση συμβάντων φυσικών κινδύνων στο πρώτο εξάμηνο είναι κάτι το πολύ σπάνιο. Ο κ.Torsten Jeworrek, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Munich Re, ανέφερε σχετικά: «Ο ρόλος της ασφάλισης στις περιπτώσεις αυτές είναι να σηκώσει το βάρος αυτών των σπάνιων καταστροφικών απωλειών και, με τον τρόπο αυτό, να συμβάλει στην προσπάθεια ανοικοδόμησης και την οικονομική ανάκαμψη της σχετικής περιφέρειας. Τα συμβάντα δεν μας προκάλεσαν έκπληξη, θεωρούμενα ως μεμονωμένες περιπτώσεις, καθώς ήταν εντός του εύρους των μοντέλων κινδύνου που εφαρμόζουμε. Η συγκέντρωση τόσο πολλών σοβαρών συμβάντων τέτοιου τύπου σε τόσο μικρή χρονική περίοδο είναι ασυνήθιστη, ωστόσο, είναι κάτι που λαμβάνεται υπόψη στους υπολογισμούς μας. Χάρη στην τεχνογνωσία μας και την οικονομική ευρωστία, είμαστε σε θέση να αξιοποιούμε επιχειρηματικές ευκαιρίες που προκύπτουν μετά από αυξημένη ζήτηση μεταβίβασης κινδύνου, που συχνά συνοδεύεται από μειωμένη προσφορά δυνατότητας ανάληψης».
Οι περισσότερες απώλειες αποδίδονται στο σεισμό της 11ης Μαρτίου στην Ιαπωνία, που προκάλεσε συνολικέςοικονομικές απώλειες ύψους 210 δισ. δολ. ΗΠΑ. Ο έντασης 9 βαθμών σεισμός ήταν ο ισχυρότερος σεισμός που έπληξε ποτέ την Ιαπωνία και η πιο ακριβή φυσική καταστροφή που έχει καταγραφεί ποτέ, ακόμα πιο ακριβή και από τον τυφώνα Κατρίνα το 2005, που προκάλεσε οικονομικές απώλειες της τάξης των 125 δισ. δολ. ΗΠΑ. Εντούτοις, το εκτιμώμενο επίπεδο απαιτήσεων των 30 δισ. δολ. ΗΠΑ δεν θα είναι υψηλότερο από τις ασφαλισμένες απώλειες του τυφώνα Κατρίνα.
Ο ιαπωνικός σεισμός ήταν επίσης η μεγαλύτερη φυσική καταστροφή στο πρώτο εξάμηνο του 2011, σε ό,τι αφορά τις ανθρώπινες απώλειες. Τουλάχιστον 15.500 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και χιλιάδες αγνοούνται ακόμα, μετά το σεισμό και το τσουνάμι που ακολούθησε και ισοπέδωσε πόλεις ολόκληρες κατά μήκος της βορειοανατολικής ακτής της Ιαπωνίας.
Ο σεισμός της 11ης Μαρτίου είχε επίκεντρο στη θαλάσσια περιοχή ανατολικά του Honshu, της κύριας νήσου της Ιαπωνίας, 350 χλμ. βορειοανατολικά του Τόκιο, ενώ 35 λεπτά αργότερα ακολούθησε ένας επίσης ισχυρότατος (7,9) μετασεισμός, που προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερες ζημιές στην ευρύτερη περιοχή του Τόκιο από τον κύριο σεισμό. Οι επιστήμονες περίμεναν ότι στην Ιαπωνία θα γινόταν ένας ισχυρός σεισμός, αλλά σε τελείως διαφορετική τοποθεσία.
Ο κ. Anselm Smolka, εμπειρογνώμων σε θέματα σεισμών της Munich Re, παρατηρεί σχετικά: «Οι μεγάλοι σεισμοί πάντα μετατοπίζουν τις πιέσεις στις γύρω περιοχές και έτσι είναι πιο πιθανό τα επόμενα χρόνια να εμφανιστεί ένας ισχυρός υποθαλάσσιος σεισμός ανατολικά του Τόκιο ή ένας μέτριας έντασης σεισμός ακριβώς κάτω από το Τόκιο σε βάθος πολλών χιλιομέτρων. Εντούτοις, η πιθανότητα του πιο ακραίου σεναρίου, ενός ισχυρού σεισμού νότια της ιαπωνικής πρωτεύουσας στην είσοδο του Κόλπου του Τόκιο, δεν είναι μεγαλύτερη από πριν».
Οι ισχυροί σεισμοί που έπληξαν το Christchurch στη Νότια Ζηλανδία το Φεβρουάριο και τον Ιούνιο (τρίτη φορά από το φθινόπωρο του 2010) δεν συνδέονται με τους σεισμούς στην Ιαπωνία. Οι οικονομικές απώλειες από το σεισμό των 6,3 βαθμών, στις 22 Φεβρουαρίου, ήταν πολύ υψηλές, ανερχόμενες σε 20 δισ. δολ. ΗΠΑ, και οι ασφαλισμένες σε 10 δισ. δολ. ΗΠΑ. Αυτό αποδίδεται στο γεγονός ότι η κίνηση του εδάφους πολλαπλασιάστηκε από την ανάκλαση των σεισμικών κυμάτων σε ένα σύμπλεγμα ανενεργών ηφαιστείων στην περιοχή. Υπήρχε επίσης εκτεταμένη παραμόρφωση του εδάφους. Επιπλέον, τα κτήρια που είχαν υποστεί ζημιές το Σεπτέμβριο του 2010, αυτή τη φορά καταστράφηκαν τελείως.
Αναφορικά με φυσικές καταστροφές από καιρικά φαινόμενα, οι νότιες και μεσοδυτικές πολιτείες των ΗΠΑ επλήγησαν από μερικούς ιδιαίτερα ισχυρούς ανεμοστρόβιλους τον Απρίλιο και το Μάιο. Τα ακραία αυτά καιρικά συμβάντα μπορούν να αποδοθούν στο κλιματικό φαινόμενο La Nina. Στο πλαίσιο αυτής της κλιματικής ταλάντωσης, ατμοσφαιρικές αναταράξεις από τα βορειοδυτικά επανέρχονται διαρκώς πάνω από τις κεντρικές πολιτείες των ΗΠΑ και συναντώνται με τον υγρό και θερμό αέρα στις νοτιότερες και ανατολικότερες περιοχές. Με τις συνθήκες αυτές, η εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων είναι πιθανότερη απ’ ό,τι σε άλλες χρονιές. Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο που ο αριθμός των ανεμοστρόβιλων που καταγράφηκαν το 2011 μέχρι τα τέλη Ιουνίου (περίπου 1.600) πλησιάζει σε επίπεδα-ρεκόρ, καθώς υπολείπεται κατά πολύ λίγο από τη χρονιά-ρεκόρ του 2008, που επίσης είχε πληγεί από το La Nina.
Ο κ. Peter Hoppe, Επικεφαλής του τμήματος ερευνών Geo Risks της Munich Re, επισημαίνει: «Η συγκέντρωση φαινομένων δεν είναι κάτι ασυνήθιστο σε χρονιές La Nina. Η στατιστική αύξηση του αριθμού των ανεμοστρόβιλων με το πέρασμα των χρόνων, είναι κυρίως το αποτέλεσμα καλύτερης τεκμηρίωσης».
Οι περισσότεροι κίνδυνοι από ισχυρές καταιγίδες είναι τοπικά φαινόμενα που προκαλούν σοβαρές ζημιές σε μικρή έκταση αλλά δεν είναι συγκρίσιμοι με φαινόμενα όπως οι ισχυροί τυφώνες. Ωστόσο, το σύνολο των απωλειών από τους ανεμοστρόβιλους είναι σημαντικό. Στην περίπτωση των δύο σημαντικότερων ακολουθιών ανεμοστρόβιλων, στα τέλη Απριλίου και την τρίτη εβδομάδα του Μαΐου, οι συνολικές οικονομικές απώλειες ανήλθαν σε περίπου 15 δισ. δολ. ΗΠΑ, με τις ασφαλισμένες να εκτιμώνται σε 10 δισ. δολ. ΗΠΑ.
Επίσης, υπό την επίδραση του La Nina, το πρώτο εξάμηνο του 2011 αρκετές φυσικές καταστροφές από καιρικά φαινόμενα έπληξαν και την αυστραλιανή ήπειρο. Αρχικά στο Queensland, στη βορειοανατολική Αυστραλία, όπου η περιοχή βόρεια του Brisbane επλήγη από εκτεταμένες πλημμύρες μετά από τις εντονότερες βροχοπτώσεις εδώ και δεκαετίες. Για πρώτη φορά στην ιστορία, και οι τρεις μεγάλοι ποταμοί της περιοχής υπερχείλισαν ταυτόχρονα.
Η πρώτη μεγάλη πλημμύρα έγινε στα τέλη του 2010, αλλά συνεχίστηκε και τον Ιανουάριο του 2011. Ακόμα και η πόλη του Brisbane επλήγη σοβαρά, παρόλο που τα νερά από τον ποταμό Brisbane παρέμειναν, αντίθετα με τους αρχικούς φόβους, ένα μέτρο χαμηλότερα από τη στάθμη-ρεκόρ του 1974. Συνολικά, πλημμύρισαν εκατοντάδες χιλιάδες σπίτια και επιχειρήσεις, ενώ μεγάλα υπαίθρια μεταλλεία έπρεπε να κλείσουν προσωρινά. Οι συνολικές οικονομικές απώλειες των διαφόρων συμβάντων ανήλθαν σε περίπου 7 δισ. δολ. ΗΠΑ και οι ασφαλισμένες σε περίπου 2,5 δισ. δολ. ΗΠΑ.
Το Queensland έζησε επίσης την πρώτη καταιγίδα Βαθμού 5 (ισχυρότερη) εδώ και περίπου 100 χρόνια, όταν ο Κυκλώνας Yasi έπληξε την περιοχή στις 3 Φεβρουαρίου, με ταχύτητες ανέμου άνω των 280 km/h. Παρόλο που η καταιγίδα έπληξε κυρίως μικρές τοποθεσίες, οι απώλειες ήταν σημαντικές. Ο αγροτικός τομέας επλήγη σημαντικά, καθώς πρόκειται για μία περιοχή με μπανανοφυτείες. Ωστόσο, οι μεγάλες πόλεις Cairns και Townsville δεν υπέστησαν ιδιαίτερα μεγάλες ζημιές. Οι συνολικές οικονομικές απώλειες ανήλθαν σε 2 δισ. δολ. ΗΠΑ, με τις ασφαλισμένες να κυμαίνονται περίπου στα μισά.
«Ένας παράγοντας που ξεχώρισε ήταν ότι φέτος καταγράφηκαν οι υψηλότερες θερμοκρασίες θαλασσών που έχουν καταγραφεί ποτέ στα ανοικτά της Αυστραλίας, γεγονός το οποίο επηρεάζει την εμφάνιση τέτοιων ακραίων φαινομένων. Παρόλο που αυτό συνδέεται με το La Nina, οι θερμοκρασίες ήταν υψηλότερες από τις προηγούμενες χρονιές La Nina», επισημαίνει ο κ. Hoppe.



