H Insurance Europe αγωνίζεται για τη βιώσιμη εφαρμογή του Solvency II σε όλες τις εταιρείες

Δηλώνει η Γενική Διευθύντρια της Insurance Europe, Michaela Koller.

Στις αρχές Νοεμβρίου, η ΕΑΕΕ φιλοξένησε στην Αθήνα τη Γενική Διευθύντρια της Insurance Europe(Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Ενώσεων), κα Michaela Koller, και τονεπικεφαλής του τομέα για τις Ασφάλειες και τις Συντάξεις (υπεύθυνο για την Οδηγία Solvency II), στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κ. Karel Van Hulle. Σκοπός της επίσκεψής τους ήταν να παραστούν και να μιλήσουν για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις στην ασφαλιστική αγορά, σε δείπνο που διοργανώθηκε από την Ένωση, στο ξενοδοχείο Μ. Βρετανία. Την εκδήλωση είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν εκπρόσωποι των ασφαλιστικών εταιρειών και των παραγωγικών δικτύων, με το αντίτιμο των 100 ευρώ κατ’ άτομο.

Με αφορμή την επίσκεψη των Ευρωπαίων ομιλητών, ζητήσαμε να μας σχολιάσουν ζητήματα που απασχολούν την ασφαλιστική αγορά διεθνώς και επηρεάζουν και τη δική μας, αλλά και να μοιραστούν τις εντυπώσεις τους από την εκδήλωση της ΕΑΕΕ. Δεν είχαμε, ωστόσο, την ίδια ανταπόκριση και από τους δύο ομιλητές.

Η κα Koller ανταποκρίθηκε άμεσα και θετικά, σχολιάζοντας τη δυσκολία των μικρών και μεσαίων ασφαλιστικών εταιρειών, να ικανοποιήσουν τις αυξημένες ρυθμιστικές απαιτήσεις που φέρνει το νέο πλαίσιο φερεγγυότητας. 
Οι εταιρείες που λειτουργούν σε τοπικό επίπεδο, και όχι ως μέρος ενός διεθνούς ομίλου, σε χώρες που έχουν ήδη πληγεί από την οικονομική κρίση, όπως η Ελλάδα, αντιμετωπίζουν ενόψει και του Solvency II έναν επιπλέον κίνδυνο. 
Ο τοπικός τους χαρακτήρας αποτελεί ανταγωνιστικό μειονέκτημα, καθώς δεν μπορούν να υπολογίζουν σε οικονομική στήριξη από κάποια μητρική εταιρεία. αντίθετα, η όποια αύξηση κεφαλαίων που απαιτεί το νέο καθεστώς θα πρέπει να γίνει από ίδια κεφάλαια. 
Έχει απασχολήσει το θέμα αυτό την Insurance Europe; Η κα Koller μας λέει σχετικά: «Υπάρχουν τρία στοιχεία που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας στο συγκεκριμένο ζήτημα. Καταρχάς, οι απαιτήσεις του Solvency II θα είναι αναλογικές ως προς το μέγεθος κάθε εταιρείας και τους κινδύνους που αναλαμβάνει. Η Insurance Europe έχει δώσει αγώνα, από τη στιγμή της έναρξης του έργου, για να εξασφαλίσει πως η εφαρμογή του νέου καθεστώτος θα είναι βιώσιμη για όλους τους ασφαλιστές και ιδιαίτερα τις μικρές και μεσαίες εταιρείες, αλλά και για να αποφευχθεί αδικαιολόγητη πολυπλοκότητα και διοικητικά βάρη, ενώ θα εξακολουθούν να αντικατοπτρίζονται κατάλληλα οι κίνδυνοι.
»Δεύτερον, τα μεταβατικά μέτρα που θα τεθούν σε εφαρμογή, τα οποία θα δώσουν στις εταιρείες το χρόνο για να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις, είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τις μικρές εταιρείες. Και σε αυτή την περίπτωση, η Insurance Europe άσκησε πίεση για τη θεσμοθέτηση κατάλληλων μεταβατικών μέτρων, για τη διευκόλυνση μετάβασης στο νέο καθεστώς.
»Τρίτον, σε κάθε περίπτωση, εάν η κεφαλαιακή θέση μιας εταιρείας θα μπορούσε δυνητικά να θέσει σε κίνδυνο τους πελάτες της, αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από την εποπτική αρχή. Αυτό ισχύει για κάθε εταιρεία, είτε είναι μικρή είτε είναι μεγάλη
». 

Το ενδιαφέρον των Ελλήνων ασφαλιστών είναι ιδιαίτερα έντονο ως προς τις διαδικασίες αυτές και αυτό φάνηκε και στην εκδήλωση της Ένωσης. Όπως μας είπε η κα Koller, «στην εκδήλωση της ΕΑΕΕ είχα την ευκαιρία να μιλήσω για τις επερχόμενες νομοθετικές ρυθμίσεις και είχα την αίσθηση πως υπήρχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από τη μεριά των Ελλήνων ασφαλιστών, καθώς και διάθεση να προετοιμαστούν κατάλληλα. Αυτό που, κυρίως, απασχολεί τους περισσότερους είναι η προετοιμασία για την αξιολόγηση επιπτώσεων της Omnibus II. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να επιτύχει η ασφαλιστική βιομηχανία, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στην Ελλάδα, υψηλό επίπεδο συμμετοχής. Επομένως, υπήρξαν συζητήσεις σχετικά με το χρονοδιάγραμμα για την εκτίμηση των επιπτώσεων και την ένταση των σχετικών δοκιμών».

Από τον κ. K. Van Hulle ζητήσαμε να τοποθετηθεί ως προς τις εξελίξεις σε νομοθετικές ρυθμίσεις, όπως η αναθεώρηση της Οδηγίας για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και η ψήφιση της οδηγίας Omnibus II, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή του Solvency II. Ειδικά για το τελευταίο και με αφορμή την αυξανόμενη φημολογία για περαιτέρω αναβολή, του ζητήσαμε να μας δώσει την εκτίμησή του για την τήρηση του χρονοδιαγράμματος που έχει οριστεί. 
Παρότι απευθυνθήκαμε στον κ. Karel Van Hulle στις 6 Νοεμβρίου και δέχτηκε να μας απαντήσει για τα θέματα αυτά, έως τις 26 Νοεμβρίου, που ολοκληρώσαμε τη θεματολογία του τεύχους, δεν είχαμε λάβει απάντησή του. Ευελπιστούμε ότι θα φιλοξενήσουμε στο επόμενο τεύχος μας τις τοποθετήσεις του, ωστόσο, δεν είμαστε και πολύ αισιόδοξοι για την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων από την πλευρά του τμήματος Ασφαλειών και Συντάξεων της Ε.Ε.