Πού βρίσκεται σήμερα, γιατί καθυστερεί η εφαρμογή του, σε ποια επιμέρους θέματα επικεντρώνεται ο διάλογος
Η έναρξη του σχεδιασμού της Οδηγίας Solvency II μας παραπέμπει πίσω στο 2001, όπου μετά από τη διαπίστωση της Κομισιόν για την ανάγκη βελτιώσεων του υφιστάμενου εποπτικού πλαισίου των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, του Solvency I, ξεκίνησε μια μακροχρόνια απ’ ό,τι αποδείχτηκε στην πορεία, και επίπονη διαδικασία για τον καθορισμό των προϋποθέσεων φερεγγυότητας της ασφαλιστικής αγοράς.
Σήμερα έντεκα χρόνια μετά και σε συνέχεια της πρόσφατης έκτακτης τροποποίησης («quick fix») της Οδηγίας Solvency II (2009/138/EC), σύμφωνα με την οποία ως νέα ημερομηνία εφαρμογής του Solvency II ορίστηκε η 1η Ιανουαρίου του 2014, υπάρχουν εκτιμήσεις για περαιτέρω παρατάσεις που τοποθετούν την ημερομηνία εφαρμογής του Solvency II ακόμα και μετά την 1η Ιανουαρίου του 2015.
Βρισκόμαστε, επίσης, προ των πυλών μιας νέας αξιολόγησης επιπτώσεων (impact assessment) των προτεινόμενων τροποποιήσεων στο υφιστάμενο κείμενο της Οδηγίας Solvency II που ψηφίστηκε από το Ευρωκοινοβούλιο το 2009 μέσω του σχεδίου Οδηγίας Omnibus II, το οποίο επηρεάζει έμμεσα αλλά και άμεσα την εφαρμογή της Οδηγίας Solvency II, αφού, αφενός μεν, αποσκοπεί σε στοχευόμενες αλλαγές στη σχετική με την ασφαλιστική εποπτεία ρυθμίσεις και, αφετέρου, αποτελεί “όχημα” τροποποιήσεων και εισαγωγής μεταβατικών διατάξεων για την Οδηγία Solvency II.
Το Solvency II, όπως όλα τα στελέχη της αγοράς πλέον γνωρίζουν, αλλάζει ριζικά το τρόπο με τον οποίο οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα υπολογίζουν τη φερεγγυότητά τους. Το βασικό χαρακτηριστικό του νέου πλαισίου είναι η εισαγωγή της ολιστικής διαχείρισης κινδύνων, η οποία λειτουργεί ως ουσιαστικό εργαλείο διασύνδεσης και αλληλεπίδρασης της διαχείρισης κεφαλαίων με όλο το φάσμα των εταιρικών εργασιών και διεργασιών. Με άλλα λόγια, η διαχείριση κινδύνων δεν είναι η ανεύρεση ενός τέλειου μοντέλου υπολογισμού των απαιτήσεων φερεγγυότητας. Προϋποθέτει την ύπαρξη ισχυρής και ευρείας διοικητικής παιδείας, η οποία βασίζεται στην κατανόηση, τον έλεγχο, την ανάπτυξη των στρατηγικών αντιμετώπισης καθώς και τη διάχυση των πληροφοριών σε όλα τα επίπεδα των εργασιών. Σε ένα περιβάλλον με αυξημένη μεταβλητότητα (volatility) όπως αυτό της σημερινής ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας, η εκτίμηση των υφιστάμενων αλλά και των συνεχώς αναδυόμενων κινδύνων καθίσταται μια ιδιαίτερα πολύπλοκη διαδικασία. Η συνεχής προσπάθεια επικαιροποίησης και ενδυνάμωσης του νέου πλαισίου, προκειμένου να λάβει υπόψη όλες αυτές τις ιδιαιτερότητες του σύγχρονου οικονομικού περιβάλλοντος, αποτελεί ίσως το βασικότερο παράγοντα τωνδιαφωνιών και των καθυστερήσεων που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια.
Ο τριμερής διάλογος που βρίσκεται στην παρούσα φάση σε εξέλιξη μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Κομισιόν, αναφορικά με το σχέδιο Οδηγίας Omnibus II, θα καθορίσει εν τέλει και την επιτυχία του Solvency II. Η επιτυχημένη εφαρμογή του Solvency II προϋποθέτει τη διασφάλιση της δυνατότητας των ασφαλιστικών εταιρειών να συνεχίσουν να συνεισφέρουν στην οικονομική ανάπτυξη, στη μακροχρόνια επένδυση και αποταμίευση.
Ο διάλογος επικεντρώνεται σε βασικές έννοιες, όπως αυτές των μακροχρόνιων εγγυήσεων (long term guarantees), της αποτίμησης και της προεξόφλησης των υποχρεώσεων (liabilities valuation / discounting – Μatching Adjustment) με την προσαρμογή της καμπύλης επιτοκίου άνευ κινδύνου (Counter Cyclical Premium – CCP) και με τα μεταβατικά μέτρα μέχρι την οριστική εφαρμογή της Οδηγίας Solvency II. Η εφαρμογή των προαναφερομένων θα εξεταστεί και στην επερχόμενη Άσκηση Εκτίμησης Επιπτώσεων (impact assessment). Σε γενικές γραμμές, όσον αφορά στις υποχρεώσεις, η εισαγωγή του Counter Cyclical Premium (CCP) μειώνει το ποσοστό προεξόφλησης που χρησιμοποιείται για την αποτίμηση των υποχρεώσεων σε περιόδους έντονης μεταβλητότητας της αγοράς. Θεωρείται ως προσωρινό μέτρο που θα ορίζεται από την EIOPA και θα εφαρμόζεται σε όλες τις υποχρεώσεις του χαρτοφυλακίου, εκτός από αυτές που ευνοούνται από το Μatching Αdjustment, το οποίο με τη σειρά του σχεδιάστηκε για να προστατεύει τις υποχρεώσεις που αντιστοιχίζονται με στοιχεία του ενεργητικού.




